Γράφει ο Κώστας Λάμπος
Η οπτική θέασης των πραγμάτων και η σχέση της με την αλήθεια ήταν και παραμένει σημαίνουσα και σημαντική για την στρέβλωση ή για την ορθή κατανόηση της πραγματικότητας και της σχέσης μας με αυτήν. Όταν η φιλοσοφία καταλήγει σε στρατευμένη ταξική ιδεολογία είναι επόμενο η στρέβλωση της πραγματικότητας να οδηγεί σε παρανοήσεις και παρενέργειες που μαζί με τα απόνερα πετάμε και το παιδί. Αυτή η συνθήκη ισχύει για όλους μας ακόμη και για τον Στέλιο Ράμφο που χρόνια τώρα μας κατηχεί με τον ιδεαλισμό του Πλάτωνα και με την νέο-ορθοδοξία του που παραμένει μετέωρη στον χωροχρόνο και γι’ αυτό απολογητική.
*
Ο Ράμφος ολοκληρώνει και με το καινούργιο βιβλίο του, ‘Διακόσια χρόνια γέννα 1821-2021’[1] όπως το παρουσιάζει στην τελευταία συνέντευξή του με τίτλο ‘Διακόσια χρόνια εκκρεμότητας’[2] ένα δικό του σύμπαν με ακαθόριστο κέντρο και θολή πηγή φωτός τον μεταφυσικό πλατωνισμό και το δόγμα της ‘χριστιανικής ορθοδοξίας’. Ο πλατωνισμός με την ‘θεωρία των ιδεών’ και με τα ‘περί αθάνατης ψυχής’ γυρίζει την πλάτη του στην Φύση και στην ανθρώπινη κοινωνία και αφού απο-ιστορικοποιεί και από-κοινωνικοποιεί τον άνθρωπο, ψάχνει να βρει το νόημα αυτής της λεηλατημένης ύπαρξής με κριτήριο την ‘ηθική’, λες και τόσο ο άνθρωπος όσο και η ‘ηθική’ του είναι υπεριστορικές υπάρξεις και κατηγορίες. Σε αυτό το ραμφικό σύμπαν η Ελλάδα παρουσιάζεται ως ένας φωτεινός κομήτης που εμφανίστηκε τάχα απροειδοποίητα στην αρχαιότητα και στη συνέχεια εξαφανίστηκε για να μεταμορφωθεί σε Βυζάντιο, στο ανατολικό μισοσκότεινο της Pax Romana, για να επανεμφανιστεί ξαφνικά από το πουθενά στη μορφή της σύγχρονης Ελλάδας, υποτίθεται υπό συνθήκες απόλυτου κενού, απροσδιοριστίας και προφανώς ‘θείας πρόνοιας’, δηλαδή εκτός πραγματικού φυσικού, ιστορικού και κοινωνικού συστήματος δυνάμεων που δρουν στον χωροχρόνο και διαμορφώνουν εθνοθανάτους και ενδογενέσεις, δηλαδή την ιστορία της Ευρώπης και γενικά της ανθρωπότητας.
Αυτή η εκτός ιστορικού χρόνου και χώρου αναφορά του Ράμφου στην Ελλάδα αφήνει εκτός οπτικού πεδίου τον χιλιόχρονο σκοτεινό Μεσαίωνα, την τουρκοκρατία, τις στραπάτσες της γέννησης, τον ακρωτηριασμό, τον στρεβλό και συμπληρωματικό χαρακτήρα, που διαμόρφωσαν οι αγγλογαλλικές διομολογήσεις, (προνομιακές οικονομικές παραχωρήσεις του Σουλτάνου για την εξασφάλιση ανοχής από τις αντίστοιχες αυλές) από το 1535[3] και μετά, που είχαν μεταβάλλει την οθωμανική αυτοκρατορία σε ενδοχώρα του ανερχόμενου καπιταλισμού στις αποικιοκρατικές χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Είναι αυτή η σταδιακή οικονομική διείσδυση της αγγλογαλλικής εμποροκρατίας στην επικράτεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας που υπονόμευσε ακόμα περισσότερο τη ήδη καταρρέουσα θέση του ‘μεγάλου ασθενούς’ που ενίσχυσε τις υπόδουλες εθνότητες στην διεκδίκηση της εθνικής τους απελευθέρωσης.
Σε αυτό το πλαίσιο γεννήθηκε και δυνάμωσε η ιδέα της ελληνικής επανάστασης, διεκδικώντας τόσο την εθνική απελευθέρωση των Ελλήνων από τον τούρκικο ζυγό, αλλά και την κοινωνική απελευθέρωση από την στείρα ανατολική φεουδαρχία και τον κοτζαμπασιδισμό για το πέρασμα στην αστική μετεξέλιξη. Η συγκυρία της εποχής και ο διεθνής συσχετισμός των δυνάμεων ματαίωσε ολοκληρωτικά τον κοινωνικό και περιόρισε δραστικά τον εθνικό χαρακτήρα της ελληνικής επανάστασης του 1821, σε βαθμό που να γίνεται λόγος για μια προδομένη και ανολοκλήρωτη επανάσταση που κατάληξε στο νεοελληνικό κράτος/προτεκτοράτο των μεγάλων δυνάμεων που το έθεσαν υπό την ‘προστασία’ τους.
Η ασφυκτική εξάρτηση του νεοελληνικού κράτους από τις ‘προστάτιδες δυνάμεις’ που ακολούθησε, με όργανά τους το ‘αγγλικόν’, το ‘ρωσικόν’ και το γαλλικόν’ κόμμα και τις αντίστοιχες αδελφοκτόνες φατρίες των κοτζαμπάσηδων, προδιαγράφει τα όρια και το μέλλον του νεοελληνικού κράτους που για εκατό και πλέον χρόνια αναλώνεται στο να μαζέψει τα κομμάτια του και να ολοκληρωθεί, όταν, όπου και όσο η ‘προστασία’ του επιτρέπει. Αυτή την πραγματικότητα ο Ράμφος την αντιλαμβάνεται με τρόπο που αγνοεί την γενικότητα, δηλαδή τον γενικό συσχετισμό δυνάμεων και την αποδίδει στην μερικότητα με την διατύπωση σύμφωνα με την οποία «Η εθνική μας ολοκλήρωση ταλαιπωρήθηκε επειδή η Ελλάδα υπήρξε μία χώρα χωρίς Αναγέννηση», απαλλάσσοντας έτσι τους πραγματικούς θύτες του ακρωτηριασμού της Ελλάδας. Για να το κάνει αυτό, εσκεμμένα ή μη, κατηγορεί την Ελλάδα ότι δεν συμμετείχε στο κίνημα της Αναγέννησης, παραγνωρίζοντας πως Ελλάδα, ως κρατική οντότητα, δεν υπήρχε κατά την Αναγέννηση και δεύτερο πως η Αναγέννηση ως πνευματική εξέγερση εμφανίστηκε σε συνθήκες δυτικής φεουδαρχίας που προωθούσε την εντατική παραγωγή για την αγορά και ποτέ σε συνθήκες ανατολικής φεουδαρχίας που στηρίζονταν στην αυτοκαταναλωτική οικονομία και στην επεκτατική κεφαλική φορολογία. Κατηγορεί μάλιστα την Ελλάδα ότι «διατήρησε στο κράτος της τα στοιχεία τού Αρχαίου και τού Μεσαιωνικού κόσμου χωρίς να περιλαμβάνει τον δημιουργικό χρόνο, αυτόν που εξελίσσει τα πράγματα και τις ιδέες, και εν τέλει την ζωή», λες και τον τύπο του νεοελληνικού κράτους τον επέλεξαν οι Έλληνες και όχι οι ‘προστάτιδες δυνάμεις’ και οι ξένοι στρατοί που στρατοπέδευαν έξω από τις ‘εθνικές συνελεύσεις’ υπαγορεύοντας δια των ντόπιων ‘εκπροσώπων’ τους νόμους, πολιτικές και ρυθμίσεις που διασφάλιζαν τα λεηλατημένα αγγλικά δάνεια και τα λοιπά δικά τους συμφέροντα, με μοναδική εξαίρεση τον Καποδίστρια, που τελικά τον έβγαλαν από την μέση, όχι βέβαια επειδή άφησε αφύλακτες τις πατάτες στο λιμάνι, αλλά επειδή προσπάθησε να δημιουργήσει ανεξάρτητο κράτος για τους Έλληνες και την Ελλάδα.
Αποσιωπώντας ο Ράμφος τις πραγματικές και αντικειμενικές συνθήκες της κακοδαιμονίας της Ελλάδας αναγκάζεται να καταφύγει στην ψυχολογία των Ελλήνων η οποία ήταν τάχα «αντικρατική» και γι’ αυτό «δεν καταλάβαιναν την καθολικότητα που απαιτεί το κράτος, δηλαδή την ευθύνη που έχει ο πολίτης και για τους άγνωστους σε αυτόν συμπολίτες του –το να πληρώνεις για παράδειγμα φόρους για να χτιστεί ένα σχολείο και στην άλλη άκρη της επικράτειας». Τι μας λέει δηλαδή ο Ράμφος, ότι οι ενώ ως υπήκοοι του Σουλτάνου, οι Έλληνες πλήρωναν και μάλιστα πολύ βαρείς φόρους, όταν με τον αγώνα τους ελευθερώθηκαν δεν ήθελαν να πληρώνουν φόρους. Έτσι δεν λέει μόνο ανακρίβειες, αλλά και αποκρύπτει πως οι φόροι πήγαιναν για τα αποδεκατισμένα δάνεια της ‘ανεξαρτησίας’ προς την ‘προστάτιδα’ Αγγλία ή/και γίνονταν πλούτος της εξουσιαστικής τάξης, οπότε η όποια δυσφορία ή ακόμα και φοροδιαφυγή των υπέρμετρα φορολογουμένων δεν ήταν ένα ψυχολογικό πρόβλημα, αλλά αμυντική συμπεριφορά επιβίωσης και τακτική απομίμησης των φοροφυγάδων και φοροκλεπτών ‘ηγητόρων’ τους.
Έτσι ο Ράμφος δεν αποκρύπτει μόνο τον ρόλο των ‘προστάτιδων δυνάμεων’, αλλά και τις ευθύνες των κοτζαμπάσηδων και του ορθόδοξου κλήρου στο να ηττηθούν οι ισχνές, είναι αλήθεια, δυνάμεις της αστικής μετεξέλιξης και να επικρατήσουν πολιτικά οι κοτζαμπάσηδες με τον ακραίο τοπικισμό τους και τα συνακόλουθα. Το να αποδίδεται, λοιπόν, ‘ο διχασμός στην βούληση του Ενός που είναι κλειστή και δεν έχει διεξόδους επιλογής’ ή η εμφυλιοπολεμική κρίση, φαγωμάρα και περιπέτεια, που άρχισε το 1824 με το ποια εξουσιαστική φατρία/μερίδα θα ξεκοκαλίσει τα αγγλικά δάνεια και ως τέτοια με διάφορες μορφές συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ‘στην έλλειψη αυτογνωσίας των Ελλήνων’, και όχι στην κατακερματισμένη, πάνω στους τίτλους της ατομικής ιδιοκτησίας[4] των μέσων παραγωγής, τοπική και ξενόδουλη λούμπεν μπουρζουαζία, αποτελεί απόπειρα αλλοίωσης της ιστορικής πραγματικότητας.
Λάθος αποτελεί επίσης η αντίληψη ότι για την κακοδαιμονία μας φταίει η ματαιοδοξία μας, ως ανθρώπινη ιδιότητα, αδυναμία ή ως μειονέκτημα γιατί κάτι τέτοιο παραπέμπει σε ‘άνθρωπο’ που έρχεται απέξω, από το πουθενά και με την υποτιθέμενη ‘ματαιόδοξη φύση’ του φέρεται αντικοινωνικά, παράλογα και ακατανόητα με αποτέλεσμα να συγκρούεται με τους συνανθρώπους του και με το κοινωνικό σύνολο. Όμως άνθρωποι εκτός θεσμών, δομών και λειτουργειών που ορίζουν τους όρους κοινωνικότητας και ιστορικότητας, δεν υπήρξαν και δεν θα υπάρξουν ποτέ, γιατί οι άνθρωποι, από τους ανθρωπίδες και δώθε, είναι ιστορικοκοινωνικά όντα και δημιουργήματα, που ως τέτοια προσπαθούν εξ’ ανάγκης, δια του οράματος, των αγώνων και της προόδου να αλλάξουν τους υλικούς και πνευματικούς όρους της ύπαρξής τους προς το γενικό καλό, επειδή στην ιστορική τους διαδρομή έχουν κατανοήσει πως με την επιδίωξη του γενικού καλού επιτυγχάνεται και το ατομικό καλό, ενώ στην αντίθετη περίπτωση που ο καθένας επιδιώκει ξεχωριστά και στη βάση της αρχής ‘ο θάνατός σου η ζωή μου’, το ατομικό του καλό καταλήγει υπέρ του 1% που λεηλατεί το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού. Άνθρωπος αφ’ εαυτού, ή από μόνος του (Mensch an sich) δεν υπάρχει, παρά μόνο για τους νεοκλασικούς και τους νεοφιλελεύθερους εξουσιαστές. Ο άνθρωπος πάρχει μόνο ως κοινωνική οντότητα, (Mensch als soziales Wesen), αλλά ο Ράμφος προτιμά τον ακοινωνικό, για να μην πούμε τον αντικοινωνικό και εκτός κοινωνίας άνθρωπο ‘του θεού’. Τώρα γιατί ο Ράμφος μιλάει για ανθρώπους εκτός θεσμών, δομών, αξιών και λειτουργιών, δηλαδή εκτός οικονομικοκοινωνικού γίγνεσθαι και συστήματος, είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από όσους προβληματίζονται για τους λόγους της μεταμόρφωσής του από ψυχή της ανήσυχης, αβόλευτης και για πολλούς τότε ενοχλητικής ΠΑΝΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΗΣ σε ιδεολογικό απολογητή ακόμα και του ύστερου, του απάνθρωπου, παρακμασμένου και καταστροφικού καπιταλισμού.
Ο ίδιος μας επιτρέπει να συμπεράνουμε τον λόγο αυτής της αλλαγής οπτικής γωνίας στην προσέγγιση ανθρώπων, πραγμάτων και καταστάσεων, όταν ομολογεί ότι «το πεδίο στη σκέψη μου είναι το πεδίο του νοήματος, της χριστιανικής πίστεως που για την Ελλάδα είναι η Ορθοδοξία», ομολογία που μαρτυρά την στρατευμένη σκοπιμότητα της σκέψης του, γεγονός που δικαιολογεί τον μουσουλμάνο, τον βουδιστή, τον εβραίο κ. λπ., να έχουν αντίστοιχα ‘νοήματα’ άκριτης και σκοτεινής πίστης που δικαιολογούν τη μακέλευση των λαών, των πολιτισμών και της ανθρωπότητας . Αυτή η σκοπιμότητα τον αναγκάζει να αγνοεί ή να παραγνωρίζει ότι η Ελλάδα προϋπήρξε του χριστιανισμού, ότι ο χριστιανισμός υπήρξε ανελέητος διώκτης του Ελληνισμού καθώς επίσης και ότι αποτελεί κακή και καταχρηστική αντιγραφή και παραμόρφωση αρχών και αξιών του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και γενικότερα του Ελληνισμού, τον οποίο και καθήλωσε στην μεσαιωνική σκοταδιστική θεοκρατία, στην άγονη βυζαντινή επαναληπτικότητα και στην άχρονη αιωνιότητα της δογματικής πίστης, όπως ο ίδιος καταγγέλλει, χωρίς ωστόσο να τολμά, από δειλία, όπως ο Δημητριάδης τον κατηγορεί, να διαχωρίσει τη θέση του από την στείρα χριστιανική παράδοση, όπως και από κάθε θρησκευτική παράδοση δημιούργημα των εκάστοτε εξουσιών. Βέβαια θα διαφωνήσω με τον Δημητριάδη, ότι ο Ράμφος είναι δειλός, γιατί εκτιμώ ότι ο Ράμφος δεν είναι δειλός, αλλά πονηρός, αφού με αυτές τις απόψεις έκανε καριέρα και κατάφερε να αναδειχθεί από το σύστημα σε ‘εθνικό φιλόσοφο’ που μορφώνει τα οικονομικά και πολιτικά στελέχη του μέσω της τηλεόρασης και των ιδιωτικών λεσχών και όχι στο πανεπιστήμιο που ανθεί κάπου-κάπου και η κριτική. Εξ’ αυτού ο Ράμφος επιμένει να θεωρεί ότι «τα θρησκευτικά σύμβολα παίζουν μεγάλο ρόλο στη ζωή του ανθρώπου», χωρίς να διευκρινίζει αν αυτός ο ρόλος προάγει τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του, ή τον υπονομεύει παρουσιάζοντας τον άνθρωπο σαν πρόβατο που έχει ανάγκη από τσοπάνη και τσοπανόσκυλα. Το γεγονός όμως ότι ο Ράμφος υποστηρίζει ακόμα και παρά τις άπειρες επιστημονικές διαψεύσεις των θρησκευτικών μύθων, ότι «ένας θεός σταυρώνεται για τους ανθρώπους», κατηγορώντας έτσι απροκάλυπτα τους υποτίθεται ‘αμαρτωλούς’ ανθρώπους, οδηγεί στη σκέψη, ότι δεν μιλάει πια ως φιλόσοφος, αλλά ως κοινός επαγγελματίας θεολόγος και ινστρούχτορας που δίνει εξετάσεις στην ιερατική/εξουσιαστική ιεραρχία, που δεν μπορεί να κατανοήσει ότι ένας ‘θεός’, ως ‘πάνσοφος, παντοδύναμος και πανάγαθος’ δεν χρειάζεται να σταυρωθεί για τις ‘αμαρτίες’ των δημιουργημάτων του, αφού απλά θα μπορούσε να διορθώσει το λάθος του, αντί να τα κάνει υποτίθεται ‘ατελή και με τόσα εκ γενετής προπατορικά ‘αμαρτήματα/ελαττώματα’ που προκαλούν δυστυχία στα ίδια και στους άλλους. Το παράλογο και η κραυγαλέα αντίφαση είναι φανερή, αλλά για τους στρατευμένα σκεπτόμενος ιδεολόγους είναι αναγκαία για να αποφύγουν το κρίσιμο ερώτημα για την έννοια και τον ρόλο του ‘θεού’[5]. Του ‘θεού’ όχι όπως τον φαντάζεται ο μορφωτικά, οικονομικά και κοινωνικά λεηλατημένος και πνευματικά ευνουχισμένος υπήκοος της όποιας εξουσίας, αλλά όπως τον εμφανίζουν και τον εμπορεύονται όλα τα ανά τον κόσμο σκοταδιστικά ιερατεία, που ενώ γνωρίζουν ότι ο ‘θεός’ ως έννοια δεν είναι παρά ο συμβολισμός, το φετίχ των εκάστοτε εξουσιών που του έχουν ανατεθεί ο ρόλος μιας αόρατης, τιμωρητικής και παρένθετης εξουσίας που στραγγαλίζει την οργή και τις εντάσεις των εξουσιαζόμενων ενάντια στις αυθαιρεσίες, την αδικία και τον φόβο της εκάστοτε εξουσίας με την υπόσχεση της μετά θάνατον παραδείσιας ζωής ή με την απειλή της αιώνιας τιμωρίας στην κόλαση. Όσο για την επίκληση της πίστης έναντι της επιστημονικά έγκυρης και κοινωνικά χρήσιμης γνώσης φαίνεται πως αυτή λειτουργεί ως αφιόνι που μετατρέπει αθώους και φιλειρηνικούς ανθρώπους σε λύκους/ατομιστές και στρατιώτες θηρία έτοιμα να σκοτώσουν και να σκοτωθούν για την μεγέθυνση του πλούτου των τραπεζών, των εκμεταλλευτών και των κατακτητών, ενός πλούτου το μέγεθος του οποίου είναι ανάλογο με τον αριθμό των νεκρών ‘απίστων’ και ‘εχθρών’. Έτσι όμως μαζί με τα απόνερα της γέννας της ιστορίας πετάμε και το παιδί, τον άνθρωπο, την Ελλάδα και τον ανθρωπισμό.
Κλείνοντας, με αυτές τις λίγες παρατηρήσεις πάνω στο μειλίχιο και τάχα βαθυστόχαστο ράμφιο απολογητικό και γι’ αυτό αντιφατικό κατασκεύασμα, παραθέτω, για όσους δεν την έχουν ήδη διαβάσει, αυτούσια την καταγγελτική κραυγή του Δημήτρη Δημητριάδη, που αποκαλύπτει τους υπεύθυνους για την διαιώνιση του μεγάλου διαχρονικού ψέματος πάνω στο οποίο είναι θεμελιωμένος ο σύγχρονος και ιδιαίτερα ο δυτικός πολιτισμός που οδήγησε την ανθρωπότητα στην καπιταλιστική βαρβαρότητα: «Κανείς από τούς ιδιοφυείς όλων των αιώνων δεν διαισθάνθηκε την φρικαλέα συμπαιγνία; Την αντιανθρώπινη στόχευση; Την λανθασμένη ερμηνεία αλλά και την παιδαριώδη δήθεν «σκέψη» οι οποίες διοργάνωσαν το πολυχιλιετές ψυχοσωματικό στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων, με προεξάρχοντες διανοητικούς τυράννους αντίστοιχης εμβέλειας με εκείνους που κατατρόπωσαν ως πολιτικοί ηγέτες τούς λαούς τους; Όχι. Υπηρέτησαν μία προαιώνια απάτη αυτοί οι Πατέρες και Φωστήρες τού Πνεύματος. Συγγράμματα επί συγγραμμάτων υποστήριξαν διά τής γραφής και τού προφορικού λόγου άψογα συνταγμένα αλλά παράφρονα επιχειρήματα προκειμένου να επαληθεύσουν κακήν κακώς και με τα χίλια ζόρια ένα εκ βάθρων έωλο, σατανικά επινοημένο από διαστροφικές ψυχοσυνθέσεις εκτρωματικό και ανθρωποκτόνο κατασκεύασμα. […] Η αιωνιότητα είναι το χρονικό μηδέν. Ο Θεός είναι η υπαρκτική απουσία. Τα πάντα κλονίζονται, τα πάντα διαρρηγνύονται : ολόκληρη η γραμματεία, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Χέγκελ, από τούς Πατέρες τής Εκκλησίας μέχρι τον Αυγουστίνο και τον Άνσελμο, τον Ακινάτη, τον Σπινόζα, τον Πασκάλ, τον Ντεκάρτ, τον Χομπς, τον Καντ, τον Κίρκεγκωρ, τον Μπούμπερ, τον Ροζεντσβάιχ, τον Χάιντεγκερ και βάλε, αποδεικνύεται, ως προσηλωμένη, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην έννοια τού Θεού, από έωλη έως άκυρη»[6].
Οι διαχρονικές δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, οι πραγματικοί δημιουργοί του πλούτου και του πολιτισμού, πιστές στα οράματα, στους κοινωνικούς αγώνες και στην στρατηγική της κοινωνικής ισότητας και του αταξικού ουμανισμού[7] που τους οδήγησε μέχρι τον 21ο αιώνα, οφείλουν εδώ, τώρα και παντού να αντιληφθούν τον ιστορικό τους ρόλο και να μετακινηθούν άμεσα και αποφασιστικά από την θέση του αντικειμένου του κεφαλαίου στην θέση του υποκειμένου της ιστορίας με την ελπίδα ότι θα προλάβουν να ματαιώσουν την απόλυτη καταστροφή, πριν τα ηγεμονικά και φιλοπόλεμα γεράκια της Ανατολής και της Δύσης καταστρέψουν το ανθρώπινο είδος, ή οι προφήτες της ‘Μεγάλης Επανεκκίνησης’ του καπιταλισμού καταφέρουν να πραγματοποιήσουν τα αρρωστημένα σχέδιά τους για την ‘αναβάθμιση του ανθρώπινου όντος’ σε πειθήνια τηλεκατευθυνόμενα ρομπότ. Ο χρόνος των ψευδαισθήσεων έληξε και η καμπάνα χτυπάει λυπητερά για όλους μας.
_________________________
https://classlessdemocracy.
[1] Ράμφος Στέλιος, Διακόσια χρόνια γέννα, 1821-2021, ΑΡΜΟΣ, Αθήνα 2022.
[2] Ράμφος Στέλιος, Διακόσια χρόνια εκκρεμότητας, Συνέντευξη στον Αντώνη Κυριαζάνο, στο www.capital.gr,
[3] Βλέπε σχετικά, Lambos Kostas, Abhängigkeit und fortgeschrittene Unterentwicklung dargestellt am Beispiel der Landwirtschaft Griechenlands R. G. Fischer Verlag, F/M 1981. Λάμπος Κώστας, Εξάρτηση, προχωρημένη υπανάπτυξη και αγροτική οικονομία της Ελλάδας, ΑΙΧΜΗ, Αθήνα 1983, καθώς επίσης, Λάμπος Κώστας, Ένα σύντομο ιστορικό της περιπετειώδους διαδικασίας γέννησης και του χαρακτήρα της σύγχρονης Ελλάδας, https://classlessdemocracy.
[4] Βλέπε αναλυτικά, Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας. Η ατομική ιδιοκτησία ως μήτρα βίας, εξουσίας, ανισότητας, εγκληματικότητας, σκοταδισμού και ανηθικότητας, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017.
[5] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2015.
[6] Δημητριάδης Δημήτρης, «Η δειλία ενός στοχαστή» . Ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης δίνει μια μαχαιριά στον φιλόσοφο Στέλιο Ράμφο, στις www.anixneuseis.gr,
[7] Βλεπε, Lampos Kostas, Social in/Equality an Classless Humanism, ONTIME BOOKS, London 2020.