Στήριξη σε σχέση με άλλες χώρες Η Ελλάδα έχει παράσχει προς τους πολίτες της τη μεγαλύτερη οικονομική στήριξη στην Ευρώπη απέναντι στην ενεργειακή κρίση, αναλογικά με το ΑΕΠ της. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ανάλυση του Ινστιτούτου Bruegel, με στοιχεία που αφορούν το διάστημα Σεπτέμβριος 2021-Ιούνιος 2022, προκύπτει ότι η Ελλάδα για τη στήριξη των νοικοκυριών έχει δαπανήσει 3,7% του ΑΕΠ, 6,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Τι έχουν δαπανήσει όμως άλλες χώρες; Η Ισπανία σχεδόν 40% λιγότερο, 2,3% του ΑΕΠ. Η Ιταλία 2,1% του ΑΕΠ, η Γαλλία 1,4% του ΑΕΠ. Η Ισλανδία, η Δανία, η Τσεχία 0,1% του ΑΕΠ. Η Κύπρος 0,7% του ΑΕΠ.
Αύξηση του Πληθωρισμού σε Ευρώπη και ΗΠΑ Ο πληθωρισμός κατέγραψε ρεκόρ τον Ιούνιο στην ενιαία νομισματική περιοχή του Ευρώ, αφού μετρήθηκε στο 8,6%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Οι χώρες της Βαλτικής υφίστανται την πιο μεγάλη πίεση (Εσθονία 22%, Λιθουανία 20,5%, Λετονία, 19%), ακολουθεί η Σλοβακία (12,5%), ενώ πολύ ψηλά βρίσκεται η Σλοβενία με 10,8%, το Βέλγιο με 10.5%, το Λουξεμβούργο με 10.3% και η Ισπανία με 10%. Στη Γαλλία ο ρυθμός των ανατιμήσεων αυξήθηκε από το 5,8% τον Μάιο στο 6,5% τον Ιούνιο, ενώ στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ε.Ε., την Ιταλία, ο πληθωρισμός αυξήθηκε περισσότερο από μια μονάδα σε ένα μήνα, φτάνοντας στο 8,5%.
Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός τον Ιούνιο εκτιμάται πως έφτασε στο 12,1%. Με βάση τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, περισσότερο από το μισό του πληθωρισμού της Ευρωζώνης οφείλεται στις αυξήσεις των ενεργειακών προϊόντων ενώ χωρίς τα καύσιμα και τα ανεπεξέργαστα τρόφιμα ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης θα ήταν 4%. Οι αυξήσεις στα ενεργειακά προϊόντα τον Ιούνιο έφτασαν σε ετήσια βάση το 41,9%.
Εκτός των χωρών της ζώνης του Ευρώ, στη Μεγάλη Βρετανία, που δεν επηρεάζεται τόσο από τις επιπτώσεις του πoλέμου στην Ουκρανία, ο πληθωρισμός κυμαίνεται στο 9,1% που είναι η χειρότερη επίδοση της χώρας από το 1982.
Ενώ και στις ΗΠΑ που επίσης δεν επηρεάζονται άμεσα από τον πόλεμο, ο πληθωρισμός είναι στο 8,6%. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από τον Δεκέμβριο του 1981
[1].
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Κατάσταση ΔΕΗ Το Δημόσιο ελέγχει σήμερα το 34% της Δ.Ε.Η. και ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στην εταιρία. Εάν η ενεργειακή κρίση έβρισκε τη Δ.Ε.Η. στην κατάσταση του 2019, οι συνέπειες για τους Έλληνες καταναλωτές θα ήταν πολύ χειρότερες. Η εταιρεία σήμερα επενδύει σε νέες μορφές ενέργειας και έχει τη δυνατότητα να στηρίξει τους καταναλωτές διαθέτοντας περίπου 800 εκατομμύρια ευρώ, για επιδότηση λογαριασμών.
Ταυτόχρονα η πρόσφατη αναβάθμιση της αξιολόγησης της Δ.Ε.Η. από την Standard & Poor's είναι ψήφος εμπιστοσύνης για την εταιρεία και δικαιώνει τη στρατηγική που ακολούθησε η Κυβέρνηση για την εξυγίανσή της. Εξαιτίας της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, η Δ.Ε.Η. την Άνοιξη του 2019 ήταν ένα βήμα πριν τη χρεωκοπία, σύμφωνα με την έκθεση του ορκωτού ελεγκτή. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε αδρανήσει εξαιτίας ιδεοληψιών και έλλειψης τεχνοκρατικής γνώσης, η παραγωγή ρεύματος από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) θα είχε προχωρήσει περισσότερο και η Δ.Ε.Η. θα είχε σήμερα μεγαλύτερες δυνατότητες συμπίεσης των τιμών.
Απολιγνιτοποίηση Η απολιγνιτοποίηση είναι μία διαδικασία η οποία έχει δρομολογηθεί εδώ και πάνω από μια δεκαετία. Ξεκίνησε ουσιαστικά το 2010 με σταδιακή απόσυρση παλιών λιγνιτικών μονάδων. Κατά τα χρόνια που κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη μειώθηκε κατά 50%, από 19,5 τεραβατώρες, σε 10 τεραβατώρες ετησίως.
Η απόφαση της σταδιακής μείωσης της συμμετοχής του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή ήταν και παραμένει, σωστή και επιβεβλημένη, όχι μόνο για περιβαλλοντικούς αλλά και για οικονομικούς λόγους. Ο λιγνίτης είναι ακριβός και ρυπογόνος, ενώ σε κανονικές συνθήκες είναι πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο και πάντα ακριβότερος από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Όμως λόγω του πολέμου στην Ουκρανία η τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε (έφτασε και μέχρι 10 φορές παραπάνω) με αποτέλεσμα η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη να γίνει προσωρινά συγκρίσιμη.
ΑΠΕ Την περίοδο 2015-2018 η αύξηση των ΑΠΕ δεν ξεπέρασε το 0,4% ετησίως. Αντίθετα, το 2019 που η Νέα Δημοκρατία έγινε κυβέρνηση οι ΑΠΕ αυξήθηκαν κατά 2,2%, το 2020 αυξήθηκαν κατά 5,16% και το 2021 η αύξηση ήταν 9,06%. Παράλληλα την τελευταία διετία υλοποιήθηκαν στον κλάδο των ΑΠΕ 17 φορές περισσότερα έργα από όσα έγιναν την περίοδο 2015-2018. Σε ότι αφορά το μέγεθος της ενέργειας από ΑΠΕ, την περίοδο 2015-2018 προστέθηκαν μόλις 805 μεγαβάτ, ενώ τα 2 τελευταία χρόνια προστέθηκαν 2.107 μεγαβάτ.