..."συνεχίζει να γράφει ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ομιλία στη Βουλή των Ελλήνων κατά τη συζήτηση και ψήφιση του σ/ν για το "Ψηφιακό Σχολείο"
"Η μεταπολιτευτική ιστορία μας είναι απόλυτα συνυφασμένη με την Παιδεία. Θα παρέμβουμε σε κάθε πτυχή της εκπαιδευτικής διαδικασίας για να κατακτήσουμε ό,τι καλύτερο για τη χώρα μας"
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ξεκινώ με συγχαρητήρια στα παιδιά μας τα οποία έδωσαν Πανελλαδικές Εξετάσεις, τόσο σε εκείνα που χαμογελούν λίγο περισσότερο μετά τις ανακοινώσεις των βάσεων χθες, όσο και σε εκείνα που δεν είδαν το όνομά τους δίπλα από τη Σχολή ή το Τμήμα που περίμεναν. Νομίζω ότι όλοι όσοι έχουμε περάσει από τη δοκιμασία των Πανελλαδικών Εξετάσεων γνωρίζουμε ότι αυτές δεν είναι το τέλος μίας διαδρομής αλλά είναι η αρχή της. Το σημαντικότερο στη ζωή είναι ο αγώνας, είναι το να μπορεί κανείς διαρκώς να συνεχίζει, να σηκώνει τον πήχη, να προσπαθεί, να υλοποιεί και να πραγματώνει τα όνειρά του.
Εύχομαι καλή δύναμη και χαμόγελο, πραγματικά, σε όλα τα παιδιά για τη σπουδαία προσπάθεια που κατέβαλαν. Επίσης να ευχηθώ και καλή επιτυχία στην (ολυμπιακή) ομάδα μας στο Παρίσι.
Κυρίες και κύριοι, πριν από λίγες ημέρες κλείσαμε 50 χρόνια από τα γεγονότα της Μεταπολίτευσης και το ωστικό κύμα του 1974 και νομίζω ότι αυτή είναι μία καλή αφορμή για αναστοχασμό. Για να σκεφτούμε τι συνέβη τα τελευταία 50 χρόνια και πώς σχεδιάζει κανείς τα επόμενα 50. Αυτός ο αναστοχασμός συσχετίζεται σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό με τα θέματα του χαρτοφυλακίου το οποίο χειρίζομαι, με θέματα Παιδείας. Γιατί εάν θέλουμε να είμαστε απολύτως ειλικρινείς η Παιδεία – εγώ θα έλεγα – μεταπολεμικά, αλλά σίγουρα και ειδικά και στη μεταπολίτευση υπήρξε ο κυρίαρχος «ιμάντας» κοινωνικής κινητικότητας της χώρας μας. Αυτή η κοινωνική κινητικότητα, αυτή η μεγάλη κοινωνική πρόοδος αντανακλάται, κατά βάση, ξεκινώντας από τις οικογενειακές μας φωτογραφίες και στην ιστορία στο πώς από τους παππούδες και τις γιαγιάδες περάσαμε στους γονείς, στα παιδιά και πώς η κάθε γενιά προσπαθούσε να πετυχαίνει κάτι καλύτερο από την προηγούμενη, και μέσα από την τεράστια στήριξη και από τον τεράστιο κόπο που κατέβαλε η προηγούμενη για να την βοηθήσει. Υπό αυτό το πρίσμα, τα τελευταία 50 χρόνια είναι 5 δεκαετίες επιτυχίας -και να πω εδώ ότι έχει πολύ ενδιαφέρον ότι ο όρος μεταπολίτευση είναι διφυής. Περιγράφει και τον πυκνό χρόνο του 1974 από την τραγωδία της Κύπρου μέχρι το Σύνταγμα του 1975, το πολιτειακό δημοψήφισμα, τις ελεύθερες εκλογές, όσο και την πεντηκονταετία. Και αυτό γιατί το «λογισμικό» της πεντηκονταετίας κρύβεται, κατά τη γνώμη μου, στα γεγονότα του 1974.
Άρα από τη μία είναι μία περίοδος επιτυχίας, σταθερότητας, Δημοκρατίας, υγιών θεσμών. Αλλά από την άλλη, εάν μας συγκρίνει κανείς με άλλες χώρες, τα τελευταία 50 χρόνια που και αυτές βρίσκονται στην περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Ιρλανδία ή η Πορτογαλία, θα διαπιστώσει ότι ενώ εμείς κινηθήκαμε με έναν μεσοσταθμικό μέσο όρο ανάπτυξης 1% – που αυτός ο χαμηλότερος μέσος όρος οφείλεται στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, θα ήταν μεγαλύτερος εάν δεν είχε υπάρξει οικονομική κρίση – χώρες όπως η Πορτογαλία έτρεξαν μεσοσταθμικά με 2%, χώρες όπως η Ιρλανδία έτρεξαν μεσοσταθμικά με 3%.
Υπάρχει ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο το οποίο τα περιγράφει όλα αυτά και μιας και είναι καλοκαίρι και θα γίνουν πολλές βιβλιοπροτάσεις, θέλω να αναφέρω το βιβλίο του κυρίου Παππά «Παράδοξη χώρα» που περιγράφει αυτή τη σύγκριση. Άρα, αξίζει κανείς να δει λίγο και τι είναι αυτά τα πράγματα τα οποία θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει καλύτερα και μέσα σε αυτό το βιβλίο περιγράφεται ως κυρίαρχη επεξήγηση του τι πήγε στραβά, ας πούμε, ποια ήταν τα άσχημα σημεία αυτής της πεντηκονταετίας. Λέει ο συγγραφέας «η ακραία πολιτική πόλωση» και το γεγονός ότι δεν μπορούσαμε σε κάποια στοιχειώδη πράγματα να συμφωνήσουμε δημοσίως. «Ενώ ενίοτε», όπως λέει και το βιβλίο, «συμφωνούμε ιδιωτικώς». Άλλωστε η καλύτερη τεκμηρίωση συμφωνίας κρύβεται στις κυβερνητικές εναλλαγές. Δηλαδή, στο εάν, όταν μέσα στη πεντηκονταετία μία αντιπολίτευση γίνεται κυβέρνηση, εάν αναιρεί όσα έλεγε ότι θα αναιρέσει, εάν συνεχίζει όσα λέει ότι δεν θα συνεχίσει και ποια είναι τα πεπραγμένα της και τα πράγματα τα οποία θα κάνει. Και νομίζω ότι ο χώρος της Παιδείας για να κλείσω αυτή τη σύντομη εισαγωγή, είναι ο χαρακτηριστικότερος που αποτυπώνει αυτή την κουλτούρα πόλωσης.
Θα είναι πολύ μεγάλη επιτυχία εάν τα επόμενα πενήντα χρόνια καταφέρουμε να κάνουμε την υπέρβαση και σε κάποια στοιχειώδη πράγματα καταφέρουμε με ευκολότερο τρόπο να συνεννοηθούμε. Επίσης θα είναι πάρα πολύ μεγάλη κατάκτηση κατά τη δική μας γνώμη και, ας μου επιτραπεί και ο πρώτος ενικός, κατά τη δική μου γνώμη, εάν κατακτήσουμε να σπάσουμε κάποια ταμπού. Κάποια πράγματα τα οποία επί πενήντα χρόνια κάνουμε ότι δεν τα συζητάμε, στρουθοκαμηλίζουμε, κάνουμε ότι δεν υπάρχουν. Για εμάς αυτό, ας πούμε, ήταν το θέμα «μη κρατικά Πανεπιστήμια». Και θα επανέλθω σε αυτό. Και για αυτό νομοθετήσαμε με τον τρόπο που νομοθετήσαμε φέτος.
Ένα άλλο τέτοιο ταμπού έχει να κάνει με τον όρο «φροντιστήριο». Μου ειπώθηκε, όταν ξεκινούσαμε να διαμορφώνουμε τη στρατηγική για το ψηφιακό φροντιστήριο: «ως Υπουργείο Παιδείας θα αναφέρουμε τον όρο φροντιστήριο»;
Κυρίες και κύριοι, η Ελλάδα είναι γεμάτη φροντιστήρια και πολύ συχνά κάναμε ότι δεν υπάρχουν. Φυσικά και υπάρχουν, ικανοί εκπαιδευτικοί απαντούν σε υπαρκτές ανάγκες όπως τις κρίνουν οι ελληνικές οικογένειες και οι μαθητές, και εμείς οφείλουμε αυτή την πραγματικότητα να την αναγνωρίσουμε και να προσπαθήσουμε να θεραπεύσουμε τις αρνητικές της πτυχές. Το αρνητικό αυτής της υπόθεσης σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό -το είπανε συνάδελφοι της αντιπολίτευσης στο πλαίσιο της συζήτησης και εγώ θα πω το ασπάζομαι ως ορολογία, ως οριοθέτηση- είναι η επιβάρυνση των οικογενειακών προϋπολογισμών. Είναι προφανές: αυτή η συζήτηση επιβαρύνει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς πάρα πολύ.
Η ελληνική οικογένεια αντιλαμβάνεται – σε μεγάλο βαθμό, εγώ θα έλεγα, ότι είναι κυρίως μια ψυχολογική διάσταση – μία ανάγκη στήριξης προς τα παιδιά της, και σε κάποιες περιπτώσεις αισθάνονται ότι τα παιδιά, οι υποψήφιες, οι υποψήφιοι χρειάζονται κάτι πρόσθετο. Και έτσι δαπανώνται πάρα πολλά χρήματα από τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς για να στηριχτούν οι υποψήφιες και οι υποψήφιοι στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Εμείς οφείλουμε να κάνουμε κάτι για αυτό.
Εκτιμούμε, λοιπόν, ότι το «Ψηφιακό Φροντιστήριο», οι διατάξεις που φέρνουμε μέσα από αυτό το νομοσχέδιο είναι ευεργετικές και είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Να πω δυο λόγια για το τι θα κάνει αυτό.
Η ιδέα είναι όπως θα την δούμε, καταρχήν όπως την έχουμε δει ήδη στο digitalschool.gov.gr μπορείτε να μπείτε όλες και όλοι και να δείτε βιντεοσκοπημένες διαλέξεις από εκπαιδευτικούς τώρα στα μαθήματα της Γλώσσας και των Μαθηματικών της Α’, Β’ και Γ’ Γυμνασίου το μάθημα, κατά κάποιον τρόπο, ψηφιακά. Όπως θα συνέβαινε εάν ήμασταν μέσα στην τάξη. Αυτό θα γίνει για το σύνολο της ύλης από την Α’ Δημοτικού μέχρι και την Β’ Λυκείου. Και η χρηστικότητα είναι προφανής, έτσι δεν είναι; Ας υποθέσουμε ότι έχασες το μάθημα σήμερα Τρίτη γιατί ήσουν άρρωστος: μπορείς να μπεις σε μία πλατφόρμα, σε μία ψηφιακή πύλη και να δεις τα μαθήματα που έχασες από το σπίτι σου ή μπορείς να το δεις εάν θέλεις, να κάνεις μία επανάληψη. Είναι ένα πρόσθετο εργαλείο.
Και άρα ξεκινώ απαντώντας και σε μία κριτική που ασκήθηκε από πολλούς – κατά τη γνώμη μου λανθασμένη – ότι «αυτό έρχεται να υποκαταστήσει κάτι». Δεν έρχεται να υποκαταστήσει κάτι. Έρχεται να προσθέσει κάτι, έρχεται να ενδυναμώσει κάτι. Γιατί ο πυρήνας της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι ο εκπαιδευτικός. Ήταν, είναι και θα είναι. Και είναι η σχέση που διαμορφώνει ο εκπαιδευτικός με τη μαθήτρια και τον μαθητή. Για αυτό άλλωστε και κάναμε εφέτος 10.000 διορισμούς στην εκπαίδευση. Αριθμός τον οποίον κόμματα τα οποία κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια δεν είναι σε θέση να πουν ότι το έκαναν εκείνα. Και εγώ θα πω συναρτήσει και της συγκυρίας της οικονομικής που είχαν στα χέρια τους – δεν θα διαφωνήσω με αυτό – αλλά στο τέλος της ημέρας γράφει η ιστορία και θα γράψει ο πίνακας των πεπραγμένων ότι αυτή η Κυβέρνηση εφέτος θα έχει κάνει 10.000 μόνιμους διορισμούς στην εκπαίδευση. Άρα, είναι αυταπόδεικτο το τι πιστεύουμε σε σχέση με τον ρόλο των εκπαιδευτικών στην τάξη. Από την άλλη όμως, δεν μπορούμε να απαρνηθούμε τον θετικό ρόλο και τη θετική αρωγή που τα ψηφιακά μέσα μπορούν να παίξουν για να συμβάλουν στο έργο ενός εκπαιδευτικού και υπό αυτή την έννοια αυτό είναι ένα τέτοιο μέσο.
Από την άλλη, υπάρχει η διάσταση που έθιξα πριν σε σχέση με τα φροντιστήρια, που μοιραία αφορά περισσότερο την Γ΄ Λυκείου. Εκεί θα υπάρξει ζωντανό, δωρεάν μάθημα για όλα τα μαθήματα τα οποία εξετάζονται πανελλαδικώς. Στην κριτική που άσκησαν κόμματα της αντιπολίτευσης σε σχέση με αυτό το οποίο (πράγματι) είναι: δωρεάν, βοηθάει κάθε μαθήτρια και μαθητή, η πρόσβαση είναι σε κάθε σημείο της χώρας, εάν θέλουν το παρακολουθούν για να τους βοηθήσει.
Η μόνη μου απάντηση στην αντιπολίτευση είναι μία: εσείς γιατί δεν το κάνατε; Γιατί αυτό το μέτρο, εάν υποθέσουμε ότι έχει κάποιο πρόσημο είναι κοινωνικό, έρχεται να αφαιρέσει βάρη, έρχεται να κάνει κάτι καλό για κάθε ελληνική οικογένεια. Ποιος διαφωνεί με αυτό; Και εν πάση περιπτώσει ποιος θα διαφωνήσει με αυτό, ειδικά όταν δει αυτές τις διαλέξεις να ξεκινούν από τον Σεπτέμβριο;
Προσθέτω επίσης, σε ό,τι αφορά την κριτική, «αυτόνομες τάξεις». Ήρθε η κριτική από την αντιπολίτευση «για ποιο λόγο βάζουμε τα ψηφιακά μέσα σε συγκεκριμένες ιδιαίτερα απομακρυσμένες περιοχές». Για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε τις οικογένειες εκεί. Θυμάμαι τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον κύριο Κασσελάκη να πηγαίνει στη Γαύδο και να μας ψέγει ότι δεν έχουμε ξεκινήσει πλήρως ψηφιακό μάθημα. Ο νόμος εδώ δεν έρχεται να κάνει καν αυτό. Θα υπάρχουν τρεις εκπαιδευτικοί εκεί, με φυσική παρουσία, συν ψηφιακό μάθημα. Εδώ έχω τη δήλωση του κυρίου Κασσελάκη να ζητάει αμιγώς ψηφιακό μάθημα για τη Γαύδο. Το καταθέτω στα πρακτικά. Λέω, λοιπόν, στην αξιωματική αντιπολίτευση «κυρίες και κύριοι, ιδού η Γαύδος» για να παραφράσω το ρητό. Θεωρώ αυτονόητο ότι θα ψηφίσετε αυτό το άρθρο διότι ο αρχηγός σας ζήτησε κάτι πιο εκτεταμένο από αυτό. Αυτό είναι πιο light. Αν κάνετε αυτή την κριτική εγώ θα την ακούσω, αλλά εμείς έχουμε εκεί καθηγητές με φυσική παρουσία και ψηφιακά. Άρα θεωρώ αυτονόητη την ψήφο σας και τη στήριξή σας, καθότι ανάμεσα σε άλλα το ζητήσατε κι εσείς. Εμείς το φτιάχναμε ήδη. Δεν φτιάχνονται αυτά τα πράγματα σε μία ή δύο εβδομάδες. Αλλά εν πάση περιπτώσει ήταν και είναι δρομολογημένο.
Να σχολιάσω κάποια άλλα άρθρα επίσης. Σε συνάρτηση με την αξιωματική αντιπολίτευση, επίσης, να πω ότι τηρήσαμε και τηρώ τη δέσμευση να φέρουμε το άρθρο 32 που μιλάει για την αναγνώριση από διεθνείς οργανισμούς των μεταπτυχιακών τους όπως αυτά υλοποιούνται στη χώρα. Καταθέτω στα πρακτικά, ξανά, το άρθρο του κυρίου Γαβρόγλου -όταν το είχε φέρει- που ήταν επίσης μία πολύ πιο σκληρή εκδοχή αυτού που φέραμε εμείς. Διότι, εν αντιθέσει με αυτό που φέρνουμε που απαιτεί έλεγχο της Ανεξάρτητης Αρχής της ΕΘΑΑΕ, εκεί αναγνωριζόντουσαν όλα μόνο με το άρθρο. Να πω χαριτολογώντας λοιπόν, ότι αυτό είναι ένα άρθρο Γαβρόγλου plus. Θεωρώ επίσης αυτονόητη τη στήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε αυτό, καθότι ο Υπουργός Παιδείας της αξιωματικής αντιπολίτευσης το είχε φέρει.
Αναφέρω επίσης κάποια πράγματα σε σχέση με την κριτική που ακούστηκε για τα νομικά πρόσωπα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και αυτό συσχετίζεται και με τον στρουθοκαμηλισμό, επιτρέψτε μου να πω. Διότι, όπως πάρα πολύ καλά γνωρίζετε, όλα τα κόμματα τα οποία κυβέρνησαν: υπάρχουν κολλέγια στη χώρα μας, τα κολλέγια παράγουν πλήρη, επαναλαμβάνω, πλήρη επαγγελματικά δικαιώματα. Μπορείς να διοριστείς στο Δημόσιο με το πτυχίο ενός κολλεγίου, αυτό έχει προκύψει από ευρωπαϊκές θεσμικές αποφάσεις. Καμία Κυβέρνηση οποιουδήποτε χρώματος ή προσήμου δεν το αναίρεσε αυτό όταν κυβέρνησε. Γιατί είναι ειλημμένες αποφάσεις. Και εμείς με τη δικιά μας νομοθετική πρωτοβουλία τι κάναμε; Μία άσκηση ανάκτησης κυριαρχίας. Είπαμε ότι το πρόσθετο ακαδημαϊκό δικαίωμα παράγεται μόνο εάν οι αρμόδιες εθνικές αρχές το κρίνουν ότι αυτό μπορεί να γίνει.
Άρα, η οποιαδήποτε Σχολή αναφέρεται σε οποιοδήποτε σημείο της Αθήνας ή οποιασδήποτε άλλης πόλης, θα μπορούσε κάλλιστα να ιδρυθεί, στην πραγματικότητα ήταν ήδη δρομολογημένη και είχαν ιδρυθεί άλλες 30. Το ότι εσείς στρίβατε την πλάτη και δεν τις βλέπατε, δεν πάει να πει ότι αυτές δεν υπήρχαν. Υπήρχαν, ερήμην μας. Ερήμην της πολιτείας. Με πλήρη επαγγελματικά δικαιώματα. Το κράτος λοιπόν έρχεται, όχι με τις σημερινές νομοθετικές παρεμβάσεις, με τη νομοθετική πρωτοβουλία για τα Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης επί της ουσίας να ανακτήσει χαμένη κυριαρχία. Αυτή είναι η αλήθεια. Και έρχεται να το κάνει με κριτήρια ποιότητας, εν αντιθέσει με αυτό που υπήρχε και ήταν ήδη δρομολογημένο. Το ξέρετε, το ξέρουν όλοι οι εμπλεκόμενοι, αυτή είναι η αλήθεια.
Από εκεί και πέρα το συγκεκριμένο νομοθέτημα περιλαμβάνει και μία σειρά από άλλα άρθρα. Θέλω να σταθώ στο άρθρο 14 σε σχέση με την αποζημίωση των εμπλεκομένων στον διαγωνισμό PISA. Να πω ότι επειδή υπάρχει μία μεγάλη δημόσια συζήτηση σε σχέση με τα αποτελέσματα και πώς αξιολογούμε τις επιδόσεις στο σχολείο. Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις δεν είναι καλό μέτρο να αξιολογήσεις τις επιδόσεις. Γιατί; Γιατί κάθε χρόνο μπορεί στο ένα μάθημα να είναι πιο εύκολα τα θέματα στο άλλο μάθημα να είναι πιο δύσκολα τα θέματα. Όπως έχει τύχει να πω και δημόσια στο παρελθόν, φέτος, όση ήταν η πτώση (των επιδόσεων) κάτω από τη βάση στο μάθημα της Φυσικής, τόση ήταν η άνοδος στο μάθημα της Χημείας και στο μάθημα της Βιολογίας. Ο τίτλος παραμένει πάντοτε, κάθε χρόνο από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου υποψήφιο σε σχέση με τις επιδόσεις των Πανελλαδικών Εξετάσεων, τονίζοντας πάντα τα μαθήματα εκείνα στα οποία τα θέματα ήταν πιο δύσκολα. Δεν κρατάει ο δημοσιογραφικός τίτλος τα ευκολότερα θέματα μια χρονιά.
Άρα, επειδή είναι σχετικό, είναι διαγωνισμός, είναι ranking, είναι κατάταξη, δεν είναι εύκολο να κάνεις μία αποτίμηση επίδοσης στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Εκεί που μπορείς να κάνει αποτίμηση επίδοσης στις πανελλαδικές εξετάσεις, και συμφωνώ, είναι η PISA. Και χαίρομαι προσωπικά που ακούω και κόμματα της αντιπολίτευσης τα οποία στο παρελθόν έχουν διαφωνήσει με την PISA του ΟΟΣΑ να την χρησιμοποιούν για να κάνουν κριτική σε εμάς. Μαζί σας. Να συμφωνήσουμε λοιπόν ότι αυτό είναι ένα μέτρο αποτίμησης επιδόσεων. Σε αυτό οφείλουμε να λύσουμε μία σειρά από ζητήματα. Υπάρχει η αντικειμενική εξέταση της επίδοσης και υπάρχει και η διαδικασία διενέργειας του διαγωνισμού την οποία, πρώτον, οφείλουμε να μην υπονομεύουμε, ούτε εμείς, ούτε οι συνδικαλιστικές παρατάξεις οι οποίες είναι προσκείμενες σε εμάς, και δεύτερον οφείλουμε και εμείς ως πολιτεία, ως Κυβέρνηση, ως Υπουργείο Παιδείας, να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να γίνουν αυτές οι εξετάσεις εύρυθμα, καλά, με την αίσθηση ότι αυτό είναι κάτι καλά οργανωμένο και σημαντικό. Αυτή η διάταξη, ανάμεσα σε αλλά, αυτό προσπαθεί να κάνει.
Συνεπώς, έχουμε την άποψη ότι οι εξετάσεις της PISA είναι ένας στόχος που πρέπει να κερδηθεί σε όλα τα επίπεδα για να πετύχουμε μία βελτίωση, διότι σε όλο τον δυτικό κόσμο αν έχετε δει τα πρωτοσέλιδα σε κάθε χώρα, πάρτε για παράδειγμα τη Γαλλία, υπήρξε ένα σοκ πτώσης των επιδόσεων, αμέσως μετά τα lockdowns του Covid-19. Δεν θα πω ότι υπήρχε μία αμιγής σχέση αίτιου-αιτιατού. Θα πω ότι υπήρχε μία συσχέτιση χρονική και προφανώς, αυτό έπαιξε κάποιο ρόλο. Υπό αυτήν την έννοια πρέπει να γίνουν πολυεπίπεδες παρεμβάσεις στο σχολείο και αυτά είναι και τα πράγματα με τα οποία θα καταπιαστούμε από τον Σεπτέμβριο. Όμως νομίζω, και κλείνω λέγοντας ότι το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και σειρά άλλων διατάξεων όπως ότι καθιστά τα Εκκλησιαστικά Σχολεία Πρότυπα, διατάξεις της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού τις οποίες είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει στην Επιτροπή ο συνάδελφός μου ο κ. Βρούτσης.
Κλείνω λέγοντας ότι η μεταρρύθμιση του σχολείου έπειτα από μία νομοθετική πρωτοβουλία από μεριά μας που αφορούσε την Επαγγελματική Εκπαίδευση και την ίδρυση των Κέντρων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, των Κ.Ε.Ε.Κ., τους νέους οδηγούς κατάρτισης που θα έρθουν, τα επαγγελματικά εργαστήρια. Ένα κομμάτι στρατηγικής αφορά την Επαγγελματική Εκπαίδευση. Ένα δεύτερο κομμάτι αφορά την Ανώτατη και το πώς μπορούμε να διεθνοποιήσουμε την Ανώτατη Εκπαίδευση, να πετύχουμε αυτό που δεν έχουμε πετύχει δεκαετίες, να κάνουμε την Ελλάδα περιφερειακό κέντρο Ανώτατης Εκπαίδευσης. Λοιπόν τώρα, ανάμεσα σε άλλα θα στοχεύσουμε – με αφορμή και διαγωνισμούς όπως η PISA, αλλά εγώ δεν θα πω ότι είναι μόνο αυτό αλλά θα πω ότι είναι η εμπειρία της εκπαιδευτικής καθημερινότητας- θα πάμε και θα πιάσουμε κάθε πτυχή της εκπαιδευτικής διαδικασίας στα σχολεία, ναι από τα κτήρια όπως λέτε, διότι ξέρουμε ότι από τα 12.812 κτήρια, σχολεία, στα οποία διεξάγεται η εκπαιδευτική διαδικασία, ναι υπάρχει αντίφαση να βλέπεις το διαδραστικό πίνακα του 2024 κι έναν σοβά να πέφτει. Nαι το ξέρουμε, ναι το αναγνωρίζουμε και ναι θα παρέμβουμε, αλλά από την άλλη δεν υπάρχει περίπτωση να εγκλωβιστούμε στην ακινησία. Θα γίνουν αλλαγές στα πάντα, σε όλα τα σημεία που αφορούν στην εκπαιδευτική διαδικασία. Από το βιβλίο που θα γίνει «πολλαπλό», από κάθε μάθημα όπου θα γίνουν ευεργετικές παρεμβάσεις, είτε είναι η Λογοτεχνία όπου θα μπουν πλήρη λογοτεχνικά βιβλία, είτε είναι η Πληροφορική όπου θα μπουν πιστοποιητικά τα οποία θα αποτιμούν την αλγοριθμική σκέψη, μέχρι και τα κτήρια.
Θα παρέμβουμε σε όλες τις πτυχές αυτές ακριβώς επειδή, ειδικά στην επέτειο αυτή των 50 χρόνων, αποτιμούμε ότι η ιστορία της χώρας μας ως προς τις θετικές της πτυχές είναι απόλυτα συνυφασμένη με αυτό το οποίο λέγεται Παιδεία. Είναι η κοινωνική κινητικότητα της κάθε οικογένειας. Όχι απλώς θα τη διαφυλάξουμε, θα κάνουμε όλα όσα χρειαστούν για να μπορέσουμε να κατακτήσουμε ό,τι καλύτερο για τη χώρα μας.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.