Άρθρο - Παρέμβαση στην εφημερίδα REAL News της Κυριακής.
Στο παρελθόν, πολλές φορές οι πολιτικές ηγεσίες μπήκαν στον πειρασμό να αλλάξουν τον εκλογικό νόμο. Συνήθως αυτό συνέβαινε είτε για να διατηρήσουν την κοινοβουλευτική τους ισχύ, παρά τη μείωση των ποσοστών τους, είτε για να εμποδίσουν την αντιπολίτευση να σχηματίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ακόμη και όταν αυτή κέρδιζε έδαφος στην κοινωνία.
Κατά τη γνώμη μου, το πιο χαρακτηριστικό και κραυγαλέα αντιδημοκρατικό παράδειγμα το ζήσαμε την περίοδο 1989 -1990. Τα γεγονότα εκείνης της εποχής είναι γνωστά και οφείλουν να μας θυμίζουν, πως οι λαϊκές πλειοψηφίες ούτε κατασκευάζονται με δεκανίκια ούτε εμποδίζονται με τεχνάσματα. Τέτοιες πρωτοβουλίες προκαλούν αναστάτωση και οξύνουν το πολιτικό κλίμα, χωρίς να εξασφαλίζουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, αντίθετα συχνά οδηγούν σε ευκαιριακές συσπειρώσεις που καταλήγουν να έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Η ίδια η ιστορία έδειξε ότι ο λαός δίνει λύση και τιμωρεί πολιτικά όσους απεργάζονται τέτοια σενάρια.
Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού φάσματος έχει αποδεχθεί - άλλοτε φανερά και άλλοτε σιωπηρά - το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής που εξασφαλίζει τη συγκρότηση κυβερνήσεων. Με αυτό το σύστημα κέρδισαν και έχασαν εκλογές η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δείχνει ότι έχει διαμορφωθεί ένας κοινός τόπος, ο οποίος οφείλει να διαφυλαχθεί πάση θυσία.
Γι’ αυτό κάθε συζήτηση που ανοίγει γύρω από τον εκλογικό νόμο - και ειδικότερα το όριο του 3% - είναι άκαιρη, ανούσια και εν δυνάμει επικίνδυνη. Παρά τις επανειλημμένες διαψεύσεις του Πρωθυπουργού, με τις οποίες προσωπικά συμφωνώ, ορισμένοι επανέρχονται. Αγνοούν όμως, ότι η επιμονή τους για αύξηση του πλαφόν κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης δεν ενισχύει τη Νέα Δημοκρατία, αντίθετα συνιστά έμμεση ομολογία ηττοπάθειας.
Να υπενθυμίσω ότι το όριο του 3% καθιερώθηκε για εθνικούς λόγους, γεγονός που αποτελεί κοινό μυστικό. Όσοι, λοιπόν, μιλούν σήμερα για την τροποποίησή του οφείλουν να αναλογιστούν τις πιθανές ανατροπές και συνέπειες. Επιπλέον, πέρα από την έμμεση ομολογία ηττοπάθειας, χρειάζεται και συνέπεια λόγων και έργων. Δεν γίνεται με την ίδια επιχειρηματολογία να καταλήγουμε σε εκ διαμέτρου αντίθετα συμπεράσματα, σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Αυτό συνιστά ευθεία προσβολή στη νοημοσύνη όλων.
Έτσι, αντί ορισμένοι να αναλώνονται σε συζητήσεις για το όριο του πλαφόν, ας επικεντρωθούν στην αποτελεσματικότητα του έργου τους, το μόνο πραγματικό μέσο βελτίωσης της κυβερνητικής εικόνας στην κοινωνία. Ας σταματήσουν, επίσης, να επανέρχονται πρόθυμοι σε ένα θέμα που ο κ. Μητσοτάκης έχει ήδη αποκλείσει με σαφή επιχειρήματα, δεσμεύοντας όλους μας σε αρνητική θέση.
