27 Ιανουαρίου 2023
Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω την τοποθέτησή μου με μία αναφορά που συνιστά ιστορικό χρέος, πιστεύω, για λογαριασμό κάθε βουλευτή σε αυτήν την αίθουσα.
Σχεδόν οκτώ δεκαετίες από την απελευθέρωση του Άουσβιτς, επέτειο που ταυτίζεται με τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος, οι Έλληνες σκύβουμε με τιμή στην ιερή σκιά των 60.000 συμπατριωτών μας που χάθηκαν στα κολαστήρια του ναζισμού. Ανοίγω μία παρένθεση: το γεγονός ότι ούτε καν αυτή η αναφορά δεν μπορεί να εξασφαλίσει χειροκρότημα από όλες τις πτέρυγες της Βουλής, λέει κάτι για το επίπεδο της τοξικότητας του πολιτικού διαλόγου.
Μαζί, λοιπόν, τιμούμε τη μνήμη και έξι εκατομμυρίων ομοθρήσκων τους, που μοιράστηκαν την ίδια τραγική μοίρα στη μεγαλύτερη θηριωδία της ανθρωπότητας. Την τιμή στα θύματα αυτά συνοδεύει το χρέος μας να μην ξεχάσουμε, αλλά να χτυπάμε και το κακό όπου αυτό εμφανίζεται: στον ιστορικό αναθεωρητισμό, στους βανδαλισμούς μνημείων και ασφαλώς με τον μανδύα συγκροτημένης πολιτικής έκφρασης.
Η ιερή και καταστατική υποχρέωση της δημοκρατίας είναι να φράζει τον δρόμο στους επίγονους του φασισμού και στους αρνητές του Ολοκαυτώματος. Μαζί, λοιπόν, με όλο τον κόσμο συμμεριζόμαστε το σύνθημα «Ποτέ ξανά».
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιτέλους ο κ. Τσίπρας ανταποκρίθηκε στην επίμονη πρόκλησή μας να έρθει στη Βουλή να αντιπαρατεθούμε εφ’ όλης της ύλης. Πέντε μήνες σάς ζητώ να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας και μόλις τώρα το κάνατε.
Καλό είναι αυτό, διότι στις δημοκρατίες εδώ είναι ο χώρος, στο κοινοβούλιο, που λύνουν τα κόμματα τις διαφορές τους. Εδώ και στις κάλπες. Και επειδή εκφράσατε αμφιβολία για το αν θα προστατευθεί η δημοκρατία, θα προστατευθεί με τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας η δημοκρατία, κ. Τσίπρα, στις εκλογές που έρχονται.
Έχετε δίκιο να λέτε ότι οι κάλπες δεν αργούν, φτάνουμε εξάλλου στο τέλος της τετραετίας. Η εκτίμησή μου είναι ότι οι πολίτες θα σας στείλουν και πάλι στην αντιπολίτευση. Οι πολίτες δεν ξεχνούν, κρίνουν αυστηρά, συγκρίνουν δίκαια, αξιολογούν, επιβραβεύουν ή τιμωρούν.
Εξάλλου, φροντίσατε και σήμερα να μάς θυμίσετε ότι ο «θίασος» του ΣΥΡΙΖΑ ξέρει να ανεβάζει ένα μόνο έργο: να πυροβολεί τη χώρα, να ρίχνει λάσπη στην κυβέρνηση και να ποτίζει την κοινωνία με διχασμό, δηλητήριο και ψέματα. Διανθίζοντας μάλιστα σήμερα το ρεπερτόριό σας, κατά την άποψή μου, με πρωτοφανείς για την ιστορία του κοινοβουλίου προσωπικές ύβρεις εναντίον μου. Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνατε, σήμερα νομίζω ότι ξεπεράσατε και τον χειρότερο εαυτό σας.
Θυμήθηκα όταν χρησιμοποιήσατε τη φράση «ένοχος ή βλάξ», έτσι δεν είναι, αυτό δεν είπατε; Αν δεν με απατά η μνήμη μου, αυτή τη φράση την είχε χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά ο μακαρίτης εκδότης της «Ελευθεροτυπίας» Κίτσος Τεγόπουλος αναφερόμενος τότε στον Ανδρέα Παπανδρέου, κάνοντας μια αναφορά στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Το οποίο αφορούσε τον Παπανδρέου, τον Κουτσόγιωργα και τον κ. Μαντζουράνη, ο οποίος σήμερα είναι δικηγόρος του κ. Παππά.
Από τα pampers πήγαμε στις σακούλες. Προσέξτε, λοιπόν, όταν κάνετε τέτοιες ιστορικές αναφορές χωρίς να γνωρίζετε την προέλευσή τους.
Κοιτάξτε, καταλαβαίνω. Καταλαβαίνω. Θέλετε να παρουσιάσετε μια εικόνα της πραγματικότητας τελείως δυστοπική. Αντιλαμβάνομαι ότι σας δημιουργεί κάποιον εκνευρισμό το γεγονός ότι 3,5 χρόνια μετά τις εκλογές φαίνεστε, τουλάχιστον δημοσκοπικά, να υπολείπεστε σημαντικά της Νέας Δημοκρατίας. Και καταλαβαίνω γιατί ανεβάζετε συνέχεια τα ντεσιμπέλ της χυδαιότητας. Το καταλαβαίνω γιατί το κάνετε.
Για το μέλλον του τόπου, για τις προσδοκίες και τις αγωνίες των πολιτών, για τη θέση της Ελλάδος σε αυτόν τον δύσκολο και επικίνδυνο κόσμο, δεν έχετε να πείτε απολύτως τίποτα. Ούτε σήμερα μας είπατε τίποτα για το τι θέλετε να κάνετε την επόμενη τετραετία.
Έχετε, όμως, κι ένα πρόσθετο πρόβλημα. Δεν μπορείτε να μιλήσετε όχι μόνο για το μέλλον, δεν μπορείτε να μιλήσετε ούτε για το παρελθόν σας διότι και αυτό ακόμα σας καταδιώκει.
Και μοιάζει, πράγματι, ξέρετε ειρωνικό το γεγονός ότι διαλέξατε την 25η Ιανουαρίου για να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας. Γιατί η 25η Ιανουαρίου συμπίπτει με τη στιγμή που το 2015 ο κ. Τσίπρας έγινε για πρώτη φορά -κατά την εκτίμησή μου, για τελευταία φορά- Πρωθυπουργός. Είναι μία στιγμή που οι περισσότεροι Έλληνες θέλουν να ξεχάσουν. Όχι όλοι, αλλά οι περισσότεροι θέλουν να ξεχάσουν.
Γιατί τότε ξεκίνησε αυτή η θλιβερή περιπέτεια της χώρας, που την έφερε ένα βήμα από τον «γκρεμό» της αποβολής από την Ευρώπη. Με κλειστές τις τράπεζες, αλλά ορθάνοιχτα τα σύνορα σε εκατομμύρια μετανάστες. Με ένα τρίτο, βαρύ μνημόνιο και το διαβόητο δημοψήφισμα της «κωλοτούμπας». Εσείς, που επικαλείστε το Σύνταγμα και το Κράτος Δικαίου.
Ύστερα ακολούθησε μία αλυσίδα από δεκάδες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, πολλούς δυσβάστακτους φόρους που διέλυσαν τη μεσαία τάξη.
Η επιλογή σας όμως να καταθέσετε αυτή την πρόταση, αυτή τη συγκεκριμένη μέρα, ήταν, κ. Τσίπρα, διπλά ατυχής. Καθώς φρόντισε ο ΣΥΡΙΖΑ να την ανακοινώσει -και μάλιστα το κάνατε και σήμερα- με επίκεντρο την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών και τις Ένοπλες Δυνάμεις, την ίδια μέρα που στην Τουρκία συνεδρίαζε το Συμβούλιο Άμυνας της γειτονικής χώρας.
Έτσι, για μία ακόμα φορά όσα ισχυρίζεται η αντιπολίτευση έγιναν ξανά πρωτοσέλιδα στην Άγκυρα. Λυπάμαι. Λυπάμαι πραγματικά. Κανένα άλλο ξένο μέσο δεν αναπαρήγαγε τη συζήτηση αυτή, παρά μόνο τα μέσα της Τουρκίας.
Πάντως, κ. Τσίπρα, δήλωσα από την πρώτη στιγμή ότι η συζήτηση αυτή είναι καλοδεχούμενη. Θέλω να σας θυμίσω ότι πολλές φορές έχουμε αντιπαρατεθεί από αυτό εδώ το βήμα για το ζήτημα των υποκλοπών. Θέλω να σας θυμίσω ότι από την πρώτη στιγμή που ανέκυψε το ζήτημα αυτό τοποθετήθηκα ευθέως ενώπιον του ελληνικού λαού.
Έχουμε συζητήσει τουλάχιστον τρεις φορές σε αυτή την αίθουσα το θέμα των υποκλοπών με αφορμή μάλιστα και νομοθετική πρωτοβουλία που έφερε η κυβέρνηση, όπως είχε δεσμευτεί.
Οι απόψεις μου κρίνονται, όπως κρίνονται και οι δικές σας. Αλλά πάντως, κ.Τσίπρα, εγώ δεν κρύβομαι. Και σίγουρα δεν έχω πάθει αφωνία.
Εσείς είστε αυτός που τόσες μέρες δεν είπατε κουβέντα για τις βαλίτσες με τα λεφτά που φαίνεται να κατέληγαν από τον κ. Καλογρίτσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι βέβαιο ότι στο θέμα αυτό δεν θα μπορείτε να κρύβεστε για πολύ και η πρόταση δυσπιστίας είναι η κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία. Είναι μια ευκαιρία, κατά την άποψή μου όχι να συγκρουστούμε, αν και κάθε κοινοβουλευτική αναμέτρηση ενέχει το στοιχείο της πολιτικής σύγκρουσης, όμως είναι μια ευκαιρία -όπως είπατε- και να συγκριθούμε, όπως εμείς προτιμούμε.
Να δούμε, δηλαδή, τα δικά μας πεπραγμένα κατά την διάρκεια της δικής μας θητείας και να τα αντιδιαστείλουμε με την δική σας διαδρομή τα τέσσερα χρόνια που κυβερνήσατε την χώρα.
Και βέβαια είναι μια ευκαιρία να πληροφορηθεί ο ελληνικός λαός και για άλλες πλευρές της επικαιρότητας. Πρόσφατα φαίνεται ότι πληροφορηθήκατε, κ. Τσίπρα, ότι υπάρχουν «δικασταί εις τας Αθήνας». Ναι, υπάρχουν. Μόνο που δικάζουν δύο δικούς σας Υπουργούς για κατάχρηση εξουσίας και για υπονόμευση του Κράτους Δικαίου.
Υπάρχουν δικαστές, λοιπόν. Υπάρχουν δικαστές. Διότι δικαστές, κ. Τσίπρα, κρίνουν τούτες τις μέρες και όσα συνέβησαν στο Μάτι. Εκεί όπου το 2018 χάθηκαν 103 ζωές, με το κράτος όχι μόνο αδιάφορο αλλά και διαλυμένο. Αλλά και αδίστακτο. Έτοιμο, με στημένες συνεντεύξεις Τύπου και με σόου, να εξαπατήσει την κοινωνία όταν όλοι σας ήδη γνωρίζατε το μέγεθος της τραγωδίας. Και στην συνέχεια, με πλαστές φωτογραφίες από δήθεν δορυφόρους, να κατηγορήσετε κάποιους αόρατους εμπρηστές.
Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να ακούει αυτές τις καταθέσεις των χαροκαμένων συμπολιτών μας και να μην αισθάνεται ένα σφίξιμο στον λαιμό, αλλά και να λέει μέσα του «ποτέ ξανά». Ποτέ ξανά δεν πρέπει το κράτος να φανεί τόσο ανίκανο στην πιο σημαντική του αποστολή, που δεν είναι άλλη από την προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, όπως σας είπα για το ζήτημα των υποκλοπών -το αντικείμενο της σημερινής τοποθέτησης του κ. Τσίπρα, ο λόγος για τον οποίον κατέθεσε την πρόταση δυσπιστίας- η κυβέρνηση και εγώ έχουμε τοποθετηθεί από την πρώτη στιγμή με ευθύτητα.
Αναλάβαμε πολιτικές ευθύνες, αλλάξαμε πρόσωπα και ψηφίσαμε πρόσφατα ένα σύγχρονο και πιστεύω πολύ πιο λειτουργικό πλαίσιο λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Χωρίς να αγνοούμε τα λάθη τα οποία έγιναν, αλλά και δίχως να είναι στις προθέσεις μας να διαλύσουμε μία κρίσιμη κρατική δομή, τη συνολική προσφορά της οποίας στην εθνική ασφάλεια -θα το επαναλάβω- δεν πρέπει να σκιάσουν μεμονωμένα λάθη και αστοχίες.
Και ο νέος νόμος για την ΕΥΠ προβλέπει πια ότι στην ηγεσία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών μπορούν να τοποθετούνται μόνο αξιωματικοί και διπλωμάτες. Τη δράση της θα ελέγχουν από εδώ και στο εξής δύο δικαστικοί, θα αποκτήσει υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων και η ενημέρωση των πολιτών για το απόρρητο θα ακολουθεί μία διαφανή διαδικασία.
Είναι, κατά την άποψή μας, μία λογική ισορροπία ανάμεσα στα αγαθά των ατομικών δικαιωμάτων από τη μία αλλά και στην ανάγκη για συλλογική προστασία και ασφάλεια από την άλλη.
Και πάλι όμως, οι παλιές αδυναμίες δεν εξάντλησαν ακόμα τον επίλογό τους. Και νομίζω ότι θα πρέπει να δώσουμε κάποιες πολύ συγκεκριμένες απαντήσεις σε όλα όσα ακούστηκαν σήμερα, στο νέο σενάριο του ΣΥΡΙΖΑ να στήσει μία ακόμα κατασκοπευτική ιστορία στα μέτρα του: σκηνοθετώντας τάχα αποκαλύψεις, οι οποίες αποκαλύψεις, κ. Τσίπρα, έγιναν πρώτα με διαρροές στοιχείων στα δικά σας φιλικά μέσα, ώστε στη συνέχεια να παρουσιαστούν ως επιβεβαίωση των δικών σας ισχυρισμών. Αξιοποιώντας κάποιες σπασμωδικές, λανθασμένες κατά την άποψή μας, ενέργειες της Ανεξάρτητης Αρχής. Και κραδαίνοντας τελικά έναν φάκελο. Βγήκατε από την ΑΔΑΕ με έναν φάκελο, έτσι δεν είναι; Έγραφε «απόρρητος» αυτός ο φάκελος επάνω, έτσι δεν είναι; Τον κάνατε φέιγ βολάν.
Αλλά δεν μας απαντήσατε, κ. Τσίπρα, και θέλω να σας ρωτήσω ευθέως, εάν στην επιστολή την οποία σας ενεχυρίασε ο Πρόεδρος της Αρχής αναφέρθηκαν τα ονόματα τα οποία δημοσιεύσατε σήμερα, ναι ή όχι; Υπήρχαν τα ονόματα ή δεν υπήρχαν;
Θα δώσω δύο εκδοχές, θα έχετε την ευκαιρία να απαντήσετε. Λοιπόν τα ονόματα υπήρχαν στην επιστολή, ναι ή όχι; Αν δεν υπήρχαν τα ονόματα, τότε παραπλανάτε ακόμα μια φορά το κοινοβούλιο. Αναφέρεστε σε ονόματα που δεν υπάρχουν στην επιστολή. Εγώ λοιπόν μπορώ να σας πω, μετά βεβαιότητος, ότι στην επιστολή που μου έστειλε ο κ. Ράμμος ονόματα δεν υπήρχαν, κ. Τσίπρα. Δεν υπήρχαν. Τότε ο κ. Ράμμος έστειλε άλλη επιστολή σε εσάς; Τι συμβαίνει εδώ; Δεν μπορώ να καταθέσω την επιστολή στα πρακτικά, είναι απόρρητη. Άλλη επιστολή σας έστειλε;
Θα επανέλθω στη συνέχεια στο ζήτημα αυτό. Ναι, θα απαντήσετε σε άλλη ευκαιρία, βεβαίως θα απαντήσετε κ. Τσίπρα. Να μας πείτε εάν στην επιστολή του κ. Ράμμου υπήρχαν ονόματα. Λοιπόν, ναι ή όχι; Ναι, απαντήστε: ναι ή όχι; Υπήρχαν ονόματα; Υπήρχαν ονόματα; Ναι ή όχι; Είναι πολύ απλό, ναι ή όχι, υπήρχαν ονόματα;
Αλέξης Τσίπρας: Θα απαντήσω τώρα.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ναι ή όχι;
Αλέξης Τσίπρας: Ο κ. Ράμμος απαντούσε σε επιστολή που έστειλα στις 28/12…
Κυριάκος Μητσοτάκης: Υπήρχαν ονόματα ναι ή όχι;
Αλέξης Τσίπρας: …με συγκεκριμένα ονόματα κ. Μητσοτάκη.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Υπήρχαν ονόματα;
Αλέξης Τσίπρας: Είχε αναφορά σε συγκεκριμένα ονόματα τα οποία…
Κυριάκος Μητσοτάκης: Η επιστολή του κ. Ράμμου είχε ονόματα;
Αλέξης Τσίπρας: Τα οποία αφορούσαν την επιστολή που του έστειλα εγώ στις 28/12, κ. Μητσοτάκη.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Εντάξει καταλάβαμε, καταλάβαμε.
Κατά συνέπεια επιβεβαίωσε ο κ. Τσίπρας ότι στην επιστολή την οποία έλαβε δεν υπήρχαν ονόματα. Πάμε παρακάτω, ευχαριστούμε πολύ για τη διευκρίνιση, δεν υπήρχαν ονόματα, ευχαριστούμε πολύ. Και πώς να υπήρχαν ονόματα, επειδή στην επιστολή που μου έστειλε εμένα ο κ. Ράμμος έχει αυτούσια την επιστολή που σας έστειλε και ονόματα δεν υπάρχουν. Είναι πολύ ξεκάθαρα τα πράγματα.
Πάμε λοιπόν τώρα στην ουσία της υπόθεσης. Έξι παρατηρήσεις, ένα-ένα αποδομούνται τα επιχειρήματα. Έξι επιμέρους παρατηρήσεις για το ζήτημα αυτό.
Πρώτον, σύμφωνα με το νόμο του ΣΥΡΙΖΑ που ίσχυε τότε, οι υποτιθέμενες επισυνδέσεις καθίστανται προβληματικές εφόσον η ΕΥΠ δεν τήρησε τα προβλεπόμενα.
Σας ρωτώ λοιπόν, ο φάκελος τον οποίο παραλάβατε περιλαμβάνει τέτοιες περιπτώσεις; Αναφέρεται ο κ. Ράμμος στη νομιμότητα των επισυνδέσεων; Ναι ή όχι; Οι επισυνδέσεις αυτές ήταν νόμιμες, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό το θέμα. Γιατί δεν λέει κάτι διαφορετικό ο κ. Ράμμος. Τώρα πάμε στο επίμαχο ζήτημα. Θα έρθω και στα υπόλοιπα. Πάμε τώρα σε ένα κρίσιμο ζήτημα το οποίο πρέπει να απαντηθεί εδώ στη Βουλή για να αποκαταστήσουμε πλήρως, κ. Τσίπρα, τη θεσμική τάξη.
Ποιος κρίνει τη νομιμότητα των επισυνδέσεων. Θέλω να σας διαβάσω ένα κείμενο, αναφέρθηκε σε αυτό και ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, πιστεύω όμως ότι έχει σημασία, αν κάνετε λίγο ησυχία να το ακούσετε και εσείς και έχει σημασία να ακουστεί και από εμένα. Και διαβάζω:
«Η δικαστική λειτουργία είναι μία των τριών συντεταγμένων εξουσιών. Το πλαίσιο της λειτουργίας, της δικαιοδοσίας και των αρμοδιοτήτων της οποίας ορίζεται, προεχόντως, από το Σύνταγμα και δεν υπόκειται ούτε στις άλλες δύο εξουσίες ούτε πολύ περισσότερο σε οποιαδήποτε από τις Ανεξάρτητες Αρχές. Αντιθέτως, οι Ανεξάρτητες Αρχές υπόκεινται στη δικαστική λειτουργία, αφού οι αποφάσεις ελέγχονται από αυτή και προεχόντως από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η απόφαση της δικαστικής αρχής», προσέξτε, «για την άρση του απορρήτου της ελευθερίας της επικοινωνίας, όπως αυτή προβλέπεται από το Άρθρο 19 του Συντάγματος και τον εκάστοτε ισχύοντα εκτελεστικό νόμο, και το αν η άρση έγινε συννόμως αρμόδια να κρίνει είναι μόνο η ίδια η Δικαιοσύνη μέσω των οργάνων της. Η συσταθείσα από το Νόμο 3115/2003 Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών ούτε νομιμοποιείται, ούτε δικαιούται να ελέγξει με οποιοδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, το αν η Δικαιοσύνη δια των οργάνων της άσκησε συννόμως ή μη το δικαίωμα άρσεως του απορρήτου των επικοινωνιών, ενώ η θέσπιση τέτοιας διατάξεως ευρίσκεται εκτός της συνταγματικής τάξης».
Αυτή είναι γνώμη Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Όχι του κ.Ντογιάκου, άλλου Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Τρεις τέτοιες γνώμες υπάρχουν, Εισαγγελέων του Αρείου Πάγου, που επιβεβαιώνουν ακριβώς το ίδιο επιχείρημα.
Δεύτερον, πολιτικά έχω τοποθετηθεί ότι η παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη δεν ήταν πολιτικά αποδεκτή. Υπήρξε για αυτή η δική μου αυτόματη αποδοκιμασία και άμεσες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση των φίλτρων όταν πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα.
Όσο για οποιαδήποτε άλλη σκοτεινή πλευρά αυτής της υπόθεσης, την ερευνούν σε βάθος τόσο η Δικαιοσύνη και η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων και όλα θα φανούν στο τέλος.
Όμως, προσέξτε, η Δικαιοσύνη, κ. Τσίπρα, δεν είναι καλή μόνο όταν βγάζει αποφάσεις που σας βρίσκουν σύμφωνους. Θέλω να θέσω το ερώτημα σε όλους σας, εάν ισχύει σήμερα η δήλωση την οποία κάνατε έξω από τον Άρειο Πάγο, ότι εμπιστεύεστε τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ή αν έχει επικρατήσει η άλλη άποψη η οποία διακινείται από τα στελέχη σας, ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είναι δήθεν κυβερνητικό όργανο.
Είναι απαράδεκτο να ακούγονται τέτοιοι χαρακτηρισμοί για Έλληνες δικαστές. Και επιτέλους σε αυτή την χώρα πρέπει να καταλάβετε ότι ο διαχωρισμός των εξουσιών επιβάλλει σεβασμό στις δικαστικές αποφάσεις. Και σεβασμό στους Δικαστές οι οποίοι καλούνται σε δύσκολες συνθήκες να κρίνουν τελικά τι είναι δίκαιο και τι είναι άδικο.
Τρίτον, και τώρα μπαίνουμε στην ουσία του θέματος, η διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε για να διαμορφωθεί και για να παραληφθεί -τολμώ να πω, είστε καλός σε αυτά- με άκρως θεατρικό τρόπο ο διαβόητος φάκελος, μοιάζει άκρως προβληματική.
Διότι, όπως έχετε ομολογήσει και εσείς, αυτή συντάχθηκε κατόπιν αιτήματός σας. Έτσι δεν είναι; Και λέει εμπλουτίστηκε, το εμπλουτίσατε, λέει, και γραπτώς μετά, με άλλα στοιχεία.
Δεν μου λέτε, προβλέπεται πουθενά αυτή η διαδρομή; Ο ιδρυτικός νόμος της Ανεξάρτητης Αρχής αναφέρει ρητά πως η Αρχή υπεισέρχεται μόνο στον έλεγχο της τήρησης των όρων και της διαδικασίας της άρσης του απορρήτου, χωρίς να εξετάζει την κρίση των αρμόδιων δικαστικών Αρχών.
Και για τον Πρόεδρο της σημαίνει, επί λέξει -ποια είναι η υποχρέωση του Προέδρου; Είναι σημαντικό αυτό το ζήτημα και πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε- ενημερώνει για θέματα άρσεως απορρήτου τον Πρόεδρο της Βουλής, τους αρχηγούς των κομμάτων της Βουλής και τον Υπουργό της Δικαιοσύνης. Αυτό και μόνο.
Δεν αναφέρει πουθενά ότι ο Πρόεδρος δέχεται αιτήματα από μη άμεσα ενδιαφερόμενους και οφείλει να απαντά. Πού το λέει αυτό ο νόμος; Και ασφαλώς η γενική διατύπωση για ενημέρωση επί θεμάτων απορρήτου κάθε άλλο παρά παραπέμπει στη δημοσιοποίηση ονομάτων, τηλεφώνων και άλλων προσωπικών δεδομένων.
Γι’ αυτό άλλωστε, άμα δείτε την ιστορία της Αρχής από συστάσεως της, η Αρχή και ο επικεφαλής ενημέρωναν πάντα την Βουλή παρέχοντας όμως πάντα γενική και ποτέ, το επαναλαμβάνω, ποτέ στην ιστορία της Αρχής δεν έχει υπάρξει προσωποποιημένη ενημέρωση. Ποτέ. Και τώρα είναι αμφίβολο αν έχει υπάρξει διότι, όπως σας είπα πριν, ονόματα συγκεκριμένα στην επιστολή δεν υπήρχαν.
Να θέσουμε το ερώτημα: αυτό περιορίζει την Αρχή; Η Αρχή, θα το ξαναπώ, είναι όργανο της διοίκησης και όχι της Δικαιοσύνης. Ο κ. Ράμμος δεν είναι δικαστής. Είναι τέως δικαστής, είναι προϊστάμενος διοικητικού οργάνου σήμερα, δεν δικάζει. Και θέλω να σκεφτούμε λίγο τι θα συνέβαινε.
(Ήχος από το ακροατήριο εκτός μικροφώνου)
Α, τον αγαπήσετε τον κ. Βενιζέλο ξαφνικά. Αφού τον κρεμάσατε στα μανταλάκια, τώρα τον αγαπήσατε. Καλά, ο κ. Βενιζέλος μας έλεγε και ότι επί της αρχής δεν μπορεί να παρακολουθείται κανένα πολιτικό πρόσωπο. Έτσι δεν είναι; Αυτό ακριβώς είπε και μετά αναγκάστηκε να ανασκευάσει. Δύσκολο για τον ίδιο, αλλά μερικές φορές πρέπει και αυτός να αναγνωρίζει ότι δεν είναι παντογνώστης.
Προσέξτε τώρα. Θέλω να το ακούσετε αυτό. Κύριε Τσίπρα, προσέξτε λίγο. Ας υποθέσουμε ότι η διαδικασία την οποία επιλέξατε γινόταν κανόνας, τότε θα οδηγούμασταν στο εξής παράλογο φαινόμενο: κάθε πολιτικός αρχηγός -έτσι δεν είναι;- θα μπορεί να στέλνει στην ΑΔΑΕ καταλόγους με ονόματα. Εκείνη στη συνέχεια θα ελέγχει τους παρόχους, θα δίνει τα στοιχεία στα κόμματα και αυτά με τη σειρά τους θα ανακοινώνονται στο πανελλήνιο.
Αυτό θέλετε; Αυτήν την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών αναζητάτε; Αυτός είναι ο τρόπος για να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε το απόρρητο των επικοινωνιών; Για σκεφτείτε λίγο, θα μπορούσα, κ. Τσίπρα, κι εγώ να πάω στην Αρχή με έναν κατάλογο τηλεφώνων επί δικών σας ημερών και να ζητήσω αν παρακολουθούσατε εσείς κρατικούς λειτουργούς.
Θα μπορούσαν, ενδεχομένως, το ίδιο να κάνουν και όλα τα κόμματα της Βουλής. Η διαδικασία την οποία επιλέξατε είναι εμφανώς εκτός του νομικού πλαισίου, το οποίο καθορίζεται με σαφήνεια και από το Σύνταγμα και από τον εκτελεστικό νόμο.
Το κερασάκι σε αυτή την τοξική «τούρτα» του ΣΥΡΙΖΑ ποιο είναι; Από καιρό είχαν δημοσιευθεί όλα όσα επικαλούνται επί δύο μέρες οι βουλευτές σας, με ονόματα και με διευθύνσεις. Και πριν ακόμα παραλάβει ο κ. Τσίπρας τα θρυλούμενα στοιχεία, αυτά ήταν πρώτη είδηση σε τρία έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα τα οποία πρόσκεινται στο ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, τα ονόματα αυτά είχαν δημοσιευθεί πολύ νωρίτερα.
Κι αυτό τι μπορεί να σημαίνει κ. Τσίπρα; Μόνο δύο πράγματα. Είτε υπήρξαν, το πιο πιθανό, διαρροές απόρρητων πληροφοριών από την Ανεξάρτητη Αρχή σε μερίδα του Τύπου, είτε ο κ. Τσίπρας επέβαλε τα ονόματα που αυτός ήθελε και ταυτόχρονα μοιράστηκε το στόχο με τα φιλικά μέσα.
Επειδή με ρωτήσατε «ποια είναι τα ρυπαρά δίκτυα», σε αυτά τα ρυπαρά δίκτυα αναφέρομαι, τα οποία διέρρεαν εμπιστευτικά στοιχεία, μέσα από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Και εν πάση περιπτώσει εγώ έχω μία απορία: να υποθέσουμε ότι αυτές οι παρακολουθήσεις γίνονταν, γιατί έχετε τα στοιχεία εσείς και δεν τα έχω εγώ; Αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσετε. Γιατί τα έχετε εσείς και δεν τα έχω εγώ; Γιατί δεν έγινα εγώ αποδέκτης ποτέ καμίας πληροφορίας που αφορά στα πρόσωπα στα οποία αναφερθήκατε;
Γιατί κ. Τσίπρα; Γιατί γνωρίζατε από πριν; Γιατί μήπως γνωρίζατε από πριν τα πρόσωπα στα οποία αναφερθήκατε; Διότι αυτό είπε η κα. Παπανικολάου σήμερα σε συνέντευξή της. Τα γνωρίζατε από πριν. Εσείς τα γνωρίζατε λοιπόν, εγώ δεν τα γνώριζα. Εσείς έχετε τα στοιχεία, εγώ δεν τα έχω. Βγάλτε τα συμπεράσματά σας για τα ρυπαρά δίκτυα στα οποία αναφέρομαι.
Εν πάση περιπτώσει, επειδή όλα τα παραπάνω επιχειρήματα μπορεί να ακούγονται λίγο περίπλοκα και αφορούν μόνο όσους έχουν εντρυφήσει στη λεπτομέρεια της υπόθεσης, να σας πω ένα απλό επιχείρημα το οποίο πιστεύω ότι θα το καταλάβουν όλοι.
Το 2019, λίγο πριν καταρρεύσετε στις εκλογές, κρατήσατε τη Βουλή ανοιχτή για μια εβδομάδα για να αλλάξετε τον Ποινικό Κώδικα. Το έχουμε συζητήσει πολλές φορές το θέμα αυτό. Μετατρέψατε τότε το αδίκημα των υποκλοπών από κακούργημα σε πλημμέλημα. Το κάνατε ενώ γνωρίζατε ότι παρακολουθούσατε το Κομμουνιστικό Κόμμα, σίγουρα τον κ. Σαγιά και τον κ. Πιτσιόρλα και πολλούς άλλους, που είμαι σίγουρος ότι θα μάθουμε στην πορεία.
Δηλαδή, επί ημερών σας οι υποκλοπές έγιναν από κακούργημα πλημμέλημα και σήμερα είναι «το μεγάλο σκάνδαλο που πληγώνει τη δημοκρατία». Σαν λίγο πολύ δεν πάει κ. Τσίπρα;
Λοιπόν, μένω σε δυο απλές διαπιστώσεις: η υπόθεση των επισυνδέσεων βρίσκεται στα χέρια της δικαιοσύνης. Και αυτή τελικά θα αποφανθεί. Βέβαια οι πολιτικές δυνάμεις έχουν την υποχρέωση να απαντούν σε κάθε ζήτημα το οποίο συνδέεται με τη διαφάνεια της δημόσιας ζωής αλλά και με την πολιτική τους αξιοπρέπεια.
Εγώ το έκανα, κ. Τσίπρα. Το έκανα με τόλμη, το έκανα με αυτοκριτική και οι απαντήσεις μου κρίνονται και από εσάς αλλά και από τους πολίτες. Περιμένω τώρα όμως από τον κ. Τσίπρα με το υψωμένο δάχτυλο, να σκύψετε λίγο το κεφάλι σας και να καταθέσετε τις δικές σας τρεις εξηγήσεις.
Με πρώτη, επιτέλους, μια δημόσια συγγνώμη για τον διασυρμό της πατρίδας στον οποίο πρωτοστάτησε για το δήθεν θάνατο της «μικρής Μαρίας». Κουβέντα δεν έχετε πει, κουβέντα δεν έχετε πει.
Όταν όλα τα στελέχη σας και εσείς ο ίδιος συμμετείχατε σε αυτή την πρωτοφανή προσπάθεια διασυρμού της χώρας για ένα περιστατικό το οποίο από την πρώτη στιγμή ο Υπουργός σας είχε πει ότι ήταν ψεύτικο.
Και δεν μου λέτε, κ. Τσίπρα, γιατί ήμασταν τόσο σίγουροι ότι δεν υπήρχε «μικρή Μαρία»; Ακριβώς γιατί έχουμε υπηρεσίες πληροφοριών που μπορούν να μας παρέχουν τέτοια δεδομένα.
Και αναρωτιέμαι, δεν καταλαβαίνετε ότι τελικά με αυτή την εμμονή σας να αγκαλιάζετε κάθε τέτοιο fake news παίζετε το παιχνίδι της Τουρκίας; Το καταλαβαίνετε αυτό; Και τι είστε τελικά; Είστε αφελής ή είστε επικίνδυνος όταν αδιαφορείτε συνειδητά για το εθνικό συμφέρον πάνω στη μανία σας να υπονομεύσετε την κυβέρνηση. Ειλικρινά δεν ξέρω τι από τα δύο είναι το χειρότερο.
Δεν μπορεί όμως ακόμα και σήμερα στελέχη σας να ισχυρίζονται ότι ο αποτρεπτικός φράχτης στον Έβρο παραβιάζει τη διεθνή νομιμότητα. Ο κ. Τζανακόπουλος τα έλεγε αυτά, αποχώρησε από την αίθουσα τώρα.
Και δεν επιτρέπεται τα στελέχη σας να αναπαράγουν διαρκώς fake news διαφόρων μη κυβερνητικών οργανώσεων υπόπτου προέλευσης κατά των ελληνικών δυνάμεων που σώζουν κάθε μέρα ζωές και στην ξηρά αλλά πρωτίστως στη θάλασσα. Και προστατεύουν ταυτόχρονα και τα εθνικά και τα ευρωπαϊκά σύνορα.
Επομένως, κάποια στιγμή από τώρα μέχρι τις εκλογές θα χρειαστεί να απαντήσετε σε ένα απλό ερώτημα: θα γκρεμίσετε τον φράχτη τον οποίο φτιάξαμε; Ναι ή όχι; Θα συνεχίσετε να κατασκευάζετε τον φράχτη τον οποίο έχουμε δρομολογήσει για να προστατεύουμε τα σύνορά μας; Ναι ή όχι; Και σε αυτό θα χρειαστεί να απαντήσετε. Είμαι σίγουρος ότι θα μας δοθεί η ευκαιρία να μπορέσω να εκμαιεύσω μία απάντηση από εσάς. Μην ανησυχείτε, θα έχουμε πολλές ευκαιρίες. Είχαμε εξάλλου, τόσα debate έγιναν, κ. Τσίπρα, στη Βουλή. Πάνω από πενήντα αυτά τα 3,5 χρόνια.
Λοιπόν, δεύτερο ερώτημα: εξακολουθείτε και σήμερα να καλύπτετε τον κ. Παππά που δικάζεται για το σκάνδαλο του στημένου διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες; Τον καλύπτετε; Και θα μας πείτε επιτέλους ποιος είναι ο περίφημος «Α2» μέτοχος του ΣΥΡΙΖΑ Channel; Τι εμπλοκή είχε στην υπόθεση αυτή ο μυστηριώδης κ. Αρτεμίου και πώς γίνεται -θέλω να μου το εξηγήσετε αυτό- ο κορυφαίος Υπουργός και συνεργάτης σας να έχει ως στενότερο συνεργάτη του και να μπαινοβγαίνει στο γραφείο του κ. Καλογρίτσα με έναν δικηγόρο που εξειδικεύεται στις offshore εταιρείες. Γιατί; Τι τεχνογνωσία σάς προσέφερε επιτέλους;
Και τέλος, πείτε μας πού πήγαν τα λεφτά του εκλεκτού σας κατασκευαστή, κ. Καλογρίτσα. Προσέξτε, γιατί τα πράγματα δεν είναι αστεία. Δεν είναι καθόλου αστεία. Διότι έρχεται ο κ. Καλογρίτσας και λέει στην Βουλή επί λέξει -να το ακούσετε εσείς, να το ακούσει και ο ελληνικός λαός και ο βαρύς κ. Πολάκης, που δεν τον βλέπω στην αίθουσα, γιατί θα απεχώρησε μάλλον- ακούστε, λοιπόν:
«Πολάκη, μην φωνάζεις. Είσαι βουλευτής με το κόμμα που μου έφαγε τα λεφτά. Είσαι βουλευτής με τα λεφτά μου». Γιατί δεν κάνετε μήνυση τώρα στον κ. Καλογρίτσα; Τώρα, αν τολμάτε. Εσείς. Ως νόμιμος εκπρόσωπος. Και εσείς μαζί, ο πολλά βαρύς μάγκας που μπήκε στην αίθουσα. Κάντε του μήνυση αν τολμάτε, αν είναι ψέμα όλα αυτά. Πού πήγαν τα λεφτά θα μάθουμε; Βαριά κουβέντα: έρχεται κάποιος και λέει «ολοι σας, βουλευτές με τα λεφτά μου» και δεν τον μηνύετε; Δεν τον μηνύετε;
Τι συμβαίνει, κ. Τσίπρα; Και, εν πάση περιπτώσει, να μας πείτε κάποια στιγμή ή να μας εξηγήσετε την σχέση σας και με τον κ. Καλογρίτσα και με τον κ. Αρτεμίου και με την Βενεζουέλα.
Αλήθεια, αναρωτιέμαι αν μπορείτε, αν μπορείτε να διαβεβαιώσετε το Ελληνικό Κοινοβούλιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πάρει ποτέ χρηματοδότηση από τη Βενεζουέλα. Μπορείτε; Μπορείτε; Ωραία, κρατείται και αυτό λοιπόν.
Εμείς, κ. Τσίπρα, «μένουμε Ευρώπη» χωρίς ερωτηματικό, χωρίς αστερίσκους και χωρίς υποσημειώσεις. Το ερώτημα το δικό σας, με τις σχέσεις του κ. Παππά και του κ. Αρτεμίου με τη Βενεζουέλα, είναι αν εσείς τελικά «μένετε Maduro;». Θα απαντηθούν και αυτά τα ερωτήματα πολύ σύντομα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κύριε Πρόεδρε, μεγάλη η νευρικότητα των συναδέλφων του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα. Κοιτάξτε, είμαι συνηθισμένος πια κ. Τσίπρα, είμαι συνηθισμένος σε αυτήν την πρακτική από την Κοινοβουλευτική σας Ομάδα. Όπως βλέπετε δεν επηρεάζομαι ιδιαίτερα, δεν τιμά όμως το κοινοβούλιο συνολικά η συμπεριφορά σας, κυρίες και κύριοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Λίγο αυτοσυγκράτηση δεν βλάπτει. Να μάθετε επιτέλους να σέβεστε ότι η Δημοκρατία είναι ο κανόνας της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων, τα οποία πρέπει να ακούγονται με σεβασμό στους ομιλητές.
Είπα στην αρχή ότι η σημερινή συζήτηση, κυρίες και κύριοι βουλευτές, αποτελεί όχι μόνο μία ευκαιρία για να συγκρουστούμε, αλλά και μία ευκαιρία για να συγκριθούμε. Και εδώ δεν θα σας κουράσω, δεν θα αντιπαραβάλω όλα όσα έγιναν επί των ημερών μας με το δικό σας μηδενικό αποτέλεσμα.
Ξεκινώντας μάλιστα από τη θέση της χώρας στον παγκόσμιο χάρτη και από τη διεθνή της εκπροσώπηση. Την απορία σας για το αν τελικά υπάρχουν ή όχι θαλάσσια σύνορα, την απαντήσαμε στην πράξη. Επί των δικών σας ημερών, το 75% των προσφύγων και μεταναστών που μπήκαν στην Ευρώπη έμπαιναν από τα ελληνικά σύνορα. Επί δικών μας ημερών ο αριθμός αυτός από το 75% πήγε στο 5%.
Τα αίσχη της Μόριας και της Ειδομένης έδωσαν τη θέση τους σε ανθρώπινες κλειστές δομές. Αντί για 92.000 ανθρώπους το 2019, σήμερα έχουμε λιγότερους από 15.000 σε αυτές τις δομές. Από 121 εγκαταστάσεις, τώρα έχουν μείνει μόλις 33 κέντρα. Και τα νησιά μας, τα τόσο πολύπαθα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, έχουν επιτέλους ανακουφιστεί οριστικά από το πρόβλημα αυτό το οποίο μας κληρονομήσατε.
Και μιλήσατε -δεν θα το αφήσω αναπάντητο- για το τι έγινε στο πεδίο των Ενόπλων Δυνάμεων. Κύριε Τσίπρα, είμαι υπερήφανος που προΐσταμαι μίας κυβέρνησης και μίας κυβερνητικής πλειοψηφίας που θωρακίζει αποτελεσματικά τη χώρα. Υπερήφανος. Εσείς πρέπει να ντρέπεστε που δεν στηρίζετε αυτή την επιλογή.
Δέκα χρόνια δεν είχαν γίνει σοβαρές επενδύσεις. Πού νομίζετε ότι είμαστε; Το Λουξεμβούργο είμαστε; Δεν βλέπετε τον γείτονά μας απέναντι; Και μας κουνάτε το δάχτυλο γιατί αγοράζουμε αεροπλάνα και φρεγάτες; Και αφήνετε άθλια υπονοούμενα, κάνοντας συγκρίσεις με άλλες εποχές;
Και αν ψάχνετε «συνοδοιπόρους» του κ. Τσοχατζόπουλου, στο δικό σας κόμμα θα τους βρείτε, όχι στο δικό μας. Κοιτάξτε τον κ. Ραγκούση, δίπλα σας κάθεται. Και προσέξτε, όλα αυτά κ. Τσίπρα, επειδή αφήσατε πάλι άθλια υπονοούμενα, έγιναν με διακρατικές συμφωνίες. Έγιναν χωρίς μεσάζοντες, όπως ενδεχομένως να ήθελαν κάποιοι δικοί σας φίλοι.
Κι επειδή μιλήσατε, τάχα, ότι εμείς δεν ενισχύουμε την εθνική αμυντική μας Βιομηχανία, θέλω να σας θυμίσω ότι πριν από τρεις μέρες βρέθηκα στην ΕΑΒ. Μια ΕΑΒ η οποία βρισκόταν όχι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, αλλά ήταν παντελώς ανέτοιμη να υλοποιήσει το σημαντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα της αναβάθμισης των F-16 σε Viper. Την είχατε διαλύσει την ΕΑΒ, κ. Τσίπρα. Και μόλις πριν από τρεις μέρες το πέμπτο F-16 Viper πέταξε από την ΕΑΒ για τα Χανιά.
Θέλετε να θυμηθούμε, κ. Τσίπρα, την κατάσταση των ναυπηγείων της χώρας μας, τα οποία ήταν ουσιαστικά και τα δύο στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Αυτή η κυβέρνηση έσωσε και τον Σκαραμαγκά και την Ελευσίνα. Εδωσε δουλειές σε χιλιάδες ανθρώπους αλλά ταυτόχρονα εξασφάλισε ότι και το Πολεμικό Ναυτικό θα μπορεί να έχει αξιόπιστα ναυπηγεία και για να επισκευάζει πλοία και για να μπορεί να ναυπηγεί νέα πλοία.
Η νέα μας εθνική ισχύς αποτυπώνεται και στην επέκταση των χωρικών μας υδάτων και στις συμφωνίες που κάναμε για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Αίγυπτο, με την Ιταλία, σύντομα ελπίζουμε και με την Αλβανία. Ναι, αποτυπώνεται και στις έρευνες για την αξιοποίηση ενεργειακών πόρων νοτιοδυτικά της Κρήτης. Αυτή η κυβέρνηση ξεκίνησε και αυτή τη διαδικασία. Τι κάνατε ακριβώς τέσσερα χρόνια εσείς στο ζήτημα της εξόρυξης υδρογονανθράκων; Τίποτα απολύτως.
Όλες αυτές οι γεωστρατηγικές επιλογές -να προσθέσω και τις σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες- φάνταζαν δύσκολες, αν όχι απίθανες, το καλοκαίρι του 2019. Κι όμως, αυτή η Ελλάδα την οποία εσείς επιμένετε να λοιδορείτε ενισχύθηκε, κ. Τσίπρα, σε όλα τα διεθνή fora. Θυμηθείτε ότι η Ελλάδα, σήμερα, έχει πρωτοστατήσει στην καθιέρωση του ευρωπαϊκού ψηφιακού διαβατηρίου, στη διάρκεια της πανδημίας πρωτοστατήσαμε στην ίδρυση του Ταμείου Ανάκαμψης, πρωτοστατήσαμε στην πρόσφατη καθιέρωση πλαφόν στο φυσικό αέριο.
Τώρα, δυο κουβέντες μόνο, γιατί μιλήσατε και εσείς στο τέλος της ομιλίας σας κάνοντας μια συνολική επισκόπηση και παρουσιάζοντας μια εικόνα της Ελλάδος την οποία μόνο εσείς βλέπατε. Για πάμε λοιπόν λίγο, εν τάχει, μέσα σε ένα δεκάλεπτο, να κάνουμε μια βασική σύγκριση δεδομένων τα οποία δεν νομίζω ότι επιδέχονται αμφισβήτησης.
Πόση ήταν η ανάπτυξη, κ. Τσίπρα, τα τέσσερα χρόνια που κυβερνούσατε; Κύριε Τσακαλώτε, για εσάς είναι όλα αυτά. Λοιπόν, επί υπουργίας Τσακαλώτου πόση ήταν η ανάπτυξη; 0,5%, η χαμηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπράβο σας, ουραγοί. Α, ναι τώρα τα εξηγείτε, σας τα εξηγεί ο κ. Τσακαλώτος. Μην ανησυχείτε, το κατάλαβαν καλά οι Έλληνες πολίτες στο πετσί τους. Το κατάλαβαν καλά.
Πόση είναι η ανάπτυξη τα τέσσερα χρόνια που κυβερνούμε εμείς; Διπλάσια και ενίοτε τριπλάσια του μέσου όρου της Ευρώπης.
Τι έγινε με τις εξαγωγές μας; Έχουμε φτάσει στο 40% του ΑΕΠ. Η ελληνική οικονομία μετατρέπεται σε μία ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία.
Και ύστερα από 11 συνεχόμενες αναβαθμίσεις -ανοίγω μία παρένθεση: ας πει κάποιος στην εκπρόσωπό σας ότι τις αναβαθμίσεις δεν τις αναβάλλει η κυβέρνηση, τις αναβαθμίσεις τις καθορίζουν οι διεθνείς οίκοι οι οποίοι μελετούν τα οικονομικά δεδομένα της χώρας- είμαστε πια έτοιμοι να κάνουμε το τελικό βήμα και να ανακτήσουμε την επενδυτική βαθμίδα. Κάτι το οποίο θα έχει ξεχωριστή σημασία για να μπορέσουμε να μειώσουμε το κόστος δανεισμού όχι μόνο για την Ελληνική Δημοκρατία αλλά και για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Και μιας και επιλέξατε και σήμερα να αναφερθείτε με περίσσιο πάθος στο περίφημο «μαξιλάρι», αυτό το «μαξιλάρι» στο οποίο αναφέρεστε αποτελούσε ουσιαστικά το ενέχυρο των δανειστών έναντι της δικής σας αναξιοπιστίας. Τριάντα-επτά δισεκατομμύρια; Σαράντα δισεκατομμύρια είναι σήμερα. Και δεν είναι «μαξιλάρι», είναι τα αποθεματικά του ελληνικού δημοσίου που αποτελούν δημόσια περιουσία. Αυτή που, μαζί με άλλους πόρους, μπορεί να εξασφαλίζει τα περιθώρια στην πολιτεία να στηρίζει τους πολίτες σε εποχή κρίσης.
Θα το ξαναπώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι ώρα για πανηγυρισμούς και πρέπει να αναγνωρίζουμε ότι πολλοί συμπολίτες μας περνάνε δύσκολα ως αποτέλεσμα της ακρίβειας. Είμαι ο πρώτος ο οποίος δεν πρόκειται κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών να παρουσιάσει μία ωραιοποιημένη εικόνα της ελληνικής οικονομίας.
Δεν πρόκειται, όμως, να δεχθώ και άδικη κριτική για τα σημαντικά επιτεύγματα που πέτυχε αυτή η κυβέρνηση: για τη συνέπεια λόγων και έργων, για το γεγονός ότι μειώσαμε φόρους, μειώσαμε την ανεργία, αυξήσαμε τις επενδύσεις, κάναμε το κράτος ψηφιακό. Όλα αυτά είναι πραγματικά επιτεύγματα.
Και έρχονται, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και ενώνονται με ένα πρωτοφανές πλαίσιο στήριξης της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας. Μιλήσατε για μικρομεσαίους επιχειρηματίες οι οποίοι υποφέρουν. Καλά, δεν σας είπε κανείς από αυτούς που έρχονται και σας βρίσκουν στις περιοδείες σας ότι το ελληνικό κράτος κράτησε όρθια την ελληνική επιχειρηματικότητα τα χρόνια της πανδημίας; Ότι εμείς πληρώναμε τους μισθούς των ιδιωτικών υπαλλήλων; Ότι εμείς δώσαμε δισεκατομμύρια σε επιστρεπτέα προκαταβολή; Δεν τα έχετε ξανακούσει αυτά, κ. Τσίπρα;
Αυτή, λοιπόν, είναι η κατάσταση την οποία θα μπορέσουμε να παραδώσουμε στην κρίση του ελληνικού λαού. Μαζί με μία σειρά από επιτεύγματα στην Παιδεία, την Υγεία, την ψηφιακή πολιτική αλλά και στα ζητήματα που αφορούν τους θεσμούς και τα δικαιώματα.
Και θα κλείσω τον κύκλο της συζήτησης με μια σύντομη αναφορά σε θέματα που αφορούν το Κράτος Δικαίου.
Δεν μου λέτε, εσείς κ. Τσίπρα δεν ήσασταν που το 2015 παραλείψατε τόσους άξιους δικαστές για να τοποθετήσετε Πρόεδρο του Αρείου Πάγου στις 3:00 το πρωί την εκλεκτή σας, την κα. Θάνου; Την ίδια που μετά διορίσατε, αφού αφυπηρέτησε, την επόμενη μέρα, πρωθυπουργική σύμβουλο και αργότερα πρόεδρο Αρχής.
Ενώ εδώ, μαζί μας, είναι ο αγαπητός κ. Πολάκης ο οποίος σήμερα ακόμα ζητάει την κατάργηση των Ανεξάρτητων Αρχών και την απόλυση υπηρετούντων δικαστών.
Δεν τα λέτε αυτά; Τα λέτε. Τα λέτε και μετά ασκείτε κριτική σε αυτή την παράταξη για το Κράτος Δικαίου. Μα, ειλικρινά, μάς εγκαλείτε σήμερα για νομιμότητα και δικαιοσύνη, εσείς, το κόμμα που δια του κ. Βούτση θεωρούσε ότι οι ψήφοι δεν έχουν «μυρωδιά» και άρα είναι ευπρόσδεκτη η συμμαχία με την Χρυσή Αυγή για την αλλαγή του εκλογικού νόμου;
Και, κύριε Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ που οργάνωσε την σκευωρία της Novartis, τώρα κάνει πως δεν ξέρει τον «Μάξιμο Σαράφη», τον οποίο αγάπησε ως κουκουλοφόρο μάρτυρα, αλλά αγνοεί τώρα ως κοινό απατεώνα.
Εσείς θα κάνετε μάθημα στη Νέα Δημοκρατία για ζητήματα Κράτους Δικαίου και δημοκρατίας; Πάει πολύ, κ. Τσίπρα. Έχετε πολύ βεβαρημένο ιστορικό. Πολύ βεβαρημένο ιστορικό.
Μπορεί λοιπόν η κα. Αχτσιόγλου να λέει πως η κανονικότητα δεν είναι ευκαιρία για την αριστερά, όμως η κανονικότητα είναι ευκαιρία για την Ελλάδα. Μια Ευρωπαϊκή χώρα που έχει ήδη δομές εσωτερικού ελέγχου σε όλη την κρατική πυραμίδα, που η Δικαιοσύνη της, προσέξτε, διοικείται πια από τις ηγεσίες τις οποίες ορίζει η επετηρίδα και όχι η βούληση της εκάστοτε κυβέρνησης, και μία κυβέρνηση η οποία νοιάζεται για τα αληθινά δικαιώματα των πολιτών.
Γιατί η Αριστερά μπορεί τάχα να έχει το όνομα, αλλά η φιλελεύθερη πολιτική έχει τη χάρη. Διότι η δική μας κυβέρνηση ήταν η πρώτη η οποία νομοθέτησε την καταπολέμηση των διακρίσεων στην αγορά εργασίας, τα δικαιώματα των συμπολιτών μας με αναπηρία.
Εμείς και όχι εσείς, οι δήθεν προοδευτικοί, καταργήσαμε τις διακρίσεις σε βάρος των οροθετικών. Ενώ εμείς ήμασταν αυτοί που προωθήσαμε εθνική στρατηγική για την προστασία των γυναικών, των παιδιών και της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κλείνω με την εξής παρατήρηση: ύστερα από τη σημερινή συζήτηση έχω την πεποίθηση ότι όλα πλέον στο πολιτικό σκηνικό της πατρίδας μας είναι πολύ καθαρά.
Όλοι έχουν καταθέσει το έργο τους, τις απόψεις τους, όλοι έχουν μιλήσει για τον αξιακό κώδικα που διέπει τις επιλογές τους. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να ισχυριστώ ότι καθώς φτάνουμε στο τέλος της πρώτης κυβερνητικής μας θητείας η παράταξή μας είναι έτοιμη να παραλάβει τη σκυτάλη μιας δεύτερης γόνιμης τετραετίας.
Όσα μεσολάβησαν ένα μόνο θεωρώ ότι αποδεικνύουν: η κυβέρνηση αυτή απέδειξε ότι μπορεί να βγαίνει μπροστά και να αντιμετωπίζει τις κρίσεις, ενώ, κ. Τσίπρα, εσείς έχετε μία ιστορία να προσωποποιείτε εσείς ο ίδιος τις κρίσεις. Διότι τις κρίσεις του 2015 τις προκαλέσατε εσείς, με τους δικούς σας ερασιτεχνικούς -στην καλύτερη περίπτωση- χειρισμούς.
Είμαστε δύναμη έργου και ελπίδας, παραμένετε δυστυχώς -το αποδείξατε και σήμερα- ένας φορέας καθηλωμένος στη μιζέρια. Εμείς έχουμε κάνει πολλά και μπορούμε να κάνουμε περισσότερα, έχουμε κάνει λάθη από τα οποία έχουμε μάθει, εσείς όμως μας φέρατε στο μηδέν και υπόσχεστε πάλι το μηδέν.
Οι Ελληνίδες και Έλληνες θέλουν να ζήσουν σε μία χώρα με ευπρέπεια, αξιοπρέπεια και εθνική αυτοπεποίθηση. Και ξέρουν ότι αυτό το οποίο έχει ανάγκη ο τόπος, περισσότερο παρά ποτέ, είναι σταθερότητα, συνέπεια και συνέχεια.
Οι ίδιοι αναζητούν την εθνική αυτοπεποίθηση ως προϋπόθεση ατομικής και συλλογικής προόδου. Συγκρίνουν, λοιπόν, και κρίνουν. Και γι’ αυτό θα δώσουν στην κάλπη την ίδια απάντηση που θα δώσει απόψε η Βουλή: ισχυρή δεύτερη εντολή στην προκοπή, για αυτοδύναμη Ελλάδα με αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία.
Σας ευχαριστώ.
Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω την τοποθέτησή μου με μία αναφορά που συνιστά ιστορικό χρέος, πιστεύω, για λογαριασμό κάθε βουλευτή σε αυτήν την αίθουσα.
Σχεδόν οκτώ δεκαετίες από την απελευθέρωση του Άουσβιτς, επέτειο που ταυτίζεται με τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος, οι Έλληνες σκύβουμε με τιμή στην ιερή σκιά των 60.000 συμπατριωτών μας που χάθηκαν στα κολαστήρια του ναζισμού. Ανοίγω μία παρένθεση: το γεγονός ότι ούτε καν αυτή η αναφορά δεν μπορεί να εξασφαλίσει χειροκρότημα από όλες τις πτέρυγες της Βουλής, λέει κάτι για το επίπεδο της τοξικότητας του πολιτικού διαλόγου.
Μαζί, λοιπόν, τιμούμε τη μνήμη και έξι εκατομμυρίων ομοθρήσκων τους, που μοιράστηκαν την ίδια τραγική μοίρα στη μεγαλύτερη θηριωδία της ανθρωπότητας. Την τιμή στα θύματα αυτά συνοδεύει το χρέος μας να μην ξεχάσουμε, αλλά να χτυπάμε και το κακό όπου αυτό εμφανίζεται: στον ιστορικό αναθεωρητισμό, στους βανδαλισμούς μνημείων και ασφαλώς με τον μανδύα συγκροτημένης πολιτικής έκφρασης.
Η ιερή και καταστατική υποχρέωση της δημοκρατίας είναι να φράζει τον δρόμο στους επίγονους του φασισμού και στους αρνητές του Ολοκαυτώματος. Μαζί, λοιπόν, με όλο τον κόσμο συμμεριζόμαστε το σύνθημα «Ποτέ ξανά».
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιτέλους ο κ. Τσίπρας ανταποκρίθηκε στην επίμονη πρόκλησή μας να έρθει στη Βουλή να αντιπαρατεθούμε εφ’ όλης της ύλης. Πέντε μήνες σάς ζητώ να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας και μόλις τώρα το κάνατε.
Καλό είναι αυτό, διότι στις δημοκρατίες εδώ είναι ο χώρος, στο κοινοβούλιο, που λύνουν τα κόμματα τις διαφορές τους. Εδώ και στις κάλπες. Και επειδή εκφράσατε αμφιβολία για το αν θα προστατευθεί η δημοκρατία, θα προστατευθεί με τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας η δημοκρατία, κ. Τσίπρα, στις εκλογές που έρχονται.
Έχετε δίκιο να λέτε ότι οι κάλπες δεν αργούν, φτάνουμε εξάλλου στο τέλος της τετραετίας. Η εκτίμησή μου είναι ότι οι πολίτες θα σας στείλουν και πάλι στην αντιπολίτευση. Οι πολίτες δεν ξεχνούν, κρίνουν αυστηρά, συγκρίνουν δίκαια, αξιολογούν, επιβραβεύουν ή τιμωρούν.
Εξάλλου, φροντίσατε και σήμερα να μάς θυμίσετε ότι ο «θίασος» του ΣΥΡΙΖΑ ξέρει να ανεβάζει ένα μόνο έργο: να πυροβολεί τη χώρα, να ρίχνει λάσπη στην κυβέρνηση και να ποτίζει την κοινωνία με διχασμό, δηλητήριο και ψέματα. Διανθίζοντας μάλιστα σήμερα το ρεπερτόριό σας, κατά την άποψή μου, με πρωτοφανείς για την ιστορία του κοινοβουλίου προσωπικές ύβρεις εναντίον μου. Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνατε, σήμερα νομίζω ότι ξεπεράσατε και τον χειρότερο εαυτό σας.
Θυμήθηκα όταν χρησιμοποιήσατε τη φράση «ένοχος ή βλάξ», έτσι δεν είναι, αυτό δεν είπατε; Αν δεν με απατά η μνήμη μου, αυτή τη φράση την είχε χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά ο μακαρίτης εκδότης της «Ελευθεροτυπίας» Κίτσος Τεγόπουλος αναφερόμενος τότε στον Ανδρέα Παπανδρέου, κάνοντας μια αναφορά στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Το οποίο αφορούσε τον Παπανδρέου, τον Κουτσόγιωργα και τον κ. Μαντζουράνη, ο οποίος σήμερα είναι δικηγόρος του κ. Παππά.
Από τα pampers πήγαμε στις σακούλες. Προσέξτε, λοιπόν, όταν κάνετε τέτοιες ιστορικές αναφορές χωρίς να γνωρίζετε την προέλευσή τους.
Κοιτάξτε, καταλαβαίνω. Καταλαβαίνω. Θέλετε να παρουσιάσετε μια εικόνα της πραγματικότητας τελείως δυστοπική. Αντιλαμβάνομαι ότι σας δημιουργεί κάποιον εκνευρισμό το γεγονός ότι 3,5 χρόνια μετά τις εκλογές φαίνεστε, τουλάχιστον δημοσκοπικά, να υπολείπεστε σημαντικά της Νέας Δημοκρατίας. Και καταλαβαίνω γιατί ανεβάζετε συνέχεια τα ντεσιμπέλ της χυδαιότητας. Το καταλαβαίνω γιατί το κάνετε.
Για το μέλλον του τόπου, για τις προσδοκίες και τις αγωνίες των πολιτών, για τη θέση της Ελλάδος σε αυτόν τον δύσκολο και επικίνδυνο κόσμο, δεν έχετε να πείτε απολύτως τίποτα. Ούτε σήμερα μας είπατε τίποτα για το τι θέλετε να κάνετε την επόμενη τετραετία.
Έχετε, όμως, κι ένα πρόσθετο πρόβλημα. Δεν μπορείτε να μιλήσετε όχι μόνο για το μέλλον, δεν μπορείτε να μιλήσετε ούτε για το παρελθόν σας διότι και αυτό ακόμα σας καταδιώκει.
Και μοιάζει, πράγματι, ξέρετε ειρωνικό το γεγονός ότι διαλέξατε την 25η Ιανουαρίου για να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας. Γιατί η 25η Ιανουαρίου συμπίπτει με τη στιγμή που το 2015 ο κ. Τσίπρας έγινε για πρώτη φορά -κατά την εκτίμησή μου, για τελευταία φορά- Πρωθυπουργός. Είναι μία στιγμή που οι περισσότεροι Έλληνες θέλουν να ξεχάσουν. Όχι όλοι, αλλά οι περισσότεροι θέλουν να ξεχάσουν.
Γιατί τότε ξεκίνησε αυτή η θλιβερή περιπέτεια της χώρας, που την έφερε ένα βήμα από τον «γκρεμό» της αποβολής από την Ευρώπη. Με κλειστές τις τράπεζες, αλλά ορθάνοιχτα τα σύνορα σε εκατομμύρια μετανάστες. Με ένα τρίτο, βαρύ μνημόνιο και το διαβόητο δημοψήφισμα της «κωλοτούμπας». Εσείς, που επικαλείστε το Σύνταγμα και το Κράτος Δικαίου.
Ύστερα ακολούθησε μία αλυσίδα από δεκάδες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, πολλούς δυσβάστακτους φόρους που διέλυσαν τη μεσαία τάξη.
Η επιλογή σας όμως να καταθέσετε αυτή την πρόταση, αυτή τη συγκεκριμένη μέρα, ήταν, κ. Τσίπρα, διπλά ατυχής. Καθώς φρόντισε ο ΣΥΡΙΖΑ να την ανακοινώσει -και μάλιστα το κάνατε και σήμερα- με επίκεντρο την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών και τις Ένοπλες Δυνάμεις, την ίδια μέρα που στην Τουρκία συνεδρίαζε το Συμβούλιο Άμυνας της γειτονικής χώρας.
Έτσι, για μία ακόμα φορά όσα ισχυρίζεται η αντιπολίτευση έγιναν ξανά πρωτοσέλιδα στην Άγκυρα. Λυπάμαι. Λυπάμαι πραγματικά. Κανένα άλλο ξένο μέσο δεν αναπαρήγαγε τη συζήτηση αυτή, παρά μόνο τα μέσα της Τουρκίας.
Πάντως, κ. Τσίπρα, δήλωσα από την πρώτη στιγμή ότι η συζήτηση αυτή είναι καλοδεχούμενη. Θέλω να σας θυμίσω ότι πολλές φορές έχουμε αντιπαρατεθεί από αυτό εδώ το βήμα για το ζήτημα των υποκλοπών. Θέλω να σας θυμίσω ότι από την πρώτη στιγμή που ανέκυψε το ζήτημα αυτό τοποθετήθηκα ευθέως ενώπιον του ελληνικού λαού.
Έχουμε συζητήσει τουλάχιστον τρεις φορές σε αυτή την αίθουσα το θέμα των υποκλοπών με αφορμή μάλιστα και νομοθετική πρωτοβουλία που έφερε η κυβέρνηση, όπως είχε δεσμευτεί.
Οι απόψεις μου κρίνονται, όπως κρίνονται και οι δικές σας. Αλλά πάντως, κ.Τσίπρα, εγώ δεν κρύβομαι. Και σίγουρα δεν έχω πάθει αφωνία.
Εσείς είστε αυτός που τόσες μέρες δεν είπατε κουβέντα για τις βαλίτσες με τα λεφτά που φαίνεται να κατέληγαν από τον κ. Καλογρίτσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι βέβαιο ότι στο θέμα αυτό δεν θα μπορείτε να κρύβεστε για πολύ και η πρόταση δυσπιστίας είναι η κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία. Είναι μια ευκαιρία, κατά την άποψή μου όχι να συγκρουστούμε, αν και κάθε κοινοβουλευτική αναμέτρηση ενέχει το στοιχείο της πολιτικής σύγκρουσης, όμως είναι μια ευκαιρία -όπως είπατε- και να συγκριθούμε, όπως εμείς προτιμούμε.
Να δούμε, δηλαδή, τα δικά μας πεπραγμένα κατά την διάρκεια της δικής μας θητείας και να τα αντιδιαστείλουμε με την δική σας διαδρομή τα τέσσερα χρόνια που κυβερνήσατε την χώρα.
Και βέβαια είναι μια ευκαιρία να πληροφορηθεί ο ελληνικός λαός και για άλλες πλευρές της επικαιρότητας. Πρόσφατα φαίνεται ότι πληροφορηθήκατε, κ. Τσίπρα, ότι υπάρχουν «δικασταί εις τας Αθήνας». Ναι, υπάρχουν. Μόνο που δικάζουν δύο δικούς σας Υπουργούς για κατάχρηση εξουσίας και για υπονόμευση του Κράτους Δικαίου.
Υπάρχουν δικαστές, λοιπόν. Υπάρχουν δικαστές. Διότι δικαστές, κ. Τσίπρα, κρίνουν τούτες τις μέρες και όσα συνέβησαν στο Μάτι. Εκεί όπου το 2018 χάθηκαν 103 ζωές, με το κράτος όχι μόνο αδιάφορο αλλά και διαλυμένο. Αλλά και αδίστακτο. Έτοιμο, με στημένες συνεντεύξεις Τύπου και με σόου, να εξαπατήσει την κοινωνία όταν όλοι σας ήδη γνωρίζατε το μέγεθος της τραγωδίας. Και στην συνέχεια, με πλαστές φωτογραφίες από δήθεν δορυφόρους, να κατηγορήσετε κάποιους αόρατους εμπρηστές.
Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να ακούει αυτές τις καταθέσεις των χαροκαμένων συμπολιτών μας και να μην αισθάνεται ένα σφίξιμο στον λαιμό, αλλά και να λέει μέσα του «ποτέ ξανά». Ποτέ ξανά δεν πρέπει το κράτος να φανεί τόσο ανίκανο στην πιο σημαντική του αποστολή, που δεν είναι άλλη από την προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, όπως σας είπα για το ζήτημα των υποκλοπών -το αντικείμενο της σημερινής τοποθέτησης του κ. Τσίπρα, ο λόγος για τον οποίον κατέθεσε την πρόταση δυσπιστίας- η κυβέρνηση και εγώ έχουμε τοποθετηθεί από την πρώτη στιγμή με ευθύτητα.
Αναλάβαμε πολιτικές ευθύνες, αλλάξαμε πρόσωπα και ψηφίσαμε πρόσφατα ένα σύγχρονο και πιστεύω πολύ πιο λειτουργικό πλαίσιο λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Χωρίς να αγνοούμε τα λάθη τα οποία έγιναν, αλλά και δίχως να είναι στις προθέσεις μας να διαλύσουμε μία κρίσιμη κρατική δομή, τη συνολική προσφορά της οποίας στην εθνική ασφάλεια -θα το επαναλάβω- δεν πρέπει να σκιάσουν μεμονωμένα λάθη και αστοχίες.
Και ο νέος νόμος για την ΕΥΠ προβλέπει πια ότι στην ηγεσία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών μπορούν να τοποθετούνται μόνο αξιωματικοί και διπλωμάτες. Τη δράση της θα ελέγχουν από εδώ και στο εξής δύο δικαστικοί, θα αποκτήσει υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων και η ενημέρωση των πολιτών για το απόρρητο θα ακολουθεί μία διαφανή διαδικασία.
Είναι, κατά την άποψή μας, μία λογική ισορροπία ανάμεσα στα αγαθά των ατομικών δικαιωμάτων από τη μία αλλά και στην ανάγκη για συλλογική προστασία και ασφάλεια από την άλλη.
Και πάλι όμως, οι παλιές αδυναμίες δεν εξάντλησαν ακόμα τον επίλογό τους. Και νομίζω ότι θα πρέπει να δώσουμε κάποιες πολύ συγκεκριμένες απαντήσεις σε όλα όσα ακούστηκαν σήμερα, στο νέο σενάριο του ΣΥΡΙΖΑ να στήσει μία ακόμα κατασκοπευτική ιστορία στα μέτρα του: σκηνοθετώντας τάχα αποκαλύψεις, οι οποίες αποκαλύψεις, κ. Τσίπρα, έγιναν πρώτα με διαρροές στοιχείων στα δικά σας φιλικά μέσα, ώστε στη συνέχεια να παρουσιαστούν ως επιβεβαίωση των δικών σας ισχυρισμών. Αξιοποιώντας κάποιες σπασμωδικές, λανθασμένες κατά την άποψή μας, ενέργειες της Ανεξάρτητης Αρχής. Και κραδαίνοντας τελικά έναν φάκελο. Βγήκατε από την ΑΔΑΕ με έναν φάκελο, έτσι δεν είναι; Έγραφε «απόρρητος» αυτός ο φάκελος επάνω, έτσι δεν είναι; Τον κάνατε φέιγ βολάν.
Αλλά δεν μας απαντήσατε, κ. Τσίπρα, και θέλω να σας ρωτήσω ευθέως, εάν στην επιστολή την οποία σας ενεχυρίασε ο Πρόεδρος της Αρχής αναφέρθηκαν τα ονόματα τα οποία δημοσιεύσατε σήμερα, ναι ή όχι; Υπήρχαν τα ονόματα ή δεν υπήρχαν;
Θα δώσω δύο εκδοχές, θα έχετε την ευκαιρία να απαντήσετε. Λοιπόν τα ονόματα υπήρχαν στην επιστολή, ναι ή όχι; Αν δεν υπήρχαν τα ονόματα, τότε παραπλανάτε ακόμα μια φορά το κοινοβούλιο. Αναφέρεστε σε ονόματα που δεν υπάρχουν στην επιστολή. Εγώ λοιπόν μπορώ να σας πω, μετά βεβαιότητος, ότι στην επιστολή που μου έστειλε ο κ. Ράμμος ονόματα δεν υπήρχαν, κ. Τσίπρα. Δεν υπήρχαν. Τότε ο κ. Ράμμος έστειλε άλλη επιστολή σε εσάς; Τι συμβαίνει εδώ; Δεν μπορώ να καταθέσω την επιστολή στα πρακτικά, είναι απόρρητη. Άλλη επιστολή σας έστειλε;
Θα επανέλθω στη συνέχεια στο ζήτημα αυτό. Ναι, θα απαντήσετε σε άλλη ευκαιρία, βεβαίως θα απαντήσετε κ. Τσίπρα. Να μας πείτε εάν στην επιστολή του κ. Ράμμου υπήρχαν ονόματα. Λοιπόν, ναι ή όχι; Ναι, απαντήστε: ναι ή όχι; Υπήρχαν ονόματα; Υπήρχαν ονόματα; Ναι ή όχι; Είναι πολύ απλό, ναι ή όχι, υπήρχαν ονόματα;
Αλέξης Τσίπρας: Θα απαντήσω τώρα.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ναι ή όχι;
Αλέξης Τσίπρας: Ο κ. Ράμμος απαντούσε σε επιστολή που έστειλα στις 28/12…
Κυριάκος Μητσοτάκης: Υπήρχαν ονόματα ναι ή όχι;
Αλέξης Τσίπρας: …με συγκεκριμένα ονόματα κ. Μητσοτάκη.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Υπήρχαν ονόματα;
Αλέξης Τσίπρας: Είχε αναφορά σε συγκεκριμένα ονόματα τα οποία…
Κυριάκος Μητσοτάκης: Η επιστολή του κ. Ράμμου είχε ονόματα;
Αλέξης Τσίπρας: Τα οποία αφορούσαν την επιστολή που του έστειλα εγώ στις 28/12, κ. Μητσοτάκη.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Εντάξει καταλάβαμε, καταλάβαμε.
Κατά συνέπεια επιβεβαίωσε ο κ. Τσίπρας ότι στην επιστολή την οποία έλαβε δεν υπήρχαν ονόματα. Πάμε παρακάτω, ευχαριστούμε πολύ για τη διευκρίνιση, δεν υπήρχαν ονόματα, ευχαριστούμε πολύ. Και πώς να υπήρχαν ονόματα, επειδή στην επιστολή που μου έστειλε εμένα ο κ. Ράμμος έχει αυτούσια την επιστολή που σας έστειλε και ονόματα δεν υπάρχουν. Είναι πολύ ξεκάθαρα τα πράγματα.
Πάμε λοιπόν τώρα στην ουσία της υπόθεσης. Έξι παρατηρήσεις, ένα-ένα αποδομούνται τα επιχειρήματα. Έξι επιμέρους παρατηρήσεις για το ζήτημα αυτό.
Πρώτον, σύμφωνα με το νόμο του ΣΥΡΙΖΑ που ίσχυε τότε, οι υποτιθέμενες επισυνδέσεις καθίστανται προβληματικές εφόσον η ΕΥΠ δεν τήρησε τα προβλεπόμενα.
Σας ρωτώ λοιπόν, ο φάκελος τον οποίο παραλάβατε περιλαμβάνει τέτοιες περιπτώσεις; Αναφέρεται ο κ. Ράμμος στη νομιμότητα των επισυνδέσεων; Ναι ή όχι; Οι επισυνδέσεις αυτές ήταν νόμιμες, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό το θέμα. Γιατί δεν λέει κάτι διαφορετικό ο κ. Ράμμος. Τώρα πάμε στο επίμαχο ζήτημα. Θα έρθω και στα υπόλοιπα. Πάμε τώρα σε ένα κρίσιμο ζήτημα το οποίο πρέπει να απαντηθεί εδώ στη Βουλή για να αποκαταστήσουμε πλήρως, κ. Τσίπρα, τη θεσμική τάξη.
Ποιος κρίνει τη νομιμότητα των επισυνδέσεων. Θέλω να σας διαβάσω ένα κείμενο, αναφέρθηκε σε αυτό και ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, πιστεύω όμως ότι έχει σημασία, αν κάνετε λίγο ησυχία να το ακούσετε και εσείς και έχει σημασία να ακουστεί και από εμένα. Και διαβάζω:
«Η δικαστική λειτουργία είναι μία των τριών συντεταγμένων εξουσιών. Το πλαίσιο της λειτουργίας, της δικαιοδοσίας και των αρμοδιοτήτων της οποίας ορίζεται, προεχόντως, από το Σύνταγμα και δεν υπόκειται ούτε στις άλλες δύο εξουσίες ούτε πολύ περισσότερο σε οποιαδήποτε από τις Ανεξάρτητες Αρχές. Αντιθέτως, οι Ανεξάρτητες Αρχές υπόκεινται στη δικαστική λειτουργία, αφού οι αποφάσεις ελέγχονται από αυτή και προεχόντως από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η απόφαση της δικαστικής αρχής», προσέξτε, «για την άρση του απορρήτου της ελευθερίας της επικοινωνίας, όπως αυτή προβλέπεται από το Άρθρο 19 του Συντάγματος και τον εκάστοτε ισχύοντα εκτελεστικό νόμο, και το αν η άρση έγινε συννόμως αρμόδια να κρίνει είναι μόνο η ίδια η Δικαιοσύνη μέσω των οργάνων της. Η συσταθείσα από το Νόμο 3115/2003 Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών ούτε νομιμοποιείται, ούτε δικαιούται να ελέγξει με οποιοδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, το αν η Δικαιοσύνη δια των οργάνων της άσκησε συννόμως ή μη το δικαίωμα άρσεως του απορρήτου των επικοινωνιών, ενώ η θέσπιση τέτοιας διατάξεως ευρίσκεται εκτός της συνταγματικής τάξης».
Αυτή είναι γνώμη Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Όχι του κ.Ντογιάκου, άλλου Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Τρεις τέτοιες γνώμες υπάρχουν, Εισαγγελέων του Αρείου Πάγου, που επιβεβαιώνουν ακριβώς το ίδιο επιχείρημα.
Δεύτερον, πολιτικά έχω τοποθετηθεί ότι η παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη δεν ήταν πολιτικά αποδεκτή. Υπήρξε για αυτή η δική μου αυτόματη αποδοκιμασία και άμεσες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση των φίλτρων όταν πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα.
Όσο για οποιαδήποτε άλλη σκοτεινή πλευρά αυτής της υπόθεσης, την ερευνούν σε βάθος τόσο η Δικαιοσύνη και η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων και όλα θα φανούν στο τέλος.
Όμως, προσέξτε, η Δικαιοσύνη, κ. Τσίπρα, δεν είναι καλή μόνο όταν βγάζει αποφάσεις που σας βρίσκουν σύμφωνους. Θέλω να θέσω το ερώτημα σε όλους σας, εάν ισχύει σήμερα η δήλωση την οποία κάνατε έξω από τον Άρειο Πάγο, ότι εμπιστεύεστε τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ή αν έχει επικρατήσει η άλλη άποψη η οποία διακινείται από τα στελέχη σας, ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είναι δήθεν κυβερνητικό όργανο.
Είναι απαράδεκτο να ακούγονται τέτοιοι χαρακτηρισμοί για Έλληνες δικαστές. Και επιτέλους σε αυτή την χώρα πρέπει να καταλάβετε ότι ο διαχωρισμός των εξουσιών επιβάλλει σεβασμό στις δικαστικές αποφάσεις. Και σεβασμό στους Δικαστές οι οποίοι καλούνται σε δύσκολες συνθήκες να κρίνουν τελικά τι είναι δίκαιο και τι είναι άδικο.
Τρίτον, και τώρα μπαίνουμε στην ουσία του θέματος, η διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε για να διαμορφωθεί και για να παραληφθεί -τολμώ να πω, είστε καλός σε αυτά- με άκρως θεατρικό τρόπο ο διαβόητος φάκελος, μοιάζει άκρως προβληματική.
Διότι, όπως έχετε ομολογήσει και εσείς, αυτή συντάχθηκε κατόπιν αιτήματός σας. Έτσι δεν είναι; Και λέει εμπλουτίστηκε, το εμπλουτίσατε, λέει, και γραπτώς μετά, με άλλα στοιχεία.
Δεν μου λέτε, προβλέπεται πουθενά αυτή η διαδρομή; Ο ιδρυτικός νόμος της Ανεξάρτητης Αρχής αναφέρει ρητά πως η Αρχή υπεισέρχεται μόνο στον έλεγχο της τήρησης των όρων και της διαδικασίας της άρσης του απορρήτου, χωρίς να εξετάζει την κρίση των αρμόδιων δικαστικών Αρχών.
Και για τον Πρόεδρο της σημαίνει, επί λέξει -ποια είναι η υποχρέωση του Προέδρου; Είναι σημαντικό αυτό το ζήτημα και πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε- ενημερώνει για θέματα άρσεως απορρήτου τον Πρόεδρο της Βουλής, τους αρχηγούς των κομμάτων της Βουλής και τον Υπουργό της Δικαιοσύνης. Αυτό και μόνο.
Δεν αναφέρει πουθενά ότι ο Πρόεδρος δέχεται αιτήματα από μη άμεσα ενδιαφερόμενους και οφείλει να απαντά. Πού το λέει αυτό ο νόμος; Και ασφαλώς η γενική διατύπωση για ενημέρωση επί θεμάτων απορρήτου κάθε άλλο παρά παραπέμπει στη δημοσιοποίηση ονομάτων, τηλεφώνων και άλλων προσωπικών δεδομένων.
Γι’ αυτό άλλωστε, άμα δείτε την ιστορία της Αρχής από συστάσεως της, η Αρχή και ο επικεφαλής ενημέρωναν πάντα την Βουλή παρέχοντας όμως πάντα γενική και ποτέ, το επαναλαμβάνω, ποτέ στην ιστορία της Αρχής δεν έχει υπάρξει προσωποποιημένη ενημέρωση. Ποτέ. Και τώρα είναι αμφίβολο αν έχει υπάρξει διότι, όπως σας είπα πριν, ονόματα συγκεκριμένα στην επιστολή δεν υπήρχαν.
Να θέσουμε το ερώτημα: αυτό περιορίζει την Αρχή; Η Αρχή, θα το ξαναπώ, είναι όργανο της διοίκησης και όχι της Δικαιοσύνης. Ο κ. Ράμμος δεν είναι δικαστής. Είναι τέως δικαστής, είναι προϊστάμενος διοικητικού οργάνου σήμερα, δεν δικάζει. Και θέλω να σκεφτούμε λίγο τι θα συνέβαινε.
(Ήχος από το ακροατήριο εκτός μικροφώνου)
Α, τον αγαπήσετε τον κ. Βενιζέλο ξαφνικά. Αφού τον κρεμάσατε στα μανταλάκια, τώρα τον αγαπήσατε. Καλά, ο κ. Βενιζέλος μας έλεγε και ότι επί της αρχής δεν μπορεί να παρακολουθείται κανένα πολιτικό πρόσωπο. Έτσι δεν είναι; Αυτό ακριβώς είπε και μετά αναγκάστηκε να ανασκευάσει. Δύσκολο για τον ίδιο, αλλά μερικές φορές πρέπει και αυτός να αναγνωρίζει ότι δεν είναι παντογνώστης.
Προσέξτε τώρα. Θέλω να το ακούσετε αυτό. Κύριε Τσίπρα, προσέξτε λίγο. Ας υποθέσουμε ότι η διαδικασία την οποία επιλέξατε γινόταν κανόνας, τότε θα οδηγούμασταν στο εξής παράλογο φαινόμενο: κάθε πολιτικός αρχηγός -έτσι δεν είναι;- θα μπορεί να στέλνει στην ΑΔΑΕ καταλόγους με ονόματα. Εκείνη στη συνέχεια θα ελέγχει τους παρόχους, θα δίνει τα στοιχεία στα κόμματα και αυτά με τη σειρά τους θα ανακοινώνονται στο πανελλήνιο.
Αυτό θέλετε; Αυτήν την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών αναζητάτε; Αυτός είναι ο τρόπος για να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε το απόρρητο των επικοινωνιών; Για σκεφτείτε λίγο, θα μπορούσα, κ. Τσίπρα, κι εγώ να πάω στην Αρχή με έναν κατάλογο τηλεφώνων επί δικών σας ημερών και να ζητήσω αν παρακολουθούσατε εσείς κρατικούς λειτουργούς.
Θα μπορούσαν, ενδεχομένως, το ίδιο να κάνουν και όλα τα κόμματα της Βουλής. Η διαδικασία την οποία επιλέξατε είναι εμφανώς εκτός του νομικού πλαισίου, το οποίο καθορίζεται με σαφήνεια και από το Σύνταγμα και από τον εκτελεστικό νόμο.
Το κερασάκι σε αυτή την τοξική «τούρτα» του ΣΥΡΙΖΑ ποιο είναι; Από καιρό είχαν δημοσιευθεί όλα όσα επικαλούνται επί δύο μέρες οι βουλευτές σας, με ονόματα και με διευθύνσεις. Και πριν ακόμα παραλάβει ο κ. Τσίπρας τα θρυλούμενα στοιχεία, αυτά ήταν πρώτη είδηση σε τρία έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα τα οποία πρόσκεινται στο ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, τα ονόματα αυτά είχαν δημοσιευθεί πολύ νωρίτερα.
Κι αυτό τι μπορεί να σημαίνει κ. Τσίπρα; Μόνο δύο πράγματα. Είτε υπήρξαν, το πιο πιθανό, διαρροές απόρρητων πληροφοριών από την Ανεξάρτητη Αρχή σε μερίδα του Τύπου, είτε ο κ. Τσίπρας επέβαλε τα ονόματα που αυτός ήθελε και ταυτόχρονα μοιράστηκε το στόχο με τα φιλικά μέσα.
Επειδή με ρωτήσατε «ποια είναι τα ρυπαρά δίκτυα», σε αυτά τα ρυπαρά δίκτυα αναφέρομαι, τα οποία διέρρεαν εμπιστευτικά στοιχεία, μέσα από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Και εν πάση περιπτώσει εγώ έχω μία απορία: να υποθέσουμε ότι αυτές οι παρακολουθήσεις γίνονταν, γιατί έχετε τα στοιχεία εσείς και δεν τα έχω εγώ; Αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσετε. Γιατί τα έχετε εσείς και δεν τα έχω εγώ; Γιατί δεν έγινα εγώ αποδέκτης ποτέ καμίας πληροφορίας που αφορά στα πρόσωπα στα οποία αναφερθήκατε;
Γιατί κ. Τσίπρα; Γιατί γνωρίζατε από πριν; Γιατί μήπως γνωρίζατε από πριν τα πρόσωπα στα οποία αναφερθήκατε; Διότι αυτό είπε η κα. Παπανικολάου σήμερα σε συνέντευξή της. Τα γνωρίζατε από πριν. Εσείς τα γνωρίζατε λοιπόν, εγώ δεν τα γνώριζα. Εσείς έχετε τα στοιχεία, εγώ δεν τα έχω. Βγάλτε τα συμπεράσματά σας για τα ρυπαρά δίκτυα στα οποία αναφέρομαι.
Εν πάση περιπτώσει, επειδή όλα τα παραπάνω επιχειρήματα μπορεί να ακούγονται λίγο περίπλοκα και αφορούν μόνο όσους έχουν εντρυφήσει στη λεπτομέρεια της υπόθεσης, να σας πω ένα απλό επιχείρημα το οποίο πιστεύω ότι θα το καταλάβουν όλοι.
Το 2019, λίγο πριν καταρρεύσετε στις εκλογές, κρατήσατε τη Βουλή ανοιχτή για μια εβδομάδα για να αλλάξετε τον Ποινικό Κώδικα. Το έχουμε συζητήσει πολλές φορές το θέμα αυτό. Μετατρέψατε τότε το αδίκημα των υποκλοπών από κακούργημα σε πλημμέλημα. Το κάνατε ενώ γνωρίζατε ότι παρακολουθούσατε το Κομμουνιστικό Κόμμα, σίγουρα τον κ. Σαγιά και τον κ. Πιτσιόρλα και πολλούς άλλους, που είμαι σίγουρος ότι θα μάθουμε στην πορεία.
Δηλαδή, επί ημερών σας οι υποκλοπές έγιναν από κακούργημα πλημμέλημα και σήμερα είναι «το μεγάλο σκάνδαλο που πληγώνει τη δημοκρατία». Σαν λίγο πολύ δεν πάει κ. Τσίπρα;
Λοιπόν, μένω σε δυο απλές διαπιστώσεις: η υπόθεση των επισυνδέσεων βρίσκεται στα χέρια της δικαιοσύνης. Και αυτή τελικά θα αποφανθεί. Βέβαια οι πολιτικές δυνάμεις έχουν την υποχρέωση να απαντούν σε κάθε ζήτημα το οποίο συνδέεται με τη διαφάνεια της δημόσιας ζωής αλλά και με την πολιτική τους αξιοπρέπεια.
Εγώ το έκανα, κ. Τσίπρα. Το έκανα με τόλμη, το έκανα με αυτοκριτική και οι απαντήσεις μου κρίνονται και από εσάς αλλά και από τους πολίτες. Περιμένω τώρα όμως από τον κ. Τσίπρα με το υψωμένο δάχτυλο, να σκύψετε λίγο το κεφάλι σας και να καταθέσετε τις δικές σας τρεις εξηγήσεις.
Με πρώτη, επιτέλους, μια δημόσια συγγνώμη για τον διασυρμό της πατρίδας στον οποίο πρωτοστάτησε για το δήθεν θάνατο της «μικρής Μαρίας». Κουβέντα δεν έχετε πει, κουβέντα δεν έχετε πει.
Όταν όλα τα στελέχη σας και εσείς ο ίδιος συμμετείχατε σε αυτή την πρωτοφανή προσπάθεια διασυρμού της χώρας για ένα περιστατικό το οποίο από την πρώτη στιγμή ο Υπουργός σας είχε πει ότι ήταν ψεύτικο.
Και δεν μου λέτε, κ. Τσίπρα, γιατί ήμασταν τόσο σίγουροι ότι δεν υπήρχε «μικρή Μαρία»; Ακριβώς γιατί έχουμε υπηρεσίες πληροφοριών που μπορούν να μας παρέχουν τέτοια δεδομένα.
Και αναρωτιέμαι, δεν καταλαβαίνετε ότι τελικά με αυτή την εμμονή σας να αγκαλιάζετε κάθε τέτοιο fake news παίζετε το παιχνίδι της Τουρκίας; Το καταλαβαίνετε αυτό; Και τι είστε τελικά; Είστε αφελής ή είστε επικίνδυνος όταν αδιαφορείτε συνειδητά για το εθνικό συμφέρον πάνω στη μανία σας να υπονομεύσετε την κυβέρνηση. Ειλικρινά δεν ξέρω τι από τα δύο είναι το χειρότερο.
Δεν μπορεί όμως ακόμα και σήμερα στελέχη σας να ισχυρίζονται ότι ο αποτρεπτικός φράχτης στον Έβρο παραβιάζει τη διεθνή νομιμότητα. Ο κ. Τζανακόπουλος τα έλεγε αυτά, αποχώρησε από την αίθουσα τώρα.
Και δεν επιτρέπεται τα στελέχη σας να αναπαράγουν διαρκώς fake news διαφόρων μη κυβερνητικών οργανώσεων υπόπτου προέλευσης κατά των ελληνικών δυνάμεων που σώζουν κάθε μέρα ζωές και στην ξηρά αλλά πρωτίστως στη θάλασσα. Και προστατεύουν ταυτόχρονα και τα εθνικά και τα ευρωπαϊκά σύνορα.
Επομένως, κάποια στιγμή από τώρα μέχρι τις εκλογές θα χρειαστεί να απαντήσετε σε ένα απλό ερώτημα: θα γκρεμίσετε τον φράχτη τον οποίο φτιάξαμε; Ναι ή όχι; Θα συνεχίσετε να κατασκευάζετε τον φράχτη τον οποίο έχουμε δρομολογήσει για να προστατεύουμε τα σύνορά μας; Ναι ή όχι; Και σε αυτό θα χρειαστεί να απαντήσετε. Είμαι σίγουρος ότι θα μας δοθεί η ευκαιρία να μπορέσω να εκμαιεύσω μία απάντηση από εσάς. Μην ανησυχείτε, θα έχουμε πολλές ευκαιρίες. Είχαμε εξάλλου, τόσα debate έγιναν, κ. Τσίπρα, στη Βουλή. Πάνω από πενήντα αυτά τα 3,5 χρόνια.
Λοιπόν, δεύτερο ερώτημα: εξακολουθείτε και σήμερα να καλύπτετε τον κ. Παππά που δικάζεται για το σκάνδαλο του στημένου διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες; Τον καλύπτετε; Και θα μας πείτε επιτέλους ποιος είναι ο περίφημος «Α2» μέτοχος του ΣΥΡΙΖΑ Channel; Τι εμπλοκή είχε στην υπόθεση αυτή ο μυστηριώδης κ. Αρτεμίου και πώς γίνεται -θέλω να μου το εξηγήσετε αυτό- ο κορυφαίος Υπουργός και συνεργάτης σας να έχει ως στενότερο συνεργάτη του και να μπαινοβγαίνει στο γραφείο του κ. Καλογρίτσα με έναν δικηγόρο που εξειδικεύεται στις offshore εταιρείες. Γιατί; Τι τεχνογνωσία σάς προσέφερε επιτέλους;
Και τέλος, πείτε μας πού πήγαν τα λεφτά του εκλεκτού σας κατασκευαστή, κ. Καλογρίτσα. Προσέξτε, γιατί τα πράγματα δεν είναι αστεία. Δεν είναι καθόλου αστεία. Διότι έρχεται ο κ. Καλογρίτσας και λέει στην Βουλή επί λέξει -να το ακούσετε εσείς, να το ακούσει και ο ελληνικός λαός και ο βαρύς κ. Πολάκης, που δεν τον βλέπω στην αίθουσα, γιατί θα απεχώρησε μάλλον- ακούστε, λοιπόν:
«Πολάκη, μην φωνάζεις. Είσαι βουλευτής με το κόμμα που μου έφαγε τα λεφτά. Είσαι βουλευτής με τα λεφτά μου». Γιατί δεν κάνετε μήνυση τώρα στον κ. Καλογρίτσα; Τώρα, αν τολμάτε. Εσείς. Ως νόμιμος εκπρόσωπος. Και εσείς μαζί, ο πολλά βαρύς μάγκας που μπήκε στην αίθουσα. Κάντε του μήνυση αν τολμάτε, αν είναι ψέμα όλα αυτά. Πού πήγαν τα λεφτά θα μάθουμε; Βαριά κουβέντα: έρχεται κάποιος και λέει «ολοι σας, βουλευτές με τα λεφτά μου» και δεν τον μηνύετε; Δεν τον μηνύετε;
Τι συμβαίνει, κ. Τσίπρα; Και, εν πάση περιπτώσει, να μας πείτε κάποια στιγμή ή να μας εξηγήσετε την σχέση σας και με τον κ. Καλογρίτσα και με τον κ. Αρτεμίου και με την Βενεζουέλα.
Αλήθεια, αναρωτιέμαι αν μπορείτε, αν μπορείτε να διαβεβαιώσετε το Ελληνικό Κοινοβούλιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πάρει ποτέ χρηματοδότηση από τη Βενεζουέλα. Μπορείτε; Μπορείτε; Ωραία, κρατείται και αυτό λοιπόν.
Εμείς, κ. Τσίπρα, «μένουμε Ευρώπη» χωρίς ερωτηματικό, χωρίς αστερίσκους και χωρίς υποσημειώσεις. Το ερώτημα το δικό σας, με τις σχέσεις του κ. Παππά και του κ. Αρτεμίου με τη Βενεζουέλα, είναι αν εσείς τελικά «μένετε Maduro;». Θα απαντηθούν και αυτά τα ερωτήματα πολύ σύντομα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κύριε Πρόεδρε, μεγάλη η νευρικότητα των συναδέλφων του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα. Κοιτάξτε, είμαι συνηθισμένος πια κ. Τσίπρα, είμαι συνηθισμένος σε αυτήν την πρακτική από την Κοινοβουλευτική σας Ομάδα. Όπως βλέπετε δεν επηρεάζομαι ιδιαίτερα, δεν τιμά όμως το κοινοβούλιο συνολικά η συμπεριφορά σας, κυρίες και κύριοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Λίγο αυτοσυγκράτηση δεν βλάπτει. Να μάθετε επιτέλους να σέβεστε ότι η Δημοκρατία είναι ο κανόνας της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων, τα οποία πρέπει να ακούγονται με σεβασμό στους ομιλητές.
Είπα στην αρχή ότι η σημερινή συζήτηση, κυρίες και κύριοι βουλευτές, αποτελεί όχι μόνο μία ευκαιρία για να συγκρουστούμε, αλλά και μία ευκαιρία για να συγκριθούμε. Και εδώ δεν θα σας κουράσω, δεν θα αντιπαραβάλω όλα όσα έγιναν επί των ημερών μας με το δικό σας μηδενικό αποτέλεσμα.
Ξεκινώντας μάλιστα από τη θέση της χώρας στον παγκόσμιο χάρτη και από τη διεθνή της εκπροσώπηση. Την απορία σας για το αν τελικά υπάρχουν ή όχι θαλάσσια σύνορα, την απαντήσαμε στην πράξη. Επί των δικών σας ημερών, το 75% των προσφύγων και μεταναστών που μπήκαν στην Ευρώπη έμπαιναν από τα ελληνικά σύνορα. Επί δικών μας ημερών ο αριθμός αυτός από το 75% πήγε στο 5%.
Τα αίσχη της Μόριας και της Ειδομένης έδωσαν τη θέση τους σε ανθρώπινες κλειστές δομές. Αντί για 92.000 ανθρώπους το 2019, σήμερα έχουμε λιγότερους από 15.000 σε αυτές τις δομές. Από 121 εγκαταστάσεις, τώρα έχουν μείνει μόλις 33 κέντρα. Και τα νησιά μας, τα τόσο πολύπαθα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, έχουν επιτέλους ανακουφιστεί οριστικά από το πρόβλημα αυτό το οποίο μας κληρονομήσατε.
Και μιλήσατε -δεν θα το αφήσω αναπάντητο- για το τι έγινε στο πεδίο των Ενόπλων Δυνάμεων. Κύριε Τσίπρα, είμαι υπερήφανος που προΐσταμαι μίας κυβέρνησης και μίας κυβερνητικής πλειοψηφίας που θωρακίζει αποτελεσματικά τη χώρα. Υπερήφανος. Εσείς πρέπει να ντρέπεστε που δεν στηρίζετε αυτή την επιλογή.
Δέκα χρόνια δεν είχαν γίνει σοβαρές επενδύσεις. Πού νομίζετε ότι είμαστε; Το Λουξεμβούργο είμαστε; Δεν βλέπετε τον γείτονά μας απέναντι; Και μας κουνάτε το δάχτυλο γιατί αγοράζουμε αεροπλάνα και φρεγάτες; Και αφήνετε άθλια υπονοούμενα, κάνοντας συγκρίσεις με άλλες εποχές;
Και αν ψάχνετε «συνοδοιπόρους» του κ. Τσοχατζόπουλου, στο δικό σας κόμμα θα τους βρείτε, όχι στο δικό μας. Κοιτάξτε τον κ. Ραγκούση, δίπλα σας κάθεται. Και προσέξτε, όλα αυτά κ. Τσίπρα, επειδή αφήσατε πάλι άθλια υπονοούμενα, έγιναν με διακρατικές συμφωνίες. Έγιναν χωρίς μεσάζοντες, όπως ενδεχομένως να ήθελαν κάποιοι δικοί σας φίλοι.
Κι επειδή μιλήσατε, τάχα, ότι εμείς δεν ενισχύουμε την εθνική αμυντική μας Βιομηχανία, θέλω να σας θυμίσω ότι πριν από τρεις μέρες βρέθηκα στην ΕΑΒ. Μια ΕΑΒ η οποία βρισκόταν όχι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, αλλά ήταν παντελώς ανέτοιμη να υλοποιήσει το σημαντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα της αναβάθμισης των F-16 σε Viper. Την είχατε διαλύσει την ΕΑΒ, κ. Τσίπρα. Και μόλις πριν από τρεις μέρες το πέμπτο F-16 Viper πέταξε από την ΕΑΒ για τα Χανιά.
Θέλετε να θυμηθούμε, κ. Τσίπρα, την κατάσταση των ναυπηγείων της χώρας μας, τα οποία ήταν ουσιαστικά και τα δύο στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Αυτή η κυβέρνηση έσωσε και τον Σκαραμαγκά και την Ελευσίνα. Εδωσε δουλειές σε χιλιάδες ανθρώπους αλλά ταυτόχρονα εξασφάλισε ότι και το Πολεμικό Ναυτικό θα μπορεί να έχει αξιόπιστα ναυπηγεία και για να επισκευάζει πλοία και για να μπορεί να ναυπηγεί νέα πλοία.
Η νέα μας εθνική ισχύς αποτυπώνεται και στην επέκταση των χωρικών μας υδάτων και στις συμφωνίες που κάναμε για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Αίγυπτο, με την Ιταλία, σύντομα ελπίζουμε και με την Αλβανία. Ναι, αποτυπώνεται και στις έρευνες για την αξιοποίηση ενεργειακών πόρων νοτιοδυτικά της Κρήτης. Αυτή η κυβέρνηση ξεκίνησε και αυτή τη διαδικασία. Τι κάνατε ακριβώς τέσσερα χρόνια εσείς στο ζήτημα της εξόρυξης υδρογονανθράκων; Τίποτα απολύτως.
Όλες αυτές οι γεωστρατηγικές επιλογές -να προσθέσω και τις σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες- φάνταζαν δύσκολες, αν όχι απίθανες, το καλοκαίρι του 2019. Κι όμως, αυτή η Ελλάδα την οποία εσείς επιμένετε να λοιδορείτε ενισχύθηκε, κ. Τσίπρα, σε όλα τα διεθνή fora. Θυμηθείτε ότι η Ελλάδα, σήμερα, έχει πρωτοστατήσει στην καθιέρωση του ευρωπαϊκού ψηφιακού διαβατηρίου, στη διάρκεια της πανδημίας πρωτοστατήσαμε στην ίδρυση του Ταμείου Ανάκαμψης, πρωτοστατήσαμε στην πρόσφατη καθιέρωση πλαφόν στο φυσικό αέριο.
Τώρα, δυο κουβέντες μόνο, γιατί μιλήσατε και εσείς στο τέλος της ομιλίας σας κάνοντας μια συνολική επισκόπηση και παρουσιάζοντας μια εικόνα της Ελλάδος την οποία μόνο εσείς βλέπατε. Για πάμε λοιπόν λίγο, εν τάχει, μέσα σε ένα δεκάλεπτο, να κάνουμε μια βασική σύγκριση δεδομένων τα οποία δεν νομίζω ότι επιδέχονται αμφισβήτησης.
Πόση ήταν η ανάπτυξη, κ. Τσίπρα, τα τέσσερα χρόνια που κυβερνούσατε; Κύριε Τσακαλώτε, για εσάς είναι όλα αυτά. Λοιπόν, επί υπουργίας Τσακαλώτου πόση ήταν η ανάπτυξη; 0,5%, η χαμηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπράβο σας, ουραγοί. Α, ναι τώρα τα εξηγείτε, σας τα εξηγεί ο κ. Τσακαλώτος. Μην ανησυχείτε, το κατάλαβαν καλά οι Έλληνες πολίτες στο πετσί τους. Το κατάλαβαν καλά.
Πόση είναι η ανάπτυξη τα τέσσερα χρόνια που κυβερνούμε εμείς; Διπλάσια και ενίοτε τριπλάσια του μέσου όρου της Ευρώπης.
Τι έγινε με τις εξαγωγές μας; Έχουμε φτάσει στο 40% του ΑΕΠ. Η ελληνική οικονομία μετατρέπεται σε μία ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία.
Και ύστερα από 11 συνεχόμενες αναβαθμίσεις -ανοίγω μία παρένθεση: ας πει κάποιος στην εκπρόσωπό σας ότι τις αναβαθμίσεις δεν τις αναβάλλει η κυβέρνηση, τις αναβαθμίσεις τις καθορίζουν οι διεθνείς οίκοι οι οποίοι μελετούν τα οικονομικά δεδομένα της χώρας- είμαστε πια έτοιμοι να κάνουμε το τελικό βήμα και να ανακτήσουμε την επενδυτική βαθμίδα. Κάτι το οποίο θα έχει ξεχωριστή σημασία για να μπορέσουμε να μειώσουμε το κόστος δανεισμού όχι μόνο για την Ελληνική Δημοκρατία αλλά και για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Και μιας και επιλέξατε και σήμερα να αναφερθείτε με περίσσιο πάθος στο περίφημο «μαξιλάρι», αυτό το «μαξιλάρι» στο οποίο αναφέρεστε αποτελούσε ουσιαστικά το ενέχυρο των δανειστών έναντι της δικής σας αναξιοπιστίας. Τριάντα-επτά δισεκατομμύρια; Σαράντα δισεκατομμύρια είναι σήμερα. Και δεν είναι «μαξιλάρι», είναι τα αποθεματικά του ελληνικού δημοσίου που αποτελούν δημόσια περιουσία. Αυτή που, μαζί με άλλους πόρους, μπορεί να εξασφαλίζει τα περιθώρια στην πολιτεία να στηρίζει τους πολίτες σε εποχή κρίσης.
Θα το ξαναπώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι ώρα για πανηγυρισμούς και πρέπει να αναγνωρίζουμε ότι πολλοί συμπολίτες μας περνάνε δύσκολα ως αποτέλεσμα της ακρίβειας. Είμαι ο πρώτος ο οποίος δεν πρόκειται κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών να παρουσιάσει μία ωραιοποιημένη εικόνα της ελληνικής οικονομίας.
Δεν πρόκειται, όμως, να δεχθώ και άδικη κριτική για τα σημαντικά επιτεύγματα που πέτυχε αυτή η κυβέρνηση: για τη συνέπεια λόγων και έργων, για το γεγονός ότι μειώσαμε φόρους, μειώσαμε την ανεργία, αυξήσαμε τις επενδύσεις, κάναμε το κράτος ψηφιακό. Όλα αυτά είναι πραγματικά επιτεύγματα.
Και έρχονται, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και ενώνονται με ένα πρωτοφανές πλαίσιο στήριξης της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας. Μιλήσατε για μικρομεσαίους επιχειρηματίες οι οποίοι υποφέρουν. Καλά, δεν σας είπε κανείς από αυτούς που έρχονται και σας βρίσκουν στις περιοδείες σας ότι το ελληνικό κράτος κράτησε όρθια την ελληνική επιχειρηματικότητα τα χρόνια της πανδημίας; Ότι εμείς πληρώναμε τους μισθούς των ιδιωτικών υπαλλήλων; Ότι εμείς δώσαμε δισεκατομμύρια σε επιστρεπτέα προκαταβολή; Δεν τα έχετε ξανακούσει αυτά, κ. Τσίπρα;
Αυτή, λοιπόν, είναι η κατάσταση την οποία θα μπορέσουμε να παραδώσουμε στην κρίση του ελληνικού λαού. Μαζί με μία σειρά από επιτεύγματα στην Παιδεία, την Υγεία, την ψηφιακή πολιτική αλλά και στα ζητήματα που αφορούν τους θεσμούς και τα δικαιώματα.
Και θα κλείσω τον κύκλο της συζήτησης με μια σύντομη αναφορά σε θέματα που αφορούν το Κράτος Δικαίου.
Δεν μου λέτε, εσείς κ. Τσίπρα δεν ήσασταν που το 2015 παραλείψατε τόσους άξιους δικαστές για να τοποθετήσετε Πρόεδρο του Αρείου Πάγου στις 3:00 το πρωί την εκλεκτή σας, την κα. Θάνου; Την ίδια που μετά διορίσατε, αφού αφυπηρέτησε, την επόμενη μέρα, πρωθυπουργική σύμβουλο και αργότερα πρόεδρο Αρχής.
Ενώ εδώ, μαζί μας, είναι ο αγαπητός κ. Πολάκης ο οποίος σήμερα ακόμα ζητάει την κατάργηση των Ανεξάρτητων Αρχών και την απόλυση υπηρετούντων δικαστών.
Δεν τα λέτε αυτά; Τα λέτε. Τα λέτε και μετά ασκείτε κριτική σε αυτή την παράταξη για το Κράτος Δικαίου. Μα, ειλικρινά, μάς εγκαλείτε σήμερα για νομιμότητα και δικαιοσύνη, εσείς, το κόμμα που δια του κ. Βούτση θεωρούσε ότι οι ψήφοι δεν έχουν «μυρωδιά» και άρα είναι ευπρόσδεκτη η συμμαχία με την Χρυσή Αυγή για την αλλαγή του εκλογικού νόμου;
Και, κύριε Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ που οργάνωσε την σκευωρία της Novartis, τώρα κάνει πως δεν ξέρει τον «Μάξιμο Σαράφη», τον οποίο αγάπησε ως κουκουλοφόρο μάρτυρα, αλλά αγνοεί τώρα ως κοινό απατεώνα.
Εσείς θα κάνετε μάθημα στη Νέα Δημοκρατία για ζητήματα Κράτους Δικαίου και δημοκρατίας; Πάει πολύ, κ. Τσίπρα. Έχετε πολύ βεβαρημένο ιστορικό. Πολύ βεβαρημένο ιστορικό.
Μπορεί λοιπόν η κα. Αχτσιόγλου να λέει πως η κανονικότητα δεν είναι ευκαιρία για την αριστερά, όμως η κανονικότητα είναι ευκαιρία για την Ελλάδα. Μια Ευρωπαϊκή χώρα που έχει ήδη δομές εσωτερικού ελέγχου σε όλη την κρατική πυραμίδα, που η Δικαιοσύνη της, προσέξτε, διοικείται πια από τις ηγεσίες τις οποίες ορίζει η επετηρίδα και όχι η βούληση της εκάστοτε κυβέρνησης, και μία κυβέρνηση η οποία νοιάζεται για τα αληθινά δικαιώματα των πολιτών.
Γιατί η Αριστερά μπορεί τάχα να έχει το όνομα, αλλά η φιλελεύθερη πολιτική έχει τη χάρη. Διότι η δική μας κυβέρνηση ήταν η πρώτη η οποία νομοθέτησε την καταπολέμηση των διακρίσεων στην αγορά εργασίας, τα δικαιώματα των συμπολιτών μας με αναπηρία.
Εμείς και όχι εσείς, οι δήθεν προοδευτικοί, καταργήσαμε τις διακρίσεις σε βάρος των οροθετικών. Ενώ εμείς ήμασταν αυτοί που προωθήσαμε εθνική στρατηγική για την προστασία των γυναικών, των παιδιών και της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κλείνω με την εξής παρατήρηση: ύστερα από τη σημερινή συζήτηση έχω την πεποίθηση ότι όλα πλέον στο πολιτικό σκηνικό της πατρίδας μας είναι πολύ καθαρά.
Όλοι έχουν καταθέσει το έργο τους, τις απόψεις τους, όλοι έχουν μιλήσει για τον αξιακό κώδικα που διέπει τις επιλογές τους. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να ισχυριστώ ότι καθώς φτάνουμε στο τέλος της πρώτης κυβερνητικής μας θητείας η παράταξή μας είναι έτοιμη να παραλάβει τη σκυτάλη μιας δεύτερης γόνιμης τετραετίας.
Όσα μεσολάβησαν ένα μόνο θεωρώ ότι αποδεικνύουν: η κυβέρνηση αυτή απέδειξε ότι μπορεί να βγαίνει μπροστά και να αντιμετωπίζει τις κρίσεις, ενώ, κ. Τσίπρα, εσείς έχετε μία ιστορία να προσωποποιείτε εσείς ο ίδιος τις κρίσεις. Διότι τις κρίσεις του 2015 τις προκαλέσατε εσείς, με τους δικούς σας ερασιτεχνικούς -στην καλύτερη περίπτωση- χειρισμούς.
Είμαστε δύναμη έργου και ελπίδας, παραμένετε δυστυχώς -το αποδείξατε και σήμερα- ένας φορέας καθηλωμένος στη μιζέρια. Εμείς έχουμε κάνει πολλά και μπορούμε να κάνουμε περισσότερα, έχουμε κάνει λάθη από τα οποία έχουμε μάθει, εσείς όμως μας φέρατε στο μηδέν και υπόσχεστε πάλι το μηδέν.
Οι Ελληνίδες και Έλληνες θέλουν να ζήσουν σε μία χώρα με ευπρέπεια, αξιοπρέπεια και εθνική αυτοπεποίθηση. Και ξέρουν ότι αυτό το οποίο έχει ανάγκη ο τόπος, περισσότερο παρά ποτέ, είναι σταθερότητα, συνέπεια και συνέχεια.
Οι ίδιοι αναζητούν την εθνική αυτοπεποίθηση ως προϋπόθεση ατομικής και συλλογικής προόδου. Συγκρίνουν, λοιπόν, και κρίνουν. Και γι’ αυτό θα δώσουν στην κάλπη την ίδια απάντηση που θα δώσει απόψε η Βουλή: ισχυρή δεύτερη εντολή στην προκοπή, για αυτοδύναμη Ελλάδα με αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία.
Σας ευχαριστώ.