Αθήνα, 24 Φεβρουαρίου 2020
Εναρκτήρια ομιλία Υπουργού Εξωτερικών, Ν. Δένδια, στη Διάσκεψη Υψηλού Επιπέδου για την Ευρωπαϊκή Προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων
Αγαπητοί συνάδελφοι, κυρίες και κύριοι, σας ευχαριστώ όλους για τη συμμετοχή σας σε
αυτή τη διάσκεψη υψηλού επιπέδου για την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών
Βαλκανίων. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω την Κροατική Προεδρία για την
πολύτιμη υποστήριξή της στη διάσκεψη αλλά και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.
Καταρχάς
ας απαντήσω σε τρία βασικά ερωτήματα τα οποία μπορεί να σας απασχόλησαν. Γιατί
βρισκόμαστε εδώ, γιατί τώρα και γιατί εμείς.
Γιατί
εδώ, λοιπόν. Διότι η Θεσσαλονίκη είναι ένας εμβληματικός τόπος, όσον αφορά την
ενσωμάτωση των δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη Θεσσαλονίκη
σχεδόν πριν από μια 20ετία, το 2003 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε την
ιστορική ατζέντα της Θεσσαλονίκης. Η ατζέντα της Θεσσαλονίκης αξιοποίησε
περαιτέρω την επιτυχία της Διάσκεψης του Ζάγκρεμπ του 2000, συνέβαλε στη
διαμόρφωση των σχέσεων δυτικών Βαλκανίων Ευρωπαϊκής Ένωσης έτσι όπως τις
γνωρίζουμε σήμερα. Το σαφές πολιτικό της μήνυμα ήταν ότι το μέλλον της περιοχής
συνολικά βρίσκεται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εντός της ευρωπαϊκής
οικογένειας. Βρισκόμαστε επίσης εδώ διότι η Θεσσαλονίκη ως ένα σταυροδρόμι
μεταξύ Ανατολής και Δύσης συνιστά ιστορικά ένα κομβικό γεωστρατηγικά, πολιτικά,
οικονομικά και πολιτιστικά σημείο. Η πόλη αυτή είναι ένας ουσιώδης
κρίκος, ο οποίος συνδέει τα Δυτικά Βαλκάνια μέσω του Αιγαίου, του Εύξεινου
Πόντου και της Αδριατικής με τρεις ηπείρους, την Ευρώπη, την Ασία και την
Αφρική.
Γιατί
τώρα; Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει όλο και περισσότερες περιφερειακές και
παγκόσμιες προκλήσεις σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον.
Επιπλέον η ευρωπαϊκή οικογένεια χάνει ένα από τα κράτη-μέλη της. Θεωρώ, ως εκ
τούτου, ότι είναι σημαντικότερο από ποτέ άλλοτε η Ευρωπαϊκή Ένωση να διατηρήσει
το δυναμισμό της πολιτικής της για τη διεύρυνση. Ταυτόχρονα, τα Δυτικά Βαλκάνια
θα πρέπει να επιταχύνουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Το να λέει κανείς
ότι έχουν γίνει τα πάντα δεν βοηθά. Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία για την Ευρώπη
είναι πολύ σημαντικότερο από ποτέ άλλοτε να διατηρηθεί η αξιοπιστία και το
σφρίγος του οράματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον θα πρέπει να ακουστούν οι
φωνές των εταίρων μας από τα Δυτικά Βαλκάνια πριν την υιοθέτηση της νέας
μεθοδολογίας για τη διεύρυνση, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Θα πρέπει να
ακούσουμε τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους ως οι πλέον κατάλληλοι και
ευαίσθητοι δέκτες και πομποί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τρίτο ερώτημα, γιατί εμείς; Εμείς, τα γειτονικά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως τμήμα της ευρύτερης περιοχής επαναλαμβάνουμε για άλλη μια φορά σήμερα ότι τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της Ευρώπης. Οι λαοί της περιοχής αυτής έχουν κοινή κληρονομιά και ιστορία και έχουν επίσης ένα μέλλον το οποίο καθορίζεται από κοινά συμφέροντα και προκλήσεις. Γνωρίζουμε ότι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διεύρυνση είναι το ισχυρότερο εργαλείο που μπορεί να εγγυηθεί την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία στην ευρύτερη περιοχή. Επιπλέον ως τμήμα αυτής της γειτονιάς έχουμε αυξημένη ευθύνη για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ευημερίας και δημοκρατίας στην περιοχή. Οποιαδήποτε αδυναμία στη διαδικασία Διεύρυνσης θα έχει άμεσες επιπτώσεις κυρίως για εμάς. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να είμαστε ενωμένοι και σήμερα να στείλουμε ένα ομόφωνο και σαφές μήνυμα εκ μέρους όλης της περιοχής.
Αγαπητοί
συνάδελφοι, η Διεύρυνση είναι ένα σημαντικό πολιτικό εργαλείο το οποίο επέτρεψε
να ξεπεραστούν οι μεταπολεμικές διαιρέσεις στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Είναι
μια από τις πλέον επιτυχημένες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συνεισφέρει στο ρόλο της Ένωσης ως σημαντικού περιφερειακού και παγκόσμιου
παίκτη. Σύμφωνα με την παγκόσμια στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 2016
αποτελεί μια στρατηγική επένδυση στην ασφάλεια και την ευημερία της
Ευρώπης. Ως εκ τούτου η διεύρυνση θα πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί
προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η
σταθερή, αξιοκρατική προοπτική πλήρους συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις
χώρες των Δυτικών Βαλκανίων είναι προς το πολιτικό και οικονομικό συμφέρον της
Ένωσης, αλλά και προς το συμφέρον της ασφάλειας. Σε εποχές αυξανόμενων
παγκοσμίων προκλήσεων και διαιρέσεων αποτελεί μια γεωστρατηγική επένδυση για
μια σταθερή ισχυρή και ενωμένη Ευρώπη. Μια αξιόπιστη προοπτική ένταξης αποτελεί
βασικό κίνητρο και κύριο κινητήριο μοχλό μετασχηματισμού στην περιοχή.
Είναι ένα εργαλείο για την προώθηση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και
του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Ωστόσο,
η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι επιλογή. Απαιτείται και πολιτική
αλλά και κοινωνική συναίνεση. Με απλά λόγια, απαιτείται να κερδίσει
κανείς τις «καρδιές και το μυαλά» των λαών. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν
αμφισημίες εκ μέρους των Δυτικών Βαλκανίων και των ηγετών τους όσον αφορά το
που ανήκει η περιοχή και σε ποια κατεύθυνση κινείται. Θα πρέπει επομένως να
υλοποιηθούν με μεγαλύτερη αξιοπιστία οι δεσμεύσεις τους για τις απαιτούμενες
μεταρρυθμίσεις.
Αληθεύει
επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της και να
αποδώσει τα εύσημα σε αυτούς που τα αξίζουν. Δεν μπορεί να μην
επιβραβεύεται η αντικειμενική πρόοδος και η μετάβαση στο επόμενο στάδιο της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Πρέπει τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και τα Δυτικά
Βαλκάνια πλέον να στρέψουν το βλέμμα στο μέλλον και να εξετάσουν ζητήματα όπως
το κράτος δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα, η ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών,
αλλά και η προαγωγή της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και της
ανταγωνιστικότητας.
Φυσικά
όλα αυτά πρέπει να συνοδεύονται από τους καθιερωμένους ως πυλώνες της
διεύρυνσης, όπως οι σχέσεις καλής γειτονίας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και η
διεθνής συνεργασία. Αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο
μιας μακρόπνοης ατζέντας και να επιδιώκει την πλήρη ενσωμάτωση των Δυτικών
Βαλκανίων στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και
επιχειρηματικών ευκαιριών, την βελτίωση του επιχειρηματικού και επενδυτικού
κλίματος, την προώθηση του κράτους δικαίου και την αποτροπή της φυγής εγκεφάλων
από την περιοχή.
Στο
πνεύμα αυτό σας καλώ να εκπέμψουμε σήμερα ένα αρραγές και ομόφωνο μήνυμα.
Κοινός στόχος μας είναι μια ειρηνική, ισχυρή, σταθερή ευημερούσα και ενωμένη
Ευρώπη μέσα από την πλήρη ενσωμάτωση των δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή
Ένωση. Το μέλλον των δυτικών Βαλκανίων δεν μπορεί παρά να βρίσκεται εντός
της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θα
ήθελα τώρα να δώσω το λόγο στον Κροάτη συνάδελφό μου και προεδρεύοντα του
Συμβουλίου, τον Υπουργό Εξωτερικών κ. Radman, και στη συνέχεια στους
εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής
Δράσης για τις εναρκτήριές τους τοποθετήσεις.
Αθήνα, 24 Φεβρουαρίου 2020
Δήλωση Υπουργού Εξωτερικών, Ν. Δένδια, στη συνέντευξη τύπου με την ολοκλήρωση της Διάσκεψης Υψηλού Επιπέδου για την Ευρωπαϊκή Προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων
Είμαι ιδιαιτέρως ευτυχής που υποδέχθηκα σήμερα, εδώ στη
Θεσσαλονίκη, τους ομολόγους μου των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, των γειτονικών
Κ-Μ της ΕΕ, καθώς και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία
Εξωτερικής Δράσης.
Ειδικότερα, σήμερα είχαμε την ευκαιρία να φιλοξενήσουμε στη Θεσσαλονίκη τους Υπουργούς Εξωτερικών της Βουλγαρίας, της Προεδρεύουσας Κροατίας, του Μαυροβουνίου, της Βόρειας Μακεδονίας, της Σερβίας και της Σλοβενίας, καθώς και τον ασκούντα χρέη ΥΠΕΞ της Αλβανίας, τον Υφυπουργό Εξωτερικών της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης και τους αρμόδιους για ευρωπαϊκά και περιφερειακά θέματα Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρουμανίας. Παρέστησαν επίσης η Γενική Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, καθώς και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής αρμόδιος για θέματα Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ακόμα, συμμετείχε ο Υπουργός Εξωτερικών του Κοσόβου, ενώ δεν μπόρεσε να παραστεί λόγω του γνωστού προβλήματος του κορωνοϊού στην Ιταλία, ο Ιταλός Υπουργός Εξωτερικών, ο κ. Luigi Di Maio, εκπροσωπήθηκε από τον Πρέσβη της Ιταλίας.
Είχαμε μια πολύ γόνιμη συζήτηση, μία ανταλλαγή απόψεων και ιδεών, τόσο κατά την πρώτη συνεδρία μας, όσο και κατά το γεύμα που ακολούθησε, γύρω από την προοπτική ένταξης των χωρών των Βαλκανίων στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ειδικότερα, σήμερα είχαμε την ευκαιρία να φιλοξενήσουμε στη Θεσσαλονίκη τους Υπουργούς Εξωτερικών της Βουλγαρίας, της Προεδρεύουσας Κροατίας, του Μαυροβουνίου, της Βόρειας Μακεδονίας, της Σερβίας και της Σλοβενίας, καθώς και τον ασκούντα χρέη ΥΠΕΞ της Αλβανίας, τον Υφυπουργό Εξωτερικών της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης και τους αρμόδιους για ευρωπαϊκά και περιφερειακά θέματα Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρουμανίας. Παρέστησαν επίσης η Γενική Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, καθώς και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής αρμόδιος για θέματα Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ακόμα, συμμετείχε ο Υπουργός Εξωτερικών του Κοσόβου, ενώ δεν μπόρεσε να παραστεί λόγω του γνωστού προβλήματος του κορωνοϊού στην Ιταλία, ο Ιταλός Υπουργός Εξωτερικών, ο κ. Luigi Di Maio, εκπροσωπήθηκε από τον Πρέσβη της Ιταλίας.
Είχαμε μια πολύ γόνιμη συζήτηση, μία ανταλλαγή απόψεων και ιδεών, τόσο κατά την πρώτη συνεδρία μας, όσο και κατά το γεύμα που ακολούθησε, γύρω από την προοπτική ένταξης των χωρών των Βαλκανίων στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μπορώ με ασφάλεια να συνοψίσω την κοινή θέση όλων μας: υποστηρίζουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της πλήρους τήρησης από πλευράς τους του ευρωπαϊκού κεκτημένου, καθώς και των όρων και προϋποθέσεων της ενταξιακής διαδικασίας, της λεγόμενης αιρεσιμότητας.
O λόγος είναι προφανής. Διότι, θεωρούμε ότι η πλήρης, πολιτική, οικονομική και φυσική ένταξη όλων των χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφ’ ενός θα ωφελήσει την ίδια την Ένωση, η οποία θα αποκτήσει γεωγραφική συνέχεια, από την Ιρλανδία μέχρι την Κύπρο, αφ’ ετέρου διότι η ένταξη, αφ εαυτής αλλά και ως φυσική συνέχεια των μεταρρυθμίσεων που έχουν προηγηθεί, αποτελεί το πιο ισχυρό εχέγγυο για την ανάπτυξη και την ευημερία των λαών των Βαλκανίων και τη σταθερότητα στη νοτιο-ανατολική Ευρώπη.
Στην προσπάθεια αυτή, της ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων, η Ελλάδα αποτελεί διαχρονικά την ατμομηχανή. Εξάλλου, η πόλη της Θεσσαλονίκης είναι ιστορικά ταυτισμένη με το ευρωπαϊκό μέλλον των χώρων της περιοχής: με την «Ατζέντα της Θεσσαλονίκης», το 2003, άνοιξε ο δρόμος για την προσέγγισή τους των χωρών αυτών με την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Σήμερα, 17 χρόνια αργότερα, η πόλη αποτελεί εκ νέου σημείο αναφοράς για την ενταξιακή προοπτική της περιοχής, σε μία προσπάθεια που θα κορυφωθεί με τη Διάσκεψη ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων που θα πραγματοποιηθεί στην πρωτεύουσα της Κροατίας.
Νομίζω πως σήμερα, σε αγαστή σύμπλευση και συνεργασία με την προεδρεύουσα Κροατία, καταφέραμε να προετοιμάσουμε το δρόμο εν όψει της Συνόδου Κορυφής στο Ζάγκρεμπ, επιβεβαιώνοντας συλλογικά ότι το μέλλον των Βαλκανίων, και ιδιαίτερα των Δυτικών Βαλκανίων, δεν μπορεί παρά να είναι εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η επιβεβαίωση της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων αποκτά ιδιαίτερη αξία, αποτελώντας στρατηγική επένδυση για μία Ευρώπη ενωμένη, σταθερή και ισχυρή, στον απόηχο της δυσάρεστης συγκυρίας της οικειοθελούς αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου, του Brexit δηλαδή, από το κοινό μας σπίτι, αλλά και στη σκιά των διαρκώς αυξανόμενων περιφερειακών και παγκόσμιων προκλήσεων, τις οποίες, αν όχι κανένα, ελάχιστα κράτη μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνα τους.
Δόθηκε, λοιπόν, σήμερα η ευκαιρία στα υπό ένταξη κράτη, αλλά και σε αυτά που έχουν περισσότερο δρόμο να διανύσουν, να ακουστούν, να εκφράσουν τις θέσεις και απόψεις τους, πριν την υιοθέτηση την νέας μεθοδολογίας για τη Διεύρυνση. Επίσης να επιβεβαιώσουν την προσήλωσή τους στην προώθηση του απαιτούμενου μεταρρυθμιστικού τους έργου.
Και νομίζω ότι σήμερα εκπέμψαμε από κοινού το μήνυμα για τη σημασία που έχει η ενταξιακή πορεία και τελικά η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, αλλά και τη δέσμευσή μας ως ΕΕ να διατηρήσουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών αυτών ζωντανή.