Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε με τον Καγκελάριο της Αυστρίας Karl Nehammer στη Βιέννη. Ακολουθούν οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο ηγετών:
«Αγαπητέ κύριε Καγκελάριε, αγαπητέ Karl, με πολύ μεγάλη χαρά ξαναβρίσκομαι στη Βιέννη, σε μια συνάντηση η οποία επιβεβαιώνει τις εξαιρετικές σχέσεις των δύο κρατών μας, αλλά και τις πολύ στενές προσωπικές μας σχέσεις.
Είμαστε όχι απλά εταίροι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είμαστε μέλη της ίδιας οικογένειας, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, και θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό να κρατάμε πολύ ενεργές, πολύ ζωντανές τις επαφές μας, καθώς έχουμε μπροστά μας πολλές προκλήσεις για την αντιμετώπιση των οποίων πρέπει να συντονιστούμε και σε διμερές αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Επίτρεψέ μου να ξεκινήσω και εγώ από την πολύ ουσιαστική συζήτηση που είχαμε για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού-προσφυγικού ζητήματος και να επαναλάβω για μία ακόμα φορά πόσο ευγνώμων είμαι και πόσο ευγνώμων είναι συνολικά ο ελληνικός λαός για το γεγονός ότι η Αυστρία υπήρξε μία από τις πρώτες χώρες η οποία στάθηκε στο πλευρό της πατρίδας μας τον Μάρτιο το 2020, όταν αντιμετωπίσαμε, ουσιαστικά, μια οργανωμένη απόπειρα παραβίασης των ελληνικών συνόρων από μεταναστευτικά κύματα, την οποία, ευτυχώς, για το καλό της Ελλάδας και της Ευρώπης, καταφέραμε και αποκρούσαμε αποτελεσματικά
.Ήταν ένα πρώτο μήνυμα το οποίο στείλαμε τότε, προάγγελος της αλλαγής της ευρωπαϊκής στάσης που ακολούθησε τα επόμενα χρόνια, η οποία πια έθεσε την εξωτερική φύλαξη των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως απόλυτη προτεραιότητα μιας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής. Κάτι το οποίο πια έχει γίνει κοινός τόπος, αποτυπώνεται και στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ενσωματώνεται όμως και σε πολύ μεγάλο βαθμό στο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, το οποίο αναγνωρίζει την εξαιρετικά μεγάλη σημασία που έχει η αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια έχει κάνει πολλά σε αυτή την κατεύθυνση. Αρκεί να δει κανείς την εικόνα των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου σήμερα και να τη συγκρίνει με αυτή που υπήρχε πριν από πέντε χρόνια. Με οργανωμένες δομές υποδοχής, με πολύ λιγότερες ροές οι οποίες περνούν από τα τουρκικά παράλια προς τα νησιά μας. Με μια αποτελεσματική φύλαξη των θαλασσίων συνόρων αλλά και με απόλυτο σεβασμό στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, με το Λιμενικό μας πάντα να σώζει ανθρώπους κατατρεγμένους οι οποίοι μπορεί να βρίσκονται σε ανάγκη.
Όμως, το μήνυμά μας είναι σαφές και σε αυτό είμαστε απολύτως ενωμένοι και θέλω να το επαναλάβω γιατί οι θέσεις μας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ταυτίζονται απόλυτα: δεν είναι δυνατόν να καθορίζουν οι άθλιοι διακινητές ποιος θα εισέρχεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι μια απόφαση την οποία πρέπει να λαμβάνουν τα ίδια τα κράτη μέλη της Ευρώπης.
Γι’ αυτό και η αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων αποτελεί προτεραιότητα, όχι μόνο για τα κράτη τα οποία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αλλά και για τα κράτη τα οποία βρίσκονται στο κέντρο της Ευρώπης, τα οποία και αυτά με τη σειρά τους μπορεί να γίνονται αποδέκτες κάποιων ανθρώπων, μεταναστών ή προσφύγων, που μπήκαν παράνομα σε πρώτη φάση στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω την Αυστρία για τη στήριξη την οποία παρείχε στο χρόνιο αίτημα της Ελλάδος να υπάρξει μεγαλύτερη ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και για τη φύλαξη των χερσαίων συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα κατασκευάζει ένα αποτρεπτικό εμπόδιο στα σύνορά της με την Τουρκία. Θα εξακολουθεί να το κατασκευάζει, αλλά είναι απολύτως λογικό ότι αυτό το εμπόδιο δεν προστατεύει μόνο τα ελληνικά σύνορα, προστατεύει τα ευρωπαϊκά σύνορα και πρέπει να τύχει ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Σε κάθε περίπτωση, εμείς θα το κατασκευάσουμε είτε με ευρωπαϊκούς είτε με εθνικούς πόρους, αλλά είναι δίκαιο το βάρος της φύλαξης των συνόρων να επιμερίζεται δίκαια.
Ταυτόχρονα με την ενεργητική προστασία των συνόρων πρέπει να κοιτάξουμε, βέβαια, και τους δύο άλλους πυλώνες της πολιτικής μας: τις αποτελεσματικές επιστροφές, όπου απαιτείται περισσότερος συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γιατί αλήθεια είναι ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε πολύ καλύτερα γι’ αυτούς οι οποίοι δεν δικαιούνται άσυλο, και βέβαια τη νόμιμη μετανάστευση, τους νόμιμους διαύλους μετανάστευσης.
Η Ελλάδα έχει ήδη δρομολογήσει τέτοιες συμφωνίες, για παράδειγμα με την Αίγυπτο. Και να ευχαριστήσω την Αυστρία, η οποία και αυτή με τη σειρά της έχει πολύ καλές σχέσεις με την Αίγυπτο, γιατί παίξατε και εσείς έναν πολύ σημαντικό ρόλο στη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης-Αιγύπτου.
Πρέπει να δίνουμε τη δυνατότητα σε πολίτες τρίτων χωρών, με τις οποίες μπορούμε να έχουμε ένα πλαίσιο πολιτικής συνεργασίας, να έρχονται με ασφάλεια και νόμιμα στην Ευρώπη να εργάζονται και να μπορούν να επιστρέφουν στις πατρίδες τους με απόλυτη ασφάλεια.
Συζητήσαμε για τα Δυτικά Βαλκάνια. Και οι δύο υποστηρίζουμε την ευρωπαϊκή ένταξη, την ευρωπαϊκή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων. Τόνισα όμως στον αγαπητό Karl, στον κύριο Καγκελάριο, ότι κάθε φάντασμα του εθνικισμού το οποίο ξυπνάει στα Δυτικά Βαλκάνια, τελικά καταλήγει να απειλεί την ίδια την ευρωπαϊκή ιδέα.
Και το μήνυμά μας προς τα κράτη που ζητούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση νομίζω είναι κοινό: σε μία Ένωση όπως η ευρωπαϊκή μας οικογένεια, δεν νοούνται εκπτώσεις από το κράτος δικαίου και δεν νοούνται ούτε εκπτώσεις από την τήρηση των δεδομένων συμφωνιών.
Για το ζήτημα της Μέσης Ανατολής και της κρίσης αυτή τη στιγμή στη Γάζα, που επηρεάζει συνολικά όλη τη Μέση Ανατολή, εγώ θα επαναλάβω την πάγια θέση της πατρίδας μας: την ανάγκη για άμεση ολοκλήρωση των σχετικών συνομιλιών οι οποίες θα οδηγήσουν σε άμεση κατάπαυση του πυρός, ώστε να απαλυνθεί η τραγική ανθρωπιστική κατάσταση που επικρατεί στη Γάζα, και φυσικά στην άμεση απελευθέρωση των ομήρων, διότι, όπως είδαμε δυστυχώς τραγικά, κάθε μέρα που περνά θέτει σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο τη ζωή των λίγων ομήρων που ακόμα σήμερα κρατούνται από την τρομοκρατική οργάνωση της Χαμάς.
Και βέβαια κι εμείς εργαζόμαστε έτσι ώστε να αποφύγουμε το χειρότερο σενάριο, που δεν θα ήταν άλλο από μία περιφερειακή έκρηξη που θα αφορά όλη τη Μέση Ανατολή και είναι δεδομένο ότι θα επηρεάσει όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη.
Τέλος, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε σύντομα και τις προτεραιότητες του επόμενου ευρωπαϊκού κύκλου, την πρόσφατη έκθεση Draghi για την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πιστεύω ότι περιέχει προτάσεις ουσίας. Επανέλαβα και στον αγαπητό Karl, στον φίλο Καγκελάριο της Αυστρίας, την πίστη μου ότι υπάρχουν ορισμένα ευρωπαϊκά κοινά αγαθά, όπως η ασφάλεια, η άμυνα -της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι η άμυνα των κρατών μελών-, ή η διασυνδεσιμότητα των ενεργειακών μας δικτύων, όπου θα πρέπει να σκεφτούμε έξω από το κουτί, για να δούμε πώς αυτά τα ευρωπαϊκά κοινά αγαθά, τα οποία τελικά επηρεάζουν την ευημερία όλων μας, μπορούν να χρηματοδοτηθούν, όχι μόνο με ιδιωτικούς ή εθνικούς πόρους αλλά και με ευρωπαϊκούς πόρους, καθώς τελικά το αποτύπωμα μιας τέτοιας προσπάθειας θα ήταν θετικό για ολόκληρη την Ευρώπη.
Σταματώ εδώ. Ευχαριστώ και πάλι τον φίλο Karl για τη φιλοξενία του. Ήταν σύντομη η επίσκεψή μου αυτή τη φορά στην πανέμορφη Βιέννη, αλλά μία ευκαιρία να επανεπιβεβαιώσουμε τους εξαιρετικά στενούς δεσμούς μεταξύ των δύο κρατών μας».
Απαντώντας σε ερώτηση για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και την έκθεση Draghi, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:
«Η έκθεση Draghi πράγματι -δεν έχω καταφέρει να τη διαβάσω όλη, διάβασα όμως την περίληψή της- είναι ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο, είναι ένα τολμηρό κείμενο. Και νομίζω είναι ένα κείμενο το οποίο θέτει όλους μας, ως Ευρωπαίους πολίτες και ηγέτες, προ των ευθυνών μας, περιγράφοντας μια κατάσταση στην οποία, δυστυχώς, η Ευρώπη διευρύνει προς το χειρότερο το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, ειδικά σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχοντας ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει και τη μεγάλη απειλή της Κίνας.
Χωρίς να μπω σε μεγάλη λεπτομέρεια, το γεγονός ότι η Ευρώπη πρέπει να στηρίξει την εγχώρια καινοτομία της και τον κλάδο της τεχνολογίας είναι κάτι το οποίο νομίζω ότι μας βρίσκει όλους σύμφωνους.
Πολλές φορές έχουμε μιλήσει για την ανάγκη, παραδείγματος χάρη, μιας ένωσης κεφαλαιακών αγορών της Ευρώπης, για να μπορέσουν οι ευρωπαϊκές εταιρείες να μπορούν να αντλούν πόρους στην Ευρώπη και να μην αναγκάζονται να καταφύγουν στην Αμερική για χρηματοδότηση, για να έχουμε περισσότερους Ευρωπαίους πρωταθλητές, όχι απλά εθνικούς πρωταθλητές αλλά παγκόσμιους πρωταθλητές.
Τα ζητήματα της άμυνας μας έχουν απασχολήσει πολύ. Η Αυστρία έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες στο ζήτημα αυτό λόγω της ιδιαίτερης ιστορίας της. Όλοι αντιλαμβανόμαστε, όμως, ότι η Ευρώπη συνολικά πρέπει να επενδύσει περισσότερο στην άμυνά της και αυτό δεν είναι κάτι το οποίο αφορά μόνο τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, αφορά συνολικά τη δυνατότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προστατεύσει τους πολίτες της.
Να πω απλά ότι η Ελλάδα ανήκει σε αυτές τις χώρες που ουδέποτε ωφελήθηκε από το μέρισμα ειρήνης μετά την πτώση του Τείχους, διότι πάντα ξόδευε παραπάνω από το 2% του ΑΕΠ της για τη στήριξη της άμυνάς της λόγω των ιδιαίτερων γεωπολιτικών συνθηκών που έπρεπε να διαχειριστεί.
Και τέλος ο κ. Draghi λέει κάτι το οποίο είναι σωστό: πρέπει να συνδυάσουμε την πράσινη μετάβαση με τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας. Δεν γίνεται αυτή να γίνει εις βάρος των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, των ευρωπαίων καταναλωτών.
Πληρώνουμε ενέργεια πολύ πιο ακριβή σήμερα στην Ευρώπη απ’ ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ελλάδα, και όχι μόνο η Ελλάδα, το συζητούσαμε με τον κ. Καγκελάριο, και άλλες βαλκανικές χώρες τους τελευταίους μήνες βρέθηκαν θύματα μιας στρέβλωσης στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, η οποία οδήγησε σε πολύ υψηλότερες περιφερειακές τιμές στην Ελλάδα, στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία, σε σχέση με τις τιμές που μπορεί να υπήρχαν στην Αυστρία και στη Γερμανία, σε μια αγορά που υποτίθεται, όμως, ότι είναι συνδεδεμένη.
Άρα, η ανάγκη να επενδύσουμε περισσότερο σε ευρωπαϊκά δίκτυα για να έχουμε μια πραγματικά ενιαία αγορά καθίσταται, κατά την άποψή μου, αυτονόητη προτεραιότητα. Και βεβαίως, ναι, κάποιες από αυτές τις επενδύσεις -είμαι ρεαλιστής-, κάποιες από αυτές τις επενδύσεις μπορούν εν δυνάμει να χρηματοδοτηθούν και, όχι μόνο, και από πρόσθετους ευρωπαϊκούς πόρους».
Ερωτηθείς για το ζήτημα της μετανάστευσης και το νέο Σύμφωνο για το Άσυλο και τη Μετανάστευση, ο Πρωθυπουργός δήλωσε:
«Θα συμφωνήσω με τον κ. Καγκελάριο ότι η εφαρμογή του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, το οποίο συμφωνήθηκε μετά από πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια και υποχωρήσεις, θα έλεγα, όλων των κρατών μελών, θα πρέπει σήμερα να είναι η απόλυτη προτεραιότητα.
Αυτό το οποίο σίγουρα μία χώρα σαν την Ελλάδα δεν μπορεί να δεχθεί -και το υπονοήσατε κι εσείς στην ερώτησή σας- είναι να επωμισθεί ένα δυσανάλογα μεγάλο βάρος λόγω απλά της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας, λόγω του γεγονότος ότι βρίσκεται, δηλαδή, στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ήδη, η Ελλάδα δαπανά σημαντικούς πόρους για τη φύλαξη των συνόρων και υποστηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση με σημαντικούς πόρους για τη διαχείριση εκείνων των μεταναστών και προσφύγων οι οποίοι φτάνουν τελικά στην Ελλάδα. Και αυτή η υποστήριξη θα πρέπει να συνεχίζεται.
Θέλω να τονίσω ότι το να έχει κανείς κέντρα υποδοχής στα νησιά είναι μια βαριά και ακριβή διαδικασία, και είναι λογικό, νομίζω, η Ευρώπη να χρηματοδοτεί αυτή τη διαδικασία, γιατί ουσιαστικά επιτελούμε μια ευρωπαϊκή αποστολή, όχι μια εθνική αποστολή.
Και θέλω επίσης να τονίσω ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι οι οποίοι αυτή τη στιγμή είναι διαθέσιμοι στο υφιστάμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο δεν είναι βέβαιο ότι επαρκούν και θα επαρκούν και στο μέλλον για να μπορούμε να επιτελούμε αυτή την αποστολή.
Είναι και κάτι το οποίο πρέπει να μας απασχολήσει στη συνέχεια, οι πόροι τους οποίους διαθέτουμε, δηλαδή, για να υποστηρίξουμε τα κράτη μέλη, όχι μόνο για τη φύλαξη των συνόρων αλλά και για τη διαχείριση αυτή καθαυτή των μεταναστευτικών ροών, διότι όλη η διαδικασία ταυτοποίησης λαμβάνει χώρα αυτή τη στιγμή στα ελληνικά νησιά και αναλαμβάνουμε αυτή την ευθύνη διότι είμαστε η πρώτη πύλη εισόδου γι’ αυτούς οι οποίοι τελικά θα καταφέρουν να εισέλθουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Να προσθέσω σε αυτό το οποίο είπε και ο κ. Καγκελάριος ότι προφανώς δεν είναι δική μας δουλειά να υποδείξουμε σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κράτος μέλος ποια πρέπει να είναι η επιδοματική ή κοινωνική του πολιτική.
Όμως, η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχουν σήμερα χώρες στην Ευρώπη που έχουν μια πολύ μεγάλη έλξη και τραβούν όχι μόνο παράνομους μετανάστες αλλά και πρόσφυγες οι οποίοι έχουν status πρόσφυγα σε μια ευρωπαϊκή χώρα και μετακινούνται, όπως έχουν νόμιμα δικαίωμα να κάνουν, σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα για να ζητήσουν άσυλο από αυτή.
Αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να απασχολήσει την ίδια τη Γερμανία και σίγουρα δεν είναι δική μας δουλειά να υποδείξουμε στη Γερμανία, η οποία έχει και συνταγματικούς περιορισμούς, τον τρόπο με τον οποίο θα οργανώσει το κοινωνικό της κράτος.
Αυτό που νομίζω, όμως, ότι δεν θα ήταν σωστό, θα είναι να κινηθούμε σε μια λογική ad hoc εξαιρέσεων από το Σένγκεν, με συνοριακούς ελέγχους οι οποίοι μπορεί να μην επιτρέψουν τελικά την ελεύθερη διακίνηση πολιτών και να κάνουν ζημιά σε μια από τις θεμελιώδεις κατακτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Νομίζω, λοιπόν, η εφαρμογή του Συμφώνου σε πρώτη φάση πρέπει να είναι η προτεραιότητα. Είναι ένα περίπλοκο Σύμφωνο το οποίο βάζει μεγάλο βάρος σε όλες τις χώρες. Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθούμε.
Να πω και κάτι τελευταίο: δεν μπορεί κανείς να έχει την απαίτηση από την Ελλάδα, μία χώρα η οποία, ουσιαστικά, πριν από λίγα χρόνια εξήλθε μιας πρωτοφανούς δημοσιονομικής κρίσης -πατάει καλά στα πόδια της, η οικονομία της αναπτύσσεται γρήγορα, έχει καλά δημοσιονομικά-, αλλά δεν μπορεί κανείς να έχει την απαίτηση από την Ελλάδα να έχει ένα πιο ευνοϊκό πλαίσιο κοινωνικής προστασίας για τους πρόσφυγες από ό,τι έχει για τους ίδιους τους Έλληνες πολίτες».