Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, παίρνω το λόγο στη σημερινή συζήτηση, η
Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στην προ Ημερησίας Διατάξεως συζήτηση σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων
26 Αυγούστου 2022
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, παίρνω το λόγο στη σημερινή συζήτηση, η οποία διεξήχθη -όπως είδατε- με πολύ μεγάλη ταχύτητα κατόπιν ανταπόκρισης του αιτήματός μου για να ανοίξει η Βουλή νωρίτερα, με την ελπίδα ότι θα οδηγήσει σε λύσεις. Λύσεις οι οποίες θα καλύπτουν τα όποια κενά εντοπίζονται ακόμα σε κρίσιμες λειτουργίες των κρατικών μας δομών.
Παίρνω το λόγο με τη προσδοκία ότι η συζήτηση θα γίνει σε κλίμα εθνικής ευθύνης, όπως απαιτεί κάθε θέμα σχετικό με την εθνική ασφάλεια της χώρας. Αλλά και με την πεποίθηση ότι μπορούμε, παρά τη μεγάλη τοξικότητα, να αναζητήσουμε κάποιες συγκλήσεις σε ένα πεδίο, όπως αυτό των Κρατικών Υπηρεσιών Ασφάλειας, το οποίο δεν επιτρέπει κομματικούς ανταγωνισμούς. Γιατί τα διαχρονικά λάθη όλων των κυβερνήσεων πρέπει επιτέλους να βρουν, την ώριμη συλλογική τους υπέρβαση. Γι΄ αυτό άλλωστε υποδέχθηκα με αυτοκριτική τα όσα συνέβησαν με τη νόμιμη επισύνδεση του τηλεφώνου του κυρίου Ανδρουλάκη.
Όταν την πληροφορήθηκα δεν δίστασα να παραδεχτώ ότι ήταν λάθος. Στο οποίο απάντησα αμέσως με αλλαγές προσώπων στην ΕΥΠ, αλλά και στη Γενική Γραμματεία του Πρωθυπουργού. Και στη συνέχεια, με ειδική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που πλέον εγκαθιστά πρόσθετες εγγυήσεις ασφάλειας στις επικοινωνίες, την οποία και καταθέτω στα πρακτικά.
Δέχτηκα, επίσης, αμέσως η υπόθεση να έρθει στην Ολομέλεια, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και συμφώνησα προφανώς να συγκροτηθεί Εξεταστική Επιτροπή με εισήγηση της μειοψηφίας, ένα δικαίωμα που καλό είναι να θυμίζουμε ότι καθιερώθηκε από αυτήν την κυβέρνηση και καλά κάνετε σήμερα και το αξιοποιείτε. Παράλληλα, κατέθεσα τέσσερις τομές αλλαγών με στόχο να διαμορφώσουμε από κοινού μια νέα πραγματικότητα στο σκοτεινό χώρο των μυστικών υπηρεσιών.
Προσοχή όμως, καμία πρωτοβουλία μας δεν πρέπει να υπονομεύσει το έργο τους και κάθε πρωτοβουλία μας οφείλει να σεβαστεί το σημαντικό εθνικό έργο το οποίο επιτελεί σήμερα η ΕΥΠ. Θα πρέπει να βελτιώσει και όχι να βαλτώσει τη δράση της. Γιατί μεταξύ άλλων είναι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών που συντέλεσε καθοριστικά ώστε να μας βρει έτοιμους η μαζική μεταναστευτική εισβολή που επιχειρήθηκε στον Έβρο.
Είναι αυτή που συμβάλλει στους καθημερινούς αμυντικούς και διπλωματικούς μας χειρισμούς. Μέσω δικών της μηχανισμών εξιχνιάζονται σοβαρά ποινικά εγκλήματα. Την ίδια ώρα, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έχει μόνιμο και διαρκές μέτωπο με την εγχώρια και διεθνή τρομοκρατία, έναν χώρο στον οποίο σημειώνει πολλές αθόρυβες νίκες, είτε αποτρέποντας βίαιες επιθέσεις, είτε βοηθώντας την εξάρθρωση ενόπλων δυνάμεων σε σταθερή συνεργασία με άλλες υπηρεσίες στο εξωτερικό.
Ξέρετε, είναι επιτυχίες που, ορθώς, σχεδόν ποτέ δεν γίνονται γνωστές. Ένα λάθος όμως αποκτά μεγάλες διαστάσεις, ακριβώς λόγω της φύσης της λειτουργίας των υπηρεσιών αυτών. Και πάλι, ωστόσο, τίποτα δεν πρέπει να θέσει υπό αμφισβήτηση αυτό τον πολύτιμο επιχειρησιακό βραχίονα του κράτους. Είναι ένας εθνικός βραχίονας, δεν επιτρέπεται να παραλύσει ούτε στιγμή. Κάτι τέτοιο θα ήταν ολέθριο.
Ένα ολίσθημα, συνεπώς, δεν αρκεί και δεν πρέπει να μηδενίσει ένα έργο πολύ σημαντικό, με μετρήσιμο εθνικό όφελος. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί πόσο πολύτιμες είναι οι αξιόπιστες πληροφορίες στο σύνθετο κόσμο στον οποίο ζούμε. Πιστέψτε με, το γνωρίζω όπως και όλοι οι τέως πρωθυπουργοί το γνωρίζουν καλύτερα από οποιονδήποτε.
Αλλά και επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι μυστικές υπηρεσίες εξ ορισμού κινούνται σε κάθε εποχή πάνω σε μία λεπτή γραμμή. Η φύση αυτών των δομών κρύβει κινδύνους. Η αναγκαία μυστικότητα μπορεί, ναι, να οδηγήσει σε αυθαιρεσίες, αλλά και η ιλιγγιώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας μεταφέρει πια την δυνατότητα παρακολούθησης σε άλλα κέντρα.
Όπως ενημερώθηκα, υπάρχουν σήμερα περίπου 500, επαναλαμβάνω 500 παγκοσμίως λογισμικά παράνομα, τα οποία κυκλοφορούν στην αγορά. Πολλά από αυτά παρέχουν, παρέχουν πρόσβαση σε κινητά τηλέφωνα. Είναι μία πραγματικότητα την οποία η σύγχρονη Δημοκρατία, όχι μόνο στην Ελλάδα, πρέπει να αντιμετωπίσει και να ισορροπήσει ανάμεσα στα αγαθά της ελευθερίας και της ασφάλειας. Συναιρώντας τις πάγιες αξίες της με τα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα της εποχής.
Η μάχη αυτή δεν είναι σημερινή και δεν είναι απλή. Δεν είναι ούτε ελληνική. Το αποδεικνύει το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συγκρότησε ειδική επιτροπή ελέγχου των επικοινωνιών. Και σε λίγο θα συνεδριάσει αποκλειστικά για το ζήτημα αυτό. Σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν ενδείξεις και αποδείξεις ότι χρησιμοποιούνται νέες μέθοδοι παρακολούθησης.
Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι όλα αυτά τα περιγράφει και η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κυρία Roberta Metsola, απαντώντας στον κ. Παπαδημούλη που, δυστυχώς, θέλησε να παρουσιάσει το θέμα ως μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Καταθέτω την επιστολή της κυρίας Metsola στα πρακτικά.
Για να μην επικαλεστώ και την εμπειρία της σοσιαλιστικής Ισπανίας, όπου ενώ η σοσιαλιστική κυβέρνηση δεχόταν πυρά γιατί παρακολουθούσε βουλευτές της, ανακαλύφθηκε ότι είχε παγιδευτεί με άλλη μέθοδο το κινητό τηλέφωνο του ιδίου του Πρωθυπουργού, του κυρίου Sánchez. Υπήρξαν παραιτήσεις και εκεί. Δεν δημιουργήθηκε, όμως, καμία πολιτειακή κρίση. Αλλά και εγώ πληροφορούμαι από έγκριτους δημοσιογράφους, τους οποίους συχνά επικαλείστε και καλά κάνετε, ότι υπήρξα θύμα συνακροάσεων την εποχή που ήμουν υποψήφιος Πρωθυπουργός. Με βάση τις τότε δημοσκοπήσεις, εν δυνάμει Πρωθυπουργός, όπως και η σύζυγος και η κόρη μου. Καταθέτω στα πρακτικά τη σχετική ανάρτηση του κυρίου Τέλλογλου, τον οποίον συχνά επικαλείστε και θα είχε πολύ ενδιαφέρον να μάθουμε ποια παράκεντρα μας άκουγαν τότε, με τον κύριο Τσίπρα Πρωθυπουργό. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα είναι διεθνές αλλά το πρόβλημα έχει και βαρύ παρελθόν στην χώρα μας.
Αγαπητοί συνάδελφοι, προϋπόθεση για μια παραγωγική συζήτηση είναι να τοποθετήσουμε το θέμα, κατ’ αρχάς, στις αληθινές του διαστάσεις. Ώστε μια διαχρονική αδυναμία της Πολιτείας να μην μετατραπεί σε δηλητήριο της κοινωνίας. Και ασφαλώς, να μην δημιουργήσουμε μια εικόνα εθνικής ανεπάρκειας και πεδίο διχασμού, ειδικά σε έναν τόσο κρίσιμο τομέα.
Γιατί στο εσωτερικό -το ξέρετε καλά- κυκλοφορούν πολύ εύκολα εύπεπτα σενάρια κατασκοπείας τα οποία, όμως, πριονίζουν τους θεσμούς. Αλλά και στο εξωτερικό, πολλοί θα ήταν αυτοί που θα ήθελαν μια Ελλάδα απροστάτευτη και αδύναμη.
Ξεκινώ λοιπόν με 4 αλήθειες. Αλήθεια πρώτη: Πρέπει να εκλείψει, κάθε σύγχυση η οποία σκόπιμα διακινείται μεταξύ της χρήσης κακόβουλων λογισμικών τύπου Predator και νόμιμων επισυνδέσεων της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που γίνονται για λόγους ασφάλειας και πάντα με την έγκριση του αρμόδιου Εισαγγελέα.
Για τα πρώτα υπάρχει ρητή διαβεβαίωση ότι δεν υπάρχουν στις ελληνικές υπηρεσίες και αυτό επιβεβαιώνεται και από το απόρρητο πόρισμα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, το οποίο όμως, κύριε Πρόεδρε, σας ζητώ να θέσετε στη διάθεση των μελών της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας ώστε να λάβουν πλήρη γνώση του περιεχομένου του.
Όσον αφορά τώρα τις νόμιμες επισυνδέσεις. Αυτές όπως ξέρετε καλά εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα: από την Εθνική Άμυνα, από τη δράση της Αστυνομίας, του Λιμενικού, μέχρι την τρομοκρατία, τη δίωξη ναρκωτικών, τις απαγωγές. Όλες, όμως, λειτουργούν με βάση ένα ειδικό πρωτόκολλο, το οποίο προϋπήρχε και το οποίο με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα έχει έρθει η ώρα να επαναξιολογήσουμε. Θυμίζω στο Σώμα ότι ήταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το 2018, που αφαίρεσε τη δεύτερη υπογραφή του Εισαγγελέα προκειμένου να νομιμοποιούνται οι επισυνδέσεις.
Αλήθεια δεύτερη: η υπόθεση του Νίκου Ανδρουλάκη ανέδειξε πράγματι ένα κενό, ένα σοβαρό κενό σε αυτό το πρωτόκολλο. Η διαδικασία τηρήθηκε κανονικά, με την έγκριση της Εισαγγελέως, ακριβώς όπως ορίζει η διάταξη που ψηφίστηκε από εσάς το 2018. Όμως, υποτιμήθηκε το γεγονός ότι η παρακολούθηση αυτή αφορούσε έναν προβεβλημένο πολιτικό. Κάτι που σημαίνει ότι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έπρεπε να είχε τα κατάλληλα φίλτρα και να δείξει διαφορετικά αντανακλαστικά σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Και αυτό ακριβώς ήταν και το νόημα της φράσης μου, για μια πράξη τυπικά επαρκή -νόμιμη το επαναλαμβάνω- αλλά πολιτικά μη αποδεκτή. Και αυτή είναι και η ουσία της απόφασής μας, σε πρώτη φάση, μέχρι που να καταλήξουμε σε πιο δραστικές θεσμικές παρεμβάσεις, να επανέλθουμε τουλάχιστον στον δεύτερο Εισαγγελέα, ο οποίος -όπως ξαναλέω- είχε καταργηθεί επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Θα είναι τουλάχιστον ένα δεύτερο φίλτρο, ένα δεύτερο μάτι, προκειμένου να εγκριθεί η νομιμότητα της κάθε νόμιμης επισύνδεσης.
Αλήθεια τρίτη: είναι προφανές ότι σε ολόκληρο τον κόσμο οι δραστηριότητες των μυστικών υπηρεσιών καλύπτονται από το απόρρητο και κινούνται εκτός δημοσιότητας. Το ίδιο ισχύει για όσους και όσα αυτές ερευνούν. Εκεί άλλωστε οφείλουν την αποτελεσματικότητά τους. Με όλα τα στελέχη τους, τωρινά και προηγούμενα -και σωστά- να δεσμεύονται με δια βίου εχεμύθεια για τις πράξεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Ας μην κατασκευάζονται, συνεπώς, εντυπώσεις και σενάρια κατασκοπείας. Όσο αναγκαία είναι, άλλο τόσο αντικειμενικά δύσκολη προκύπτει η πλήρης δημόσια προσέγγιση και κατανόηση των χειρισμών αυτού του χαρακτήρα. Όσοι το αρνούνται, απλά δεν λένε την αλήθεια και κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους.
Αλήθεια τέταρτη: από την πρώτη ώρα που η κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά έλαβα γνώση των γεγονότων, κάλεσε η κυβέρνηση τον ενδιαφερόμενο να ενημερωθεί προσωπικά, καθώς γνωρίζετε πολύ καλά ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν. Ταυτόχρονα, άλλαξε την ελαστικότερη ρύθμιση του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντας διπλό δικαστικό φίλτρο στις επισυνδέσεις, συμφώνησε αμέσως στην εκκίνηση όλων των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης και της συζήτησης την οποία διεξάγουμε σήμερα, ενώ έχει ενεργοποιηθεί και η Δικαιοσύνη σε επίπεδο Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, στο ανώτατο δηλαδή επίπεδο.
Η υπόθεση αυτή, λοιπόν, ερευνάται από έναν ακέραιο Εισαγγελέα. Οφείλουμε να συνδράμουμε το έργο του, αντί κάποιοι να τον στοχοποιούν για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη, όπως κάνατε με πρόσφατη ανακοίνωσή σας.
Όσο, κύριε Κατρίνη, για τη νομιμότητα της συγκεκριμένης επισύνδεσης, εάν ο κύριος Ανδρουλάκης επιμένει να την αμφισβητεί, τον καλώ να προσφύγει σε ελληνικά ή σε ευρωπαϊκά δικαστήρια, αν πιστεύει πραγματικά ότι η επισύνδεση αυτή ήταν παράνομη.
Τα παραπάνω, νομίζω ότι βοηθούν οποιονδήποτε θέλει να δει με νηφαλιότητα τα πράγματα. Μακριά από υπερβολές και άλλους κινδύνους. Βεβαίως υπάρχει η ανάγκη της διαφάνειας. Στο όνομα της διαφάνειας, όμως, δεν πρόκειται να γίνουν φέιγ βολάν τα δελτία μιας μυστικής υπηρεσίας. Όπως κάνατε στην πρόσφατη ακρόαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, όπου βουλευτές σας σε ανοιχτή ακρόαση μετέδιδαν τη συνεδρίαση σε μέσα μαζικής ενημέρωσης. Το ομολογήσατε περίπου κιόλας. Και μετά έχετε την απαίτηση εσείς να εμφανίζεστε ως προστάτες των θεσμών. Τους θεσμούς που εσείς οι ίδιοι πριονίζετε με τις δικές σας συμπεριφορές.
Και, κύριε Πρόεδρε, φαντάζομαι ότι θα μπορέσουμε να βρούμε διαδικασίες από εδώ και στο εξής που να μπορούν να κατοχυρώσουν στην πράξη τη δυνατότητα των δύο Επιτροπών που θα επιληφθούν του θέματος, να συνεδριάσουν σεβόμενοι, οι βουλευτές οι οποίοι συμμετέχουν, τη μυστικότητα η οποία πρέπει να χαρακτηρίζει αυτές τις συνεδριάσεις.
Και τέλος τα δημόσια πρόσωπα. Ναι βεβαίως, πρέπει να προστατεύονται τα δημόσια πρόσωπα και όπως σας είπα, να υπάρχει ένα αυξημένο φίλτρο προστασίας. Όμως, όχι, τα δημόσια πρόσωπα δεν πρέπει να διαχωρίζονται με ασπίδα την ιδιότητά τους και μόνο και να νιώθουν ότι είναι στο απυρόβλητο.
Αν πιστεύετε και συμφωνείτε με την άποψη την οποία διατύπωσε ο κύριος Βενιζέλος, ότι επί της αρχής κανείς βουλευτής δεν μπορεί να παρακολουθείται, να βγείτε, κύριε Τσίπρα, και να το πείτε ανοιχτά. Αλλά, ας σκεφτούμε λίγο πώς εξαρθρώθηκε η Χρυσή Αυγή και τότε θα αντιληφθούμε όλοι τι ακριβώς εννοώ.
Θα επισημάνω, τέλος, κάτι που το γνωρίζετε φαντάζομαι, ότι ένα μικρό υποσύνολο των επισυνδέσεων πραγματοποιούνται από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Οι υπόλοιπες πραγματοποιούνται από άλλες υπηρεσίες. Και αυτό απαντά σε όσους δραματοποιούν τα γεγονότα και παρουσιάζουν την Ελλάδα περίπου, ως ένα ξέφραγο αμπέλι κάποιων πρακτόρων που καταπατούν τα δικαιώματά μας.
Η Ελλάδα είναι μία σύγχρονη ευρωπαϊκή Δημοκρατία. Και επειδή ακριβώς είναι Δημοκρατία έχει την δύναμη να εντοπίζει και να καλύπτει τις ελλείψεις της με διαρθρωτικές τομές. Και αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο της σημερινής συνεδρίασης.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, με δεδομένες αυτές τις τέσσερις αλήθειες τις οποίες περιέγραψα, έχω ανακοινώσει ισάριθμα πεδία στα οποία η κυβέρνηση προτίθεται να φέρει αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Προτάσεις που θα ενισχύουν τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, χωρίς όμως να υπονομεύουν την αποστολή της. Πρόσθετες δικλείδες ασφαλείας για τις νόμιμες επισυνδέσεις. Τέτοιες, όμως, που δεν θα ακυρώνουν την εθνική συμβολή της υπηρεσίας. Και πρόσθετες πρόνοιες προστασίας ειδικά για τα δημόσια πρόσωπα.
Σταθερή επικοινωνία της Υπηρεσίας με τα αρμόδια κοινοβουλευτικά όργανα. Ήδη, θέλω να θυμίσω ότι με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου κατέστη υποχρεωτική η ακρόαση του διοικητή της ΕΥΠ από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, κάτι το οποίο δεν προβλεπόταν στο προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο. Και ο καινούργιος Διοικητής, ένας καταξιωμένος διπλωμάτης, υπέστη την «δοκιμασία», τη βάσανο της ακρόασης της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, άσχετα αν φροντίσατε με τρόπο παντεντελώς αντιθεσμικό να καταπατήσετε κάθε έννοια μυστικότητας αυτής της διαδικασίας.
Οι τίτλοι, λοιπόν, για να διευκολύνω την συζήτηση μας, ως προς το όποιο θετικό αποτύπωμα μπορεί να έχει για να καταθέσουμε προτάσεις για το μέλλον, είναι οι εξής:
Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ μέσω πιο σταθερής εποπτείας του Κοινοβουλίου, μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.
Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών της ΕΥΠ.
Θωράκιση -όπως ήδη είπα- του πλαισίου των νόμιμων επισυνδέσεων, ειδικά όταν αυτές αφορούν πολιτικά πρόσωπα.
Και βέβαια, ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας όσο και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Όπως έχω πει, είναι η βάση μιας διακομματικής ημερήσιας διάταξης, που θεωρώ ότι μπορεί να οικοδομήσει μια σύγχρονη δημοκρατική, αποτελεσματική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Απέναντι στα κενά τα οποία αναμφισβήτητα υπάρχουν σήμερα, αλλά και σε αυτά που μπορεί να προκύψουν αύριο.
Η τοποθέτηση, άλλωστε, ενός έμπειρου διπλωμάτη στην κορυφή της, αποτελεί την πρώτη εγγύηση. Θα χρειαστεί -δεν είμαι σίγουρος ότι θα την έχει- θα χρειαστεί όμως την στήριξη όλων μας. Θέλω να θυμίσω ότι ο κύριος Δεμίρης υπήρξε ο κορυφαίος Έλληνας διπλωμάτης, τοποθετημένος στην θέση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών, στην ανώτατη δηλαδή υπηρεσιακή βαθμίδα στην οποία μπορεί να φτάσει ένας Έλληνας διπλωμάτης.
Θα χρειαστεί στήριξη, όπως θα χρειαστεί και την αξιοποίηση πρακτικών από ανάλογες δομές προηγμένων κρατών και ασφαλώς τις προτάσεις των κομμάτων στο πλαίσιο της Εξεταστικής Επιτροπής. Ναι, η Εξεταστική Επιτροπή θα διερευνήσει το τι ακριβώς έγινε. Θα είναι μισή η δουλειά της όμως, αν δεν καταφέρει να καταλήξει και σε κάποιες προτάσεις για το πώς θα βελτιώσουμε τα όποια κακώς κείμενα έχουμε εντοπίσει.
Επιτρέψτε μου εδώ μια μικρή παρένθεση. Θα προσέξατε ότι απέφυγα να αναφερθώ ως τώρα στα όσα ανεύθυνα έχουν ακουστεί από την Αντιπολίτευση και ειδικά από τον Αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια δεν εκπλήσσομαι. Σε κάθε εθνική κινητοποίηση ήταν απέναντι, μέσα από μια μίζερη, ανεδαφική, στενόμυαλη, ενίοτε χαιρέκακη, καταστροφολογική, μικροκομματική προσέγγιση.
Απέναντι στην πανδημία και στις πρωτοβουλίες μας για το νέο ΕΣΥ. Απέναντι στο μεταναστευτικό και στη θωράκιση των συνόρων. Απέναντι στις εθνικές συμφωνίες για την ενίσχυση της άμυνας της χώρας. Απέναντι στα γενναία μέτρα αναχαίτισης της ενεργειακής κρίσης. Και τώρα, απέναντι σε κάθε προσπάθεια αναβάθμισης της ΕΥΠ. Καμία πρωτοτυπία. Αλλά σίγουρη η αποτυχία.
Όπως σε όλα τα προηγούμενα, έτσι και τώρα, κύριε Τσίπρα, η ζωή θα διαψεύσει το νέο σενάριο καταστροφολογίας. Όχι γιατί στην περίπτωση του κυρίου Ανδρουλάκη δεν υπήρξε σφάλμα, αλλά γιατί η κυβέρνηση είχε το θάρρος να αναλάβει αντικειμενική πολιτική ευθύνη και να λάβει μέτρα για να το διορθώσει. Κυρίως, όμως, γιατί εγώ αμέσως μόλις το πληροφορήθηκα, τόλμησα με θάρρος να διαχωρίσω τη θέση μου από τις πρακτικές άλλων εποχών και εσείς επιμένετε να σηκώνετε το δάχτυλο έχοντας δύο υπουργούς σας στο Ειδικό Δικαστήριο. Και υιοθετώντας και πάλι σενάρια επιστημονικής φαντασίας, θεωρώντας ότι έτσι θα με πλήξετε προσωπικά και θα μηδενίσετε το έργο της Κυβέρνησης.
Αλλά, κύριε Τσίπρα, πάει πολύ. Πάει πολύ εσείς να με αποκαλείτε αρχηγό εγκληματικής οργάνωσης. Εσείς, κύριε Τσίπρα, που σας έχουν καταγγείλει, προσέξτε, όχι ένας, όχι δύο, όχι τρεις, όχι τέσσερις, πέντε, πέντε πρώην συνεργάτες σας για παρακολουθήσεις: Πανούσης, Βαλαβάνη, Λαφαζάνης, Κοτζιάς και βέβαια και ένας ακόμα ο οποίος είναι παρών. Για τους πρώτους τέσσερις καταθέτω όλα τα σχετικά στα πρακτικά της Βουλής. Για τον πέμπτο, όμως, τον κύριο Βαρουφάκη, θα τον ακούσω με πολύ μεγάλη προσοχή. Και θα ήθελα, κύριε Βαρουφάκη, να διευκρινίσετε, παρακαλώ πολύ, κάτι το οποίο είχατε πει σε μία ομιλία σας, το 2019 στη Βουλή και το οποίο έχετε αναφέρει και στο βιβλίο σας και διαβάζω επί λέξει: «Άκουσα τον κύριο Τσίπρα να αναφέρεται στην περίοδο του κυρίου Ρουμπάτη ως μία χρυσή περίοδο. Δεν ήταν χρυσή περίοδος», λέει ο κύριος Βαρουφάκης. «Προσωπικά έχω γνώση ότι επί του κυρίου Ρουμπάτη το σκοτεινό κράτος λειτουργούσε ακόμα και εναντίον της κυβέρνησής μας, γιατί ήμασταν τότε μαζί, με τον κύριο Ρουμπάτη να παίζει σημαντικό ρόλο. Τα έχω καταγγείλει στο βιβλίο μου, ας έρθει κάποιος να με μηνύσει για αυτά που έγραψα». Να μη μιλάμε, λοιπόν, για την ΕΥΠ. Αναμένω με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον την τοποθέτησή σας, κύριε Βαρουφάκη, για το θέμα αυτό.
Και βέβαια εσείς, κύριε Τσίπρα, που διαρρηγνύετε τα ιμάτιά σας τώρα για τα ζητήματα της Δημοκρατίας και της θεσμικής τάξης, δεν μου λέτε, εσείς δεν ήσασταν ο Πρωθυπουργός επί της εποχής του οποίου υπεκλάπησαν email του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας τα οποία κατέληξαν στην Αυγή; Πότε; Μία μέρα πριν εξετάσει το Συμβούλιο της Επικρατείας την αντισυνταγματικότητα του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες. Δικά σας καμώματα όλα αυτά. Δικά σας καμώματα.
Είναι ο νόμος τον οποίο είχατε δηλώσει ότι δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να κριθεί αντισυνταγματικός. Μάλλον θέλατε να «σιγουρέψετε» ότι δεν θα βγει αντισυνταγματικός. Ποιος, λοιπόν, μιλάει για ποιον;
Όταν συμφώνησα στη σύγκληση αυτής της Ολομέλειας, δεν ήταν συνειδητή μου επιλογή να αναφερθώ στα ζητήματα του παρελθόντος. Δεν πιστεύω ότι θυμίζοντας τα λάθη των πολιτικών μας αντιπάλων γίνονται κατ’ ανάγκη ελαφρύτερα τα δικά μας. Ούτε μπορεί κανείς να είναι ευχαριστημένος αν απλά ο απέναντι του είναι πολύ χειρότερος. Τότε το αποτέλεσμα οδηγεί στην αφοριστική διατύπωση ότι όλοι είναι το ίδιο.
Η πολιτική μου διαδρομή, κύριε Τσίπρα, μέχρι στιγμής έχει δείξει ότι δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Ακριβώς επειδή δεν διαχειριζόμαστε με τον ίδιο τρόπο τα ίδια προβλήματα. Είτε αυτά έρχονται από το χθες, είτε εκδηλώνονται σήμερα.
Όλα αυτά έγιναν, όμως, στην αρχή. Διότι είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το ΠΑΣΟΚ, επιχειρεί να εργαλειοποιήσει ένα πραγματικό θέμα, διαμορφώνοντας δήθεν σκηνικό πολιτικής κρίσης. Να παρουσιάσει ένα ατυχές γεγονός, ως μια δήθεν γενικευμένη κατάσταση. Και μια επιχειρησιακή αστοχία, ως τάχα πολιτική εντολή της κυβέρνησης, εντολή η οποία, υποτίθεται, – την αποδίδετε την εντολή παρακολούθησης του κυρίου Ανδρουλάκη σε μένα προσωπικά – θυμίζει κάποιες αρνητικές στιγμές από το ιστορικό παρελθόν.
Αυτό το οποίο λέτε είναι ψέμα. Και δεν είναι απλά ψέμα. Είναι ανέντιμο και είναι ανήθικο. Και περνά πέρα από τα όρια της πολιτικής αντιπαράθεσης, για αυτό και επιστρέφεται στον αποστολέα. Και είναι κρίμα πραγματικά, είναι κρίμα, μέσα από την μεγαλοποίηση αυτού του θέματος να προσφέρετε στο πιάτο όσα ακριβώς χρειάζονται αυτοί οι οποίοι καραδοκούν εκτός συνόρων, ποντάροντας στην πολιτική αστάθεια μέσα σε ένα ασταθές πολιτικό περιβάλλον. Και δίνετε τόσο εύκολα επιχειρήματα, σε εκείνους που θέλουν την αποδυνάμωση των μυστικών μας υπηρεσιών, γιατί βρίσκουν συνεχώς αποτελέσματα απέναντι τους.
Και τέλος, ένα σχόλιο για την στάση του ΠΑΣΟΚ. Όπως γνωρίζετε, κύριε Κατρίνη και κύριοι βουλευτές, κυρίες και κύριοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, αμέσως μετά την εκλογή του, δυο φορές μάλιστα δημόσια και κατ’ ιδίαν, κάλεσα τον κύριο Ανδρουλάκη να συναντηθούμε, να γνωριστούμε. Αρχηγός κόμματος ήταν στο κάτω-κάτω της γραφής. Θεωρώ λογικό να μπορεί να υπάρχει μια επικοινωνία μεταξύ μας. Αρνήθηκε. Αρνήθηκε, τότε, όπως αρνείται και τώρα. Έχει πει, βέβαια, ότι «δεν επιθυμεί καμία σχέση με την κυβέρνηση». Έχει πει κιόλας ότι «δε θα δεχόταν την παρουσία μου ως Πρωθυπουργός της χώρας, ακόμα κι αν η Νέα Δημοκρατία επικρατούσε στις εκλογές». Είναι δικαίωμά του να επιλέγει τους φίλους του και τους συμμάχους του, αλλά πρέπει επίσης να γνωρίζει ότι τους Πρωθυπουργούς τους επιλέγει ο ελληνικός λαός και όχι ο ίδιος.
Και θα ήθελα σήμερα αν μπορούσε -δεν μπορεί προφανώς λόγω της ιδιότητάς του- να είναι εδώ, να ασκήσει πράγματι κριτική στις παραλείψεις μας, να ακούσει τις εξηγήσεις μας, να συμβάλλει στη διαχείριση ενός διαχρονικού ζητήματος. Και να μας πείτε εσείς κύριε Κατρίνη, εσείς κύριε Σκανδαλίδη που έχετε μακρύτερη -μην το παρεξηγήσετε πάλι- είστε έμπειρος κοινοβουλευτικός, να μας πείτε αν ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε καλά, όταν υπήγαγε την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών στην ευθύνη του Πρωθυπουργικού γραφείου, όπως έκανα κι εγώ για λόγους που αφορούν μείζονες γεωπολιτικές προκλήσεις που είχα προβλέψει ότι θα αντιμετώπιζε η χώρα.
Ένας πολιτικός αρχηγός πρέπει να είναι σε θέση να ξεχωρίζει την πρόσκαιρη επιρροή της συγκυρίας από την ευθύνη της εθνικής πορείας και να επιλέγει τη δεύτερη. Φαίνεται, όμως, ότι ο αρχηγός σας έχει άλλα σχέδια. Η συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ με το ΣΥΡΙΖΑ και σε αυτό το θέμα είναι απόλυτη. Γι΄ αυτό και ευλόγως πολλοί φίλοι του ΠΑΣΟΚ αναρωτιούνται ήδη, μήπως ψηφίζοντας Ανδρουλάκη, τους προκύψει τελικά Τσίπρας.
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, την ώρα που η Δημοκρατία μπορεί κι έχει το θάρρος να κοιτά κατάματα τα όποια κενά στη λειτουργία της, ώστε να τα καλύψει, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται μία αστοχία της να προβάλλεται ως συνολική της αποτυχία. Και το χειρότερο, με αυτήν την αφορμή κάποιοι να οικοδομούν μέτωπα που να την αμφισβητούν. Διότι τι σημαίνει άραγε -είναι η πρώτη φορά που αναφέρομαι στο θέμα αυτό, διότι δεν είχε υπάρξει άλλη κοινοβουλευτική συζήτηση, αλλά είναι μείζον ζήτημα αυτό- τι σημαίνει άραγε για τον κοινοβουλευτισμό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η φράση του κυρίου Τσίπρα: «δεν αρκεί η εναλλαγή στην εξουσία». Και τι εγκυμονεί, άραγε, για το πολίτευμα και τη διάκριση των εξουσιών η πρόθεσή σας, κύριε Τσίπρα, για ανασύνταξη, επαναλαμβάνω, ανασύνταξη της 3ης Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως γράψατε δημόσια.
Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει σχεδόν μισό αιώνα ομαλού πολιτικού βίου. Είμαστε μία ευρωπαϊκή χώρα, έχουμε ένα σύγχρονο Σύνταγμα, έχουμε ισχυρούς θεσμούς, έχουμε ένα υποδειγματικό κοινοβούλιο, έχουμε μία δημοκρατική ζωή η οποία συνεχώς προοδεύει και μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερη.
Είναι απαράδεκτο, είναι ανεύθυνο ένα μεμονωμένο σφάλμα να ανάγεται σε δήθεν πρόβλημα της Δημοκρατίας η οποία, μάλιστα, χρειάζεται ανάταξη και ανασύνταξη. Αλήθεια πώς θα συμβεί ακριβώς αυτή η ανασύνταξη, κύριε Τσίπρα; Μήπως με Συνταγματική Αναθεώρηση ή με Συντακτική Βουλή, η οποία δεν προβλέπεται σε ομαλές περιόδους, όπως υποστήριξε ο κύριος Κατρούγκαλος.
Προσέξτε, προσέξτε καλά, κύριε Τσίπρα, διότι οι λέξεις σας έχουν το βάρος και τη σημασία τους. Τα όποια κακώς κείμενα στην ΕΥΠ έχουν διαχρονική διαδρομή. Άλλωστε γι’ αυτό αυτή η υπηρεσία περνά ως μία καυτή σκυτάλη από κυβέρνηση σε κυβέρνηση από το 1953. Δεν μπορείτε και δεν επιτρέπεται, με αφορμή ένα σφάλμα της σήμερα, όταν έχει προσφέρει πολλά -θα το επαναλάβω- στην Εθνική Άμυνα της χώρας, να ανοίγετε θέματα τα οποία παραπέμπουν σε άλλες εποχές και σε πληγές που έχουν ξεπεραστεί.
Και οφείλετε σήμερα να εξηγήσετε το σχέδιό σας, για το οποίο μας μιλήσατε γενικόλογα, συγκεκριμένα. Πώς θα προκύψουν αυτά τα οποία ήδη έχετε περιγράψει σε αδρές γραμμές; Μήπως από δικαστές διορισμένους από τον κύριο Πολάκη στη σκιά του κυρίου Παπαγγελόπουλου; Ανεξάρτητες αρχές εξαρτημένες από την κυρία Θάνου; Ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης από το Ινστιτούτο της Φλωρεντίας; Μία οικονομία με capital controls, κρατικοποιημένες τράπεζες, επιχειρηματικά μοντέλα τύπου Καλογρίτσα, αυτά εννοείτε, κύριε Τσίπρα, όταν μιλάτε για την 3η Ελληνική Δημοκρατία;
Και βέβαια οφείλω να επισημάνω ότι στέλεχος, στενός σας συνεργάτης, τέως Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης ήταν -αν δεν κάνω λάθος- ο οποίος στο δημόσιο διάλογο κατέθεσε την πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση ότι ο πιο καλοπροαίρετος αντιλαμβάνεται ότι η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να καταργήσει την ΕΥΠ και να ιδρύσει νέα υπηρεσία πληροφοριών. Και αφού όλοι μαζί – θα καταργηθούν όλες οι οργανικές θέσεις – οι υπάλληλοι δεν θα προστατεύονται από την μονιμότητα και θα μπορούν να απολυθούν. Να απολυθούν. Να την κλείσουμε την ΕΥΠ, να απολύσουμε όλους τους υπαλλήλους για να έρθει ο κύριος Πολάκης να διορίσει τους δικούς του.
Μα είμαστε σοβαροί; Είμαστε σοβαροί; Δεν θα μιλάμε για 3η Ελληνική Δημοκρατία. Θα μιλάμε για μια εθνική τραγωδία, χειρότερη από αυτήν που βιώσαμε τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης σας.
Και εν πάση περιπτώσει, επειδή πολύς λόγος, κύριε Τσίπρα, έχει γίνει για το Κράτος Δικαίου, μπορούμε να συμφωνήσουμε, επιτέλους, ποιος είναι ο κριτής της ποιότητας του Κράτους Δικαίου στην χώρα μας; Ένας κριτής πιστεύω ότι μπορεί να υπάρχει αντικειμενικός, σε ευρωπαϊκό επίπεδο τουλάχιστον, και αυτή είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λοιπόν, στην Έκθεσή της, «2022, Rule of Law, Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα», κάνει μια συνολική αποτύπωση της ποιότητας της Δημοκρατίας μας και της ισχύος των θεσμών μας.
Δεν έχουν καμία σχέση αυτά τα οποία λέει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με αυτά τα οποία περιγράφετε. Κάνει κάποιες συστάσεις; Λιγότερες από ό,τι σε άλλες χώρες; Βεβαίως και κάνει συστάσεις. Αλλά τι σχέση, τι σχέση έχει το κείμενο αυτό με αυτή την δυστοπική εικόνα την οποία παρουσιάζετε για το πού βρίσκεται η χώρα σήμερα; Το καταθέτω στα πρακτικά. Ρίχτε του μια ματιά. Μπορεί να σας είναι χρήσιμο πριν τις ομιλίες σας.
Γι’ αυτό, λοιπόν, ζητώ από όλους να πέσουν οι τόνοι. Το θέμα είναι πλέον και στα χέρια της Δικαιοσύνης, αλλά βρίσκεται και στην ευθύνη της Βουλής. Και αποστολή μας σήμερα είναι να κάνουμε καλύτερη αυτή την εθνικά κρίσιμη υπηρεσία. Και κάποια στιγμή να χαράξουμε μια κόκκινη γραμμή με τα όποια λάθη του χθες, ώστε να μπορούμε να στοιχηθούμε μαζί απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις του αύριο.
Μην ξεχνάτε εξάλλου ότι οι γείτονες μας παραμένουν απρόβλεπτοι. Ο πόλεμος, η τεράστια κρίση στην ενέργεια, η διεθνής ακρίβεια προοιωνίζουν έναν πολύ δύσκολο χειμώνα. Και όχι μόνο. Στον Έβρο, μεθοδεύεται ήδη ένα νέο κύμα εισβολής, αυτή την φορά με δήθεν ανθρωπιστικό προσωπείο.
Αναρωτιέμαι πραγματικά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αν σε αυτή την συγκυρία είναι δυνατόν να μην έχουμε όλοι μαζί μια κοινή στάση. Να υπάρχουν δυνάμεις σε αυτή την χώρα που να σιγοντάρουν ψέματα ότι δήθεν Έλληνες άφησαν ένα μωρό να πεθάνει στο έδαφος της Ελλάδος και μάλιστα να το βαφτίζουν και Μαρία τις ημέρες της Παναγίας; Ντροπή. Ντροπή να λέγονται αυτά τα πράγματα.
Και για το συγκεκριμένο περιστατικό, θα ήθελα να έχω την ευκαιρία να αναφερθώ συνοπτικά, όλα πια είναι απολύτως σαφή με βάση τις περιγραφές των ιδίων των μεταναστών. Η Τουρκία έσπρωξε μία ομάδα 38 μεταναστών σε σημείο του εθνικού της χώρου, όπου οι δυνάμεις μας δεν μπορούσαν προφανώς ούτε να ερευνήσουν, ούτε να επέμβουν. Τους εγκατέλειψαν στο δρόμο τους, αφού τους μετακινούσαν μπρος πίσω από τις νησίδες αυτές στην Τουρκική επικράτεια. Μόλις εκείνοι μπήκαν στην Ελληνική επικράτεια, βρήκαν αμέσως προστασία.
Είναι λοιπόν απαράδεκτη οποιαδήποτε άλλη κουβέντα και είναι ακόμα πιο απαράδεκτο ελληνικά στόματα να αναμασούν τουρκικά επιχειρήματα. Διαβάστε μόνο τα λόγια σας, τα λόγια του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία έγιναν τίτλοι στον τουρκικό Τύπο. Αυτοσυγκράτηση, κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, για το θέμα αυτό. Είναι εξαιρετικά κρίσιμο για να το εργαλειοποιείτε με αυτόν τον τρόπο.
Γιατί η αλήθεια είναι ότι «η Ελλάδα της ανθρωπιάς» σώζει χιλιάδες ζωές. «Η Ελλάδα της Ευρώπης», καθημερινά αποτρέπει εκατοντάδες παράνομες εισόδους στην ήπειρό μας. Κι αυτές είναι οι δύο όψεις της πολιτικής μας για το μεταναστευτικό κι αυτές θα μείνουν σταθερές. Προστατεύουμε τους αθώους, φυλάμε τα σύνορά μας, τα οποία είναι και σύνορα της Ευρώπης, τελεία και παύλα.
Και ως Πρωθυπουργός, δε θα κρύψω τη μεγάλη εικόνα πίσω από τη μικρή. Ούτε θα επιτρέψω, η δημόσια ζωή να μείνει αιχμάλωτη σε μία εσωστρεφή επικαιρότητα, σε μία μακρά τοξική προεκλογική περίοδο για την οποία, εξάλλου, έχω προειδοποιήσει εδώ και καιρό. Κι αυτή η μεγάλη εικόνα στην οποία αναφέρομαι δείχνει ότι η Ελλάδα είναι σήμερα επίσημα, μετά από δώδεκα χρόνια, εκτός ενισχυμένης εποπτείας.
Αφήνει πίσω τα μνημόνια, τους φόρους, τις κλειστές τράπεζες, τις μειώσεις μισθών και συντάξεων. Μαζί τους εγκαταλείπει και τις πλατείες του λαϊκισμού και του διχασμού. Αυξάνει τον δημόσιο πλούτο, μειώνει την ανεργία, λιγότεροι φόροι, λιγότερες εισφορές, μεγαλύτερος κατώτατος μισθός σε μία -επαναλαμβάνω- εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία με έναν πολύ δύσκολο χειμώνα να βρίσκεται να μπροστά μας.
Και αφήσαμε πίσω μας την εσωστρέφεια. Μπήκαμε ξανά με ισχύ στο διπλωματικό χάρτη. Τον τελευταίο μήνα συνάντησα προσωπικά τους τρεις σημαντικότερους ηγέτες της Αραβικής χερσονήσου. Διαθέτουμε ισχυρή εθνική άμιλλα, συνομιλούμε πια με όλες τις χώρες ως ίσοι προς ίσους, συνάπτοντας σημαντικές συμφωνίες ειρήνης και συνεργασίας. Και επιμένω σε αυτήν τη μεγάλη εικόνα, γιατί αυτή είναι τελικά που θα αναμετρηθεί με τα πολύ δύσκολα στοιχήματα της συγκυρίας.
Επαναλαμβάνω ότι σε έναν πολύ ασταθή κόσμο, ισχυρές χώρες είναι οι σταθερές χώρες. Και δεν θα επιτρέψω -πιστεύω ότι δεν θα επιτρέψουμε όλοι μαζί τελικά- σε όσους καραδοκούν εντός και εκτός Ελλάδος να την εκτρέψουν από την θετική της πορεία.
Γνωρίζω καλά, ότι υπάρχουν συμφέροντα τα οποία επιθυμούν αδύναμες κυβερνήσεις, γιατί θεωρούν ότι έτσι αυξάνουν την δυνατότητα επιρροής τους. Πάντα ήταν έτσι. Δεν είναι μία ιδιαιτερότητα τωρινή. Γνωρίζω επίσης -και τις γνωρίζω καλά και τις δυνάμεις εντός και εκτός Ελλάδος- που ποτέ δεν άντεξαν το δρόμο της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας τον οποίο σταθερά έχει επιλέξει η πατρίδα μας.
Σε όλους αυτούς, λοιπόν, θα ήθελα να απευθύνω μερικά σταράτα λόγια. Στην Ελλάδα του 2022 δεν θα αναστηθούν τα άλλα λιμάνια, από τα οποία κάποτε κάποιοι ζητούσαν ρούβλια ή δραχμές. Δεν θα χρηματοδοτηθούν ξανά από ξένα κέντρα Μέσα Ενημέρωσης με γνωστούς πρωταγωνιστές με στόχο να επηρεάσουν την πολιτική σκηνή. Ούτε το μερικό θα γίνει γενικό, με σκοπό να αποσταθεροποιηθεί η κυβέρνηση και μαζί της ο τόπος.
Σε όσους σκέφτονται έτσι, η απάντηση είναι μία: Εγώ δεν κάνω πίσω και οι Έλληνες δεν γυρνάνε πίσω. Στη δημοκρατία μόνο ο λαός αποφασίζει για το μέλλον του και αυτή την απόφαση δεν την εκχωρεί σε κανέναν.
Ζητάτε -θα το ξανακάνετε φαντάζομαι σήμερα- ζητάτε εκλογές. Σε αυτό το περιβάλλον αστάθειας, ζητάτε να μπει η χώρα σε μια δίμηνη ή τρίμηνη περιπέτεια, χωρίς να αναλογίζεστε τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την πατρίδα. Δεν βλέπετε τι γίνεται στην Ιταλία; Δεν βλέπετε ότι η Ιταλία σήμερα, λόγω πολιτικής αστάθειας, είναι αντικείμενο επίθεσης και τα ομόλογα της πιέζονται; Για σκεφτείτε λίγο, κύριε Τσίπρα, εσείς που ζητάτε εκλογές. Για σκεφτείτε λίγο τι θα σήμαινε μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, παράλυτη, με υπουργούς που δεν γνωρίζουν τα χαρτοφυλάκια, να πρέπει να παίρνουν αποφάσεις για την στήριξη της κοινωνίας.
Εν μέσω αυτής της κρίσης, έρχεστε και ζητάτε εκλογές για να οδηγήσετε την χώρα στην αστάθεια, για να κάνετε το χατήρι αυτών οι οποίοι δεν θέλουν τον Μητσοτάκη και την Νέα Δημοκρατία στην κυβέρνηση και μας το έχουν πει και δημόσια στο κάτω – κάτω της γραφής. Δεν το έκρυψαν ποτέ.
Λοιπόν, κοιτάξτε να δείτε, εγώ θα αναλάβω το κόστος να οδηγήσω την χώρα σε σταθερό λιμάνι. Το όποιο πολιτικό κόστος. Θα τον περάσουμε αυτόν τον δύσκολο χειμώνα. Θα τον περάσουμε μαζί. Δεν θα φυγομαχήσω. Δεν θα εκχωρήσω αυτή την ευθύνη που μου ανέθεσε ο ελληνικός λαός. Και στο τέλος της τετραετίας θα έρθουμε να αναμετρηθούμε. Και ο κυρίαρχος, ο κυρίαρχος ελληνικός λαός θα αποφασίσει ποιος επιθυμεί να τον κυβερνήσει την επόμενη τετραετία.
Αυτή η κυβέρνηση, και κλείνω με αυτό, κύριε Πρόεδρε, έχει αποδείξει, ότι δεν υποτάσσεται ούτε σε πιέσεις, ούτε σε συστημικές παθογένειες, ούτε όμως και στις δικές της αδυναμίες. Έχουμε καταφέρει, κάνοντας ειλικρινή αυτοκριτική, με τόλμη, να μετατρέψουμε αστοχίες σε αφετηρίες. Πέρυσι τέτοια εποχή, μίλησα με θάρρος δημόσια, για τις καταστροφικές πυρκαγιές, οι οποίες αφάνισαν παραπάνω από 1.000.000 στρέμματα.
Ανέλαβα με θάρρος την ευθύνη, δεσμεύτηκα όμως ότι θα διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Και σήμερα δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο μηχανισμός λειτουργεί πολύ καλύτερα. Το είπαμε και το κάναμε. Δεν σημαίνει ότι δεν πρόκειται να έχουμε ξανά καταστροφικές πυρκαγιές. Σκύψαμε, όμως, πάνω στο πρόβλημα. Αφιερώσαμε εκατοντάδες ώρες να δούμε πως θα είμαστε καλύτερα έτοιμοι. Και ναι, σήμερα η Ελλάδα είναι αυτή που συνδράμει την Γαλλία και την Πορτογαλία και όχι το ανάποδο. Μαθαίνουμε, λοιπόν, μαθαίνουμε από τα λάθη μας και όπως είπα, η Δημοκρατία δεν ανέχεται τις σκιές. Θα τις διαλύσουμε. Και αν αυτό σημαίνει ότι θα χάσουμε ένα μέρος του πολιτικού μας κεφαλαίου, ας είναι. Δε θα χάσουμε ποτέ, όμως, τον στόχο της Ελλάδος που αξίζουμε.
Κλείνω, κύριε Πρόεδρε, έχοντας νομίζω περιγράψει τα μικρά και τα μεγάλα της πραγματικότητας στον τόπο και κυρίως το πνεύμα της εθνικής λογικής και της ωριμότητας, με το οποίο η σημερινή συζήτηση θα υπηρετούσε τον αληθινό σκοπό. Όσο για την αφορμή της, θα μπορούσα να επικαλεστώ τα λόγια του John Kennedy: «Ένα λάθος γίνεται σφάλμα μόνο όταν δεν το διορθώνουμε». Είμαι εδώ, λοιπόν, να διορθώσω τα όποια λάθη μας, στο όνομα της ισχυρής και σταθερής Ελλάδος σε ένα νέο κόσμο που δημιουργείται.
Θα συμπληρώσω ωστόσο τη ρήση του Kennedy και με κάτι που πιστεύω βαθιά: Πως είναι πολύ καλύτερο μία Κυβέρνηση που βαδίζει στο σωστό δρόμο – ίσως και με λάθη, από μία λάθος Κυβέρνηση που θα οδηγούσε τη χώρα σε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή.
Σας ευχαριστώ.