Aleksander Čeferin (σε ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά): Είχαμε μια πολύ καλή συζήτηση με τον Πρωθυπουργό, πολύ ενδιαφέρουσα. Σε όλους μας αρέσει να ερχόμαστε στην Αθήνα. Σε όλους μας αρέσει να ερχόμαστε στην Ελλάδα. Έχουμε έναν φανταστικό αγώνα απόψε. Αλλά αυτή τη φορά είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα, γιατί ήταν κατά κάποιο τρόπο δύσκολο να έρθουμε. Ήταν λυπηρό να έρθουμε λόγω του φρικτού περιστατικού που συνέβη πριν από κάποιες μέρες. Όλοι νιώθουμε θλίψη. Νιώθουμε αγανάκτηση εξαιτίας των βλακωδών γεγονότων που συνέβησαν. Της βίας χωρίς κανένα λόγο. Νιώθουμε οργή για κάποιους ανθρώπους που χρησιμοποιούν τους ποδοσφαιρικούς αγώνες για τις εγκληματικές τους δραστηριότητες, για τη βία. Φανταστείτε τι είδους άνθρωπος πρέπει να είσαι για να επιτεθείς σε έναν άλλο άνθρωπο επειδή αυτός φοράει διαφορετική φανέλα.
Πρόκειται για «καρκίνο» τού ποδοσφαίρου και αυτοί δεν είναι φίλοι τού ποδοσφαίρου. Μην τους αποκαλείτε φίλους τού ποδοσφαίρου γιατί δεν είναι φίλοι τού ποδοσφαίρου. Είναι άνθρωποι που χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο για τις ηλίθιες ιδέες τους. Δεν μπορώ να είμαι πιο ευγενικός, κ. Πρωθυπουργέ. Νομίζω ότι φτάσαμε -και είμαι ευγνώμων στον κ. Πρωθυπουργό γιατί έχουμε την ίδια άποψη στο ζήτημα αυτό- φτάσαμε σε μια στιγμή που πρέπει να πούμε «αρκετά», «αρκετά πιά». Πρέπει να το σταματήσουμε αυτό και θα το σταματήσουμε.
Είμαι πολύ ευγνώμων στον Πρωθυπουργό που προσέφερε βοήθεια και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι η βία και ο χουλιγκανισμός δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα. Είναι πρόβλημα όλης της Ευρώπης και ευρύτερα, αλλά μιλάμε για την Ευρώπη. Είναι ένα πρόβλημα από τη Σκανδιναβία μέχρι την Πορτογαλία, την Τουρκία και όλα τα άλλα μέρη της Ευρώπης. Πρέπει να συνεργαστούμε, όχι μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση, πιθανώς ίσως και σε επίπεδο Συμβουλίου της Ευρώπης. Και εδώ υπολογίζω στην Ελληνική Κυβέρνηση και στον Πρωθυπουργό για βοήθεια.
Σας καλώ όλους, ακόμα και εσάς, τα ΜΜΕ, να μας βοηθήσετε να εξαλείψουμε αυτόν τον «καρκίνο» από την κοινωνία, όχι μόνο από το ποδόσφαιρο. Επειδή τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης είναι πολύ σημαντικά όσον αφορά το ζήτημα αυτό. Δεν μπορείτε με κανέναν τρόπο να υποστηρίζετε οποιαδήποτε βία. Πρέπει να μας βοηθήσετε να συνεργαστούμε και να τη σταματήσουμε. Πιστεύω ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Νομίζω ότι αυτό σήμερα ήταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο το πρώτο βήμα. Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μην επαναληφθεί αυτό το φρικτό περιστατικό, ένα τέτοιο περιστατικό. Είμαστε αποφασισμένοι, πιστέψτε μας. Αυτό δεν είναι μια πολιτική δήλωση. Είμαστε αποφασισμένοι ανεξάρτητα από αυτή τη συνάντηση. Ωστόσο, μιλήσαμε πολλές φορές μετά το περιστατικό με τον Πρωθυπουργό, πολύ ανοιχτά και επίσης με αυτοκριτική.
Όλοι πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε και μπορούμε να κάνουμε περισσότερα. Θα κάνουμε περισσότερα, το υποσχόμαστε σε όλους. Σας ευχαριστώ πολύ και πάλι, κ. Πρωθυπουργέ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ευχαριστούμε, Aleksander. Η σημερινή πρωτοβουλία συνοδεύει, δυστυχώς, την οδύνη για τον χαμό ενός ακόμα ανθρώπου στον βωμό τής τυφλής οπαδικής βίας. Έτσι, η συμπαράστασή μας στην οικογένεια του Μιχάλη μετατρέπεται σε ένα σύνθημα δράσης εναντίον αυτής της μάστιγας.
Μία μάστιγα που, όπως είπε και ο Aleksander, δηλητηριάζει τον αθλητισμό και τις κοινωνίες μας, αλλά -όπως είδαμε πρόσφατα- μέχρι και τις σχέσεις μεταξύ των κρατών μας.
Ειδικά αυτή την ημέρα, μία ημέρα γιορτής, που η χώρα μας φιλοξενεί τον ευρωπαϊκό τελικό του Super Cup. Κανονικά ένα τέτοιο γεγονός θα έπρεπε να σηματοδοτεί μόνο την ειρηνική συνάντηση φιλάθλων από διαφορετικές ομάδες και από διαφορετικές χώρες.
Όμως, δυστυχώς, πραγματοποιείται στη σκιά ενός πένθους επειδή έτσι το θέλησαν κάποιες εγκληματικές συμμορίες -έχει δίκιο ο Aleksander, δεν μιλάμε εδώ για οπαδούς φιλάθλους- οι οποίες με πρόσχημα τους αγώνες ταξιδεύουν στην Ευρώπη οργανώνοντας ραντεβού θανάτου.
Το φαινόμενο αυτό είναι διεθνές, είναι διαχρονικό, είναι σύνθετο, ενώ αποδεικνύεται ότι ούτε η αυστηροποίηση των ποινών που καθιερώσαμε ούτε οι μηχανισμοί πρόληψης που υπάρχουν, λειτουργούν πάντοτε όπως πρέπει.
Ταυτόχρονα, δυστυχώς, συχνά και η στάση των συλλόγων, των οργανωμένων συνδέσμων, ακόμα και του Τύπου -και είχε δίκιο ο Aleksander που αναφέρθηκε στον Τύπο- δεν προωθεί μία κουλτούρα συνύπαρξης, μία κουλτούρα σεβασμού.
Απαιτείται, λοιπόν, η κινητοποίηση όλων και ακριβώς για αυτό και η σύνθεση της σημερινής συνάντησης που είχαμε -η οποία ήταν μια παραγωγική, μια ουσιαστική συνάντηση- υπήρξε ευρεία. Θέλω να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της UEFA, ο οποίος συμμετείχε, γιατί ο σκοπός μας είναι ένας: να ενεργοποιήσουμε όχι μόνο τους εθνικούς αλλά και τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στο μέτωπο της αποτροπής τής βίας αλλά και της τιμωρίας όσων ανέχονται, ευνοούν και τελικά διαπράττουν τέτοια περιστατικά βίας.
Να οργανώσουμε την ευρωπαϊκή συνεργασία. Ο κίνδυνος διατρέχει πλέον όλα τα σύνορα. Αδελφοποιημένοι πρέπει να είναι οι φίλαθλοι των χωρών στη χαρά, όχι στον θρήνο και ευχαριστώ τον Aleksander που ανταποκρίθηκε σε αυτή την πρωτοβουλία.
Η Πολιτεία ήδη επανεξετάζει το πλέγμα των πολιτικών της που αφορούν συνολικά την αθλητική βία, ένα πλέγμα στο οποίο διαπιστώθηκαν κενά τα οποία πρέπει να καλυφθούν. Ωστόσο, δεν θα πετύχουμε τον τελικό στόχο μας χωρίς τη βασική ενεργοποίηση και των παραγόντων τού ποδοσφαίρου -και αναφέρομαι συγκεκριμένα στις ομάδες και στις ιδιοκτησίες τους.
Γι’ αυτό εξάλλου βρέθηκαν εδώ και οι πρόεδροι των τεσσάρων μεγάλων ΠΑΕ. Είναι οι πρώτοι που εξάλλου έχουν χρέος να περιφρουρήσουν τις επενδύσεις που έχουν κάνει στο ποδόσφαιρο. Μέσα στα γήπεδα έχουν και αυτοί ένα χρέος, μια αποστολή, να ενεργοποιήσουν κάμερες, να μας βοηθήσουν να φροντίσουμε για την τάξη. Αλλά έχουν και ένα χρέος έξω από το γήπεδο: να εμπνέουν την αγάπη προς τον σύλλογο και όχι το μίσος προς τον αντίπαλο.
Και σε ό,τι αφορά τώρα την τραγωδία της Νέας Φιλαδέλφειας, εγώ θα πω μόνο ότι οι ένοχοι θα βρεθούν και θα τιμωρηθούν. Ήδη δεκάδες ύποπτοι έχουν εντοπιστεί. Και να πω και κάτι ακόμα: η Ελλάδα είναι κράτος δικαίου. Έχει κανόνες. Η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη. Ούτε η χώρα, ούτε η Ελληνική Δικαιοσύνη, δέχεται υποδείξεις από καμία άστοχη φωνή εκτός συνόρων, ακόμα και αν αυτή είναι επίσημη.
Φαινόμενα αδράνειας δεν θα γίνουν ανεκτά. Δεσμεύομαι ότι δεν θα διαιωνίσουμε παθογένειες αλλά θα τις διαλύσουμε.
Τι θα κάνουμε, λοιπόν. Σε εθνικό επίπεδο, όπως ορίζει ο νόμος, οι λέσχες των οργανωμένων οπαδών θα κλείσουν. Κάθε ομάδα θα έχει έναν μόνο σύνδεσμο με έδρα πια την επίσημη ΠΑΕ.
Συμφωνήσαμε, και το θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό, με τις ιδιοκτησίες των τεσσάρων μεγάλων ομάδων, ότι η Αστυνομία θα έχει πια ουσιαστικό έλεγχο προκειμένου να ελέγχει την είσοδο των οργανωμένων φιλάθλων στις θύρες εκείνες που στο παρελθόν μάς έχουν δημιουργήσει πρόβλημα.
Αυτό σημαίνει ότι η αρμοδιότητα αυτή μεταπίπτει από τις υπηρεσίες ασφάλειας των ομάδων στην Ελληνική Αστυνομία, η οποία θα έχει και την ευθύνη να κάνει τέτοιους ελέγχους όποτε η ίδια κρίνει ότι αυτό είναι απαραίτητο.
Και θέλω να τονίσω ότι αυτό είναι κάτι στο οποίο συμφώνησαν και οι τέσσερεις ΠΑΕ, διότι αντιλαμβάνονται και αυτές ότι πολλές φορές μπορεί ο έλεγχος τέτοιων φαινομένων βίας να ξεφεύγει από τις δικές τους δυνατότητες.
Από εκεί και πέρα υπάρχουν και άλλα μέτρα στη φαρέτρα μας:
Το κλείσιμο, ενδεχομένως, των θυρών οργανωμένων οπαδών, προφανώς στο πλαίσιο το οποίο υπάρχει για την τιμωρία των ομάδων και τους αγώνες κεκλεισμένων των θυρών. Αλλά θέλω εδώ να είμαι σαφής και απλός και καθαρός: ελπίζω πράγματι να μην απαιτηθεί από τις εξελίξεις, το κράτος να ενεργοποιήσει το ύστατο μέτρο το οποίο έχει στη διάθεσή του, το οποίο δεν είναι άλλο από τον προσωρινό αποκλεισμό ελληνικών ομάδων από όλες τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Είμαι σίγουρος ότι δεν θα χρειαστεί τελικά να φτάσουμε εκεί και όλοι έχουν αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης αλλά και την αποφασιστικότητα της πολιτείας να αντιμετωπίσει στη ρίζα του αυτό το κακό.
Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό ότι συμφωνήσαμε και με τον Πρόεδρο της UEFA να συνεργαστούμε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενδεχομένως με την δημιουργία ενός παρατηρητηρίου βίας με τη συμμετοχή πολλών διαφορετικών κρατών, ώστε η UEFA όχι απλά να προειδοποιεί για γεγονότα υψηλού κινδύνου αλλά να υπάρχει και απόλυτη διαφάνεια -δημόσια ενδεχομένως- για το ποιοι σύλλογοι είναι αδελφοποιημένοι με ποιους και να είναι πολύ αυστηρή και η ίδια η UEFA στην απαγόρευση των μετακινήσεων οργανωμένων οπαδών που είναι υπότροποι και έχουν υποπέσει σε τέτοια περιστατικά βίας. Και ενδεχομένως και με πιο αυστηρές τιμωρίες για τέτοια γεγονότα με αποκλεισμό, με μηδενισμούς παιχνιδιών και αποκλεισμό από ευρωπαϊκές διοργανώσεις σε επίπεδο και της ίδιας τής UEFA.
Όμως, πρέπει επίσης να είμαστε ειλικρινείς: το φαινόμενο της αθλητικής βίας δεν αφορά μόνο τα γήπεδα αυτά καθ’ αυτά. Το φαινόμενο έχει μεταφερθεί, συχνά, -και αυτό πάλι δεν είναι μόνο, το τονίζω, ελληνικό πρόβλημα, είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα- έχει μεταφερθεί από τα γήπεδα στους δρόμους. Είναι μία βία με αθλητικό, υποτίθεται, υπόβαθρο με τον παλιό οπαδικό φανατισμό να γίνεται συχνά άλλοθι του ποινικού υποκόσμου είτε του περιθωρίου. Μερικές φορές τείνει να αποκτά και δήθεν πολιτικά χαρακτηριστικά. Αυτό, λοιπόν, αυτή η κατάσταση διαμορφώνεται σε έναν ανοιχτό κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, ο οποίος είναι απλά μεταμφιεσμένος σε μία αθλητική διαφορά.
Γι’ αυτό και η αντίδρασή μας πρέπει να είναι και θα είναι συνολική, μέσα αλλά και έξω από τα γήπεδα. Πρέπει να είναι παράλληλη με έγκαιρη πρόληψη, με αποτελεσματική καταστολή. Και ήμασταν οι πρώτοι που αναγνωρίσαμε, και διά του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ότι στην περίπτωση του πρόσφατου περιστατικού υπήρξε αστοχία, επιχειρησιακή αστοχία της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν πρέπει να επαναληφθεί. Αλλά θα πρέπει να είναι ενιαία επίσης και διευρωπαϊκή σε διαρκή συντονισμό με την UEFA, με την οποία θέλω να πω ότι έχουμε μια εξαιρετική συνεργασία σε όλα τα επίπεδα.
Κυρίως, όμως, πρέπει να είναι μια αντίδραση συλλογική. Το κράτος, από τους παράγοντες του ποδοσφαίρου, αλλά και από κάθε πολίτη ξεχωριστά.
Διότι τα παιδιά στην κερκίδα είναι παιδιά της διπλανής πόρτας, κάθε γειτονιάς. Δεν είναι εχθροί επειδή φορούν μια διαφορετική φανέλα, ούτε είναι στρατοί συμφερόντων διαφορετικά από τα δικά τους.
Είναι, πάνω απ’ όλα, παιδιά με τη ζωή μπροστά τους που αγαπούν τον αθλητισμό, αγαπούν την ομάδα τους. Δεν διανοείται κανείς να χάνει την ζωή του στο πλαίσιο κάποιας οπαδικής βίας.
Αυτό, λοιπόν, το «ως εδώ» το οποίο φωνάζουμε ήρθε η ώρα να του δώσουμε πραγματικό περιεχόμενο. Να χτίσουμε πάνω στην πρόοδο η οποία έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι αρκετή όμως. Και γι’ αυτό είμαστε εδώ και να ευχαριστήσω και πάλι τον Aleksander για τη συμβολή του. Να επαναλάβω ότι θα κινηθούμε δραστικά σε όλα τα επίπεδα.
Το οφείλουμε στη μνήμη του Μιχάλη, στη μνήμη του Άλκη, άλλων θυμάτων, αλλά κυρίως το οφείλουμε και στα εκατομμύρια των φιλάθλων. Των αγνών φιλάθλων που αγαπούν το ποδόσφαιρο, που θέλουν να πηγαίνουν στο γήπεδο με τα παιδιά τους, με τις οικογένειες τους, για τους οποίους τα σπορ, και ειδικά το ποδόσφαιρο, είναι μια πηγή χαράς, είναι μια πηγή διασκέδασης. Και αυτούς τους στόχους που από κοινού θέσαμε, δεσμευόμαστε ότι θα τους πετύχουμε.