Αθήνα, 20 Νοεμβρίου 2020
Επίκαιρη-επερώτηση καταπέλτης για την κυβερνητική πολιτική στον τουρισμό
από την Κ.Ο του Κινήματος Αλλαγής
Σύσσωμη
η κοινοβουλευτική ομάδα του Κινήματος Αλλαγής, με επικεφαλής την Πρόεδρο κ.Φώφη
Γεννηματά, κατέθεσε επίκαιρη επερώτηση σε 4 υπουργούς της κυβέρνησης, με την
οποία αναδεικνύονται οι αυτοσχεδιασμοί και η αδράνεια της κυβέρνησης μπροστά
στη μεγάλη κρίση που αντιμετωπίζουν επιχειρηματίες και εργαζόμενοι στον τομέα
του Τουρισμού.
«Η κυβέρνηση, δυστυχώς, απέδειξε
ότι δεν είχε και δεν έχει σχέδιο για να αντιμετωπίσει τις αρνητικές επιπτώσεις
στον τουρισμό, όπως δεν είχε και προ της πανδημίας, ανάλογο σχέδιο για
την ανάπτυξή του.
Οι εκτιμήσεις του Υπουργείου
Τουρισμού για τις επιπτώσεις που θα είχε η πανδημία στον τουρισμό μας,
διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα ενώ η προσπάθεια ωραιοποίησης της
κατάστασης που βιώνουν οι επιχειρηματίες και εργαζόμενοι στον τουρισμό δεν
πείθει πλέον κανένα. Εδώ και 18 μήνες, η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι ο
τουρισμός είναι στον αυτόματο πιλότο, κάτι για το οποίο κατηγορούσε η Νέα
Δημοκρατία την προηγούμενη κυβέρνηση.» επισημαίνεται στην επίκαιρη επερώτηση
του Κινήματος Αλλαγής.
Καταλογίζουν αστοχίες στην
κυβέρνηση στο άνοιγμα του τουρισμού και χαρακτηρίζουν τα μέτρα για
την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας στις επιχειρήσεις και στους
εργαζόμενους στον τουρισμό.
Τονίζουν ότι η ανακολουθία λόγων
και έργων της κυβέρνησης στον τομέα του τουρισμού ξεκινά από τον ίδιο τον
Πρωθυπουργό, ο οποίος στην επίσκεψή του στο Υπουργείο Τουρισμού στις 25 Ιουλίου
2019 είχε μιλήσει για δεκαετές σχέδιο για τον τουρισμό του μέλλοντος που θα
είχε εκπονηθεί μέσα σε ένα εξάμηνο σε συνεργασία με τους φορείς του τουρισμού.
Έκτοτε η τύχη αυτού του σχεδίου
αγνοείται και η πανδημία δεν μπορεί να αποτελέσει βολικό άλλοθι για την
κυβέρνηση αφού ενέσκηψε το Μάρτιο του 2020 ενώ το σχέδιο αυτό (σύμφωνα με τον
κ. Μητσοτάκη) θα είχε ολοκληρωθεί σε ένα εξάμηνο, δηλαδή στο τέλος Ιανουαρίου.
Στην ίδια συνάντηση ο
Πρωθυπουργός είχε μιλήσει για αναβάθμιση της τουριστικής εκπαίδευσης, κάτι που
επανέλαβε και στη συνάντηση που είχε στο Μέγαρο Μαξίμου με την πολιτική ηγεσία
του Υπουργείου Τουρισμού στις 15 Ιανουαρίου του 2020, όπως προκύπτει και από
την επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε. Φυσικά εδώ και 16 μήνες δεν έχει γίνει τίποτα
και η αναβάθμιση της τουριστικής εκπαίδευσης έχει παραπεμφθεί στις καλένδες ενώ
συνεχίζεται η υποβάθμιση των ΑΣΤΕ.
Στην επίκαιρη ερώτηση του ΚΙΝΑΛ
εγκαλούνται:
1ον) Οι Υπουργοί Οικονομικών και
Τουρισμού για την αναποτελεσματικότητα των μέτρων παροχής ρευστότητας και στις
επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό, τις πρακτικές που ακολουθεί
στο ζήτημα των κόκκινων δανείων αλλά και την έλλειψη βούλησης να μετουσιώσει σε
συγκεκριμένα μέτρα την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενίσχυση των
επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την πανδημία.
2ον) Ο Υπουργός Τουρισμού για το
έλλειμμα ορθολογικού σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της
πανδημίας στον τουρισμό και την αδυναμία του να αντιληφθεί την αναγκαιότητα να
προταχθεί η υγειονομική ασφάλεια και ένα κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα ταξίδια
και τον τουρισμό, όπως επίσης και για το γεγονός ότι έμειναν στα λόγια οι
εξαγγελίες: α) για το δεκαετές στρατηγικό σχέδιο (που θα ήταν έτοιμο τον
Ιανουάριο του 2020) β) για την αναβάθμιση της τουριστικής εκπαίδευσης γ) το νέο
πλαίσιο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις.
3ον) Ο Υπουργός Εργασίας για την
αδράνεια που επιδεικνύει απέναντι σε ένα υπαρκτό κοινωνικό πρόβλημα που
προσλαμβάνει μεγάλες διαστάσεις με εργαζόμενους στον τομέα του τουρισμού και
ανέργους να μένουν χωρίς εισόδημα αφού είτε δεν συμπλήρωσαν τον απαιτούμενο
αριθμό των 50 ενσήμων είτε δεν εργάστηκαν καθόλου τη φετινή περίοδο.
4ον) Οι Υπουργοί Παιδείας και
Τουρισμού ως συναρμόδιοι για την διαρκή υποβάθμιση των ΑΣΤΕ, μέρος της ευθύνης
της οποίας ανήκει και στο Υπουργείο Παιδείας αφού παρά το γεγονός ότι η είσοδος
των φοιτητών γίνεται με πανελλήνιες εξετάσεις, τα πτυχία τους δεν είναι ισότιμα
με αυτά του επιπέδου 6 και οι φοιτητές δεν έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν
τις σπουδές τους σε μεταπτυχιακό επίπεδο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν
ούτε τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε κατατακτήριες εξετάσεις για τμήματα των
ΑΕΙ.