Περί προόδου και ιστορικού υποκειμένου
Γράφει ο Κώστας Λάμπος
Οι κοινωνίες εξελίσσονται σε πολλά ταυτόχρονα επίπεδα με αποτέλεσμα να αλλάζουν, παρά την διαλυτική δραστηριότητα των σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων, προς το καλύτερο, όπως μας διδάσκει η αισιοδοξία της ιστορίας του τρωγλοδύτη/τροφοσυλλέκτη που εξελίχθηκε σε κοσμοναύτη και εξερευνητή του διαστήματος. Μια από τις θεμελιακές αλλαγές που συντελούνται με το πέρασμα των χρόνων είναι η συνήθως επαναστατική, δηλαδή βίαιη, ταξική διαστρωμάτωση των κοινωνιών με αποτέλεσμα την αλλαγή και σε επίπεδο της κοινωνικής ηγεσίας, την γνωστή και ως υποκείμενο της ιστορίας, που αναλαμβάνει κάθε φορά να οδηγήσει την εξέλιξη των εκάστοτε κοινωνιών στο επόμενο σκαλί της προόδου. Στα πλαίσια του κοινωνικού γίγνεσθαι υποκείμενα της ιστορίας αποτέλεσαν η τάξη των δουλοκτητών, η τάξη των φεουδαρχών και η τάξη των καπιταλιστών.
Οι δυνάμεις που απ’ αρχής και δυναμικά πιέζουν προς την εξέλιξη και την αλλαγή προς το κάθε φορά καλύτερο είναι σταθερά οι προϊστορικοί δαμαστές των φυσικών αντιξοοτήτων με στόχο την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και στη συνέχεια οι απληροφόρητοι και αναγκαστικά μονοδιάστατοι (δούλοι, δουλοπάροικοι, μισθωτοί εργαζόμενοι) δημιουργοί του πλούτου και του πολιτισμού. Οι οποίοι, όμως, λόγω του καθυστερημένου βαθμού ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, μέχρι το πρόσφατο παρελθόν, αδυνατούσαν τόσο από άποψη γνώσεων όσο και από άποψη χρόνου να διαχειριστούν για λογαριασμό του κοινωνικού συνόλου την δημιουργική δραστηριότητά τους, με αποτέλεσμα να ‘δέχονται’ ως ηγεσία τους, και αναγκαστικά τον ετεροπροσδιορισμό τους από τα αριστοκρατικά από βία και καταγωγή, τα ηγετικά στρώματα των εκάστοτε χωροχρονικά οριζόμενων κοινωνιών.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας ιστορικής περιόδου η απολυταρχική βία των σκοταδιστικών και των εξουσιαστών ιερατείων του Μεσαίωνα αντικαταστάθηκε από την ‘αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία’ που αναδείχτηκε από την ‘αγγλική επανάσταση’, (1642-1651), και εγκαθιδρύθηκε από την γαλλική αστική επανάσταση, το 1789, στα πλαίσια της οποίας τη θέση της ωμής απολυταρχικής βίας πήρε η διαμεσολαβητική παραπλάνηση και ο εξουσιαστικός φόβος. Το γεγονός ότι η καινούργια κοινωνική ηγεσία, η αστική τάξη και το κεφάλαιο, ως το καινούργιο ‘υποκείμενο της ιστορίας’, αποδείχτηκαν ανίκανοι να λειτουργήσουν ως κοινωνική ηγεσία προς όφελος ολόκληρης της κοινωνίας έφερε στην επιφάνεια την απαίτηση των εργαζόμενων για μια αλλαγή προς το καλύτερο. Αυτή την διαρκή απαίτηση της εργαζόμενης κοινωνίας για έναν καλύτερο κόσμο κάποιοι εξουσιαστές την ερμήνευσαν ως πρόσκληση να την εξουσιάσουν, και επειδή δεν μπορούσαν μόνοι, σοφίστηκαν να αναλάβουν την ηγεσία της ‘σοσιαλιστικής επανάστασης’ ‘για λογαριασμό’, και φυσικά με την επαναστατική δράση ‘της εργατικής τάξης’, του ‘προλεταριάτου’. Για να τα καταφέρουν καλλιεργούν έναν ακατανόητο και παραπλανητικό ‘εργατισμό’, σπέρνοντας ζιζάνια στις σχέσεις μεταξύ ‘πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας’, λες και οι εργάτες δεν έχουν και δεν χρησιμοποιούν το μυαλό τους και κατά την παραγωγική τους δραστηριότητα, και αφήνοντας έξω από το ιστορικό εγχείρημα τις άλλες παραγωγικές κοινωνικές τάξεις και τα διάφορα μικρότερα στρώματα των αυτοαπασχολούμενων, εξίσου αν όχι σε μεγαλύτερο βαθμό θύματα του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό, γνωστό και ως ‘αείμνηστο υπαρκτό σοσιαλισμό’.
Σήμερα, στον 21ο αιώνα οι τεχνητές διαφοροποιήσεις μεταξύ χειρωνακτών και πνευματικά εργαζόμενων έχουν ξεθωριάσει, γιατί ο καπιταλισμός αναγκάστηκε να ανοίξει τα σχολεία και τα πανεπιστήμια προκειμένου να μορφωθούν τα παιδιά των εργατών και των αγροτών για να λειτουργήσουν την καπιταλιστική οικονομία και να τη διαχειριστούν προς το συμφέρον του κεφαλαίου. Αυτή η εξέλιξη έφερε απέναντι στο κεφάλαιο ολόκληρη την εργαζόμενη κοινωνία που τώρα πια παράγει, ως δύναμη Εργασίας, Επιστήμης και Πολιτισμού ταυτόχρονα, πολυδιάστατα και ως ενιαίο Όλον, έχοντας πλήρη εικόνα τόσο για την ακαταλληλότητα του κεφαλαίου να συνεχίσει να ηγείται της κοινωνίας, όσο και για το πώς μπορεί η οικονομία να τεθεί υπό τον αμεσοδημοκρατικό έλεγχο της κοινωνίας και συνολικά της ανθρωπότητας.
Όλα αυτά δείχνουν ότι σήμερα, στον 21ο αιώνα, το παλιό υποκείμενο της ιστορίας οφείλει να δώσει τη θέση του στο καινούργιο, κι αυτό δεν είναι άλλο από το Κοινό των Ανθρώπων, την Κοινοδομή, τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, οι οποίες υποστασιοποιούνται όλες μαζί στο πρόσωπο του σύγχρονου πολυδιάστατου εργαζόμενου, που για να δημιουργήσει δεν χρησιμοποιεί ‘μόνο τα χέρια του’, αλλά ταυτόχρονα χρησιμοποιεί το μυαλό του, την επιστημονική του κατάρτιση, τις κοινωνικές ευαισθησίες και την πολιτιστική του καλλιέργεια, προσόντα, δεξιότητες και οραματισμοί, που ως Εμείς τον αναδείχνουν στο σύγχρονο υποκείμενο της ιστορίας.
Για να κατανοηθεί αυτή η σημαντική και σε βάθος αλλαγή που στις μέρες μας συντελείται στα μυαλά μας, οφείλουμε όλοι να εκσυγχρονίσουμε το εννοιολογικό μας ‘οπλοστάσιο’, που σημαίνει ότι οφείλουμε να κατανοήσουμε την γλώσσα ως κώδικα ζωντανής ιστορίας που εξελίσσεται αδιάλειπτα, με προοπτική όταν καταργηθεί το κεφάλαιο, ως κοινωνική σχέση όπου οι λίγοι, οι κάτοχοι των μέσων παραγωγής, εξουσιάζουν τους πολλούς, να καταργηθεί και το αντίστοιχο σ’ αυτή την εποχή κατηγόρημα, δηλαδή η εξαρτημένη εργασία και το υποκείμενό της ‘ο εργάτης’ για να μπει η ανθρωπότητα στο επόμενο εξελικτικό της στάδιο, στο στάδιο του ελεύθερου Ανθρώπου, του πολυδιάστατου Ανθρώπου της δημιουργικής ενασχόλησης σε μια αυτοδιευθυνόμενη, δηλαδή, μη εκμεταλλευτική κοινωνία.
Για να συμβούν όμως όλα αυτά οφείλουμε ως άτομα, ως κοινωνίες και ως ανθρωπότητα να ξεκολλήσουμε από τα ιδεολογήματα του 19ου και του 20ου αιώνα και να σφυρηλατήσουμε μια νέα κοσμοαντίληψη που θα ακολουθεί τον βηματισμό της ιστορίας και θα συστοιχείται με ‘το βέλος του χρόνου’ που έρχεται από το πολύ μακρινό παρελθόν και θα πορευθεί ακόμα μακρύτερα στο μέλλον. Γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει η ανθρωπότητα να συνεχίσει με κοινωνική ισότητα και ελευθερία, χωρίς τους εφιάλτες του παρελθόντος, τις σκοταδιστικές παγίδες, τους ιδιοκτησιακούς και μιλιταριστικούς περιοριστικούς όρους που μικραίνουν τους ορίζοντες των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού.
Η ιστορία, ως έκφραση της δυναμικής ολόκληρης της εργαζόμενης κοινωνίας και ως οικουμενικό όραμα του 21ου αιώνα για έναν καλύτερο κόσμο, κυοφορεί στη σκέψη και στην συνείδησή μας το καινούργιο υποκείμενό της, την δύναμη που θα μας βγάλει από την καπιταλιστική βαρβαρότητα και θα μας οδηγήσει στον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας. Κι αυτό δεν μπορεί να είναι άλλος εκτός από εμάς τους ίδιους, ως ενιαίο και αποφασισμένο Όλον, ως Κοινό των Ανθρώπων, ως Κοινοδομή σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και οικουμενικό επίπεδο που θα αυτοδιοικείται αμεσοδημοκρατικά, και όχι ως μίζερα, νοσηρά και εγωιστικά ‘Εγώ’ που τα έμαθαν να τρώει το ένα τις σάρκες του άλλου και να φοβούνται την ισότητα και την ελευθερία.
__________________