Αντιφώνηση Ευάγγελου Βενιζέλου στην εκδήλωση για την παρουσίαση και επίδοση του Ανταποδοτικού Τόμου «Η θεωρία της συνταγματικής πράξης. Μελέτες διαλόγου με το έργο του Ευάγγελου Βενιζέλου», εκδόσεις Σάκκουλα, στην Εθνική Πινακοθήκη (16.12.2024)
Αγαπητή Κυρία Πρόεδρε της Δημοκρατίας, κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου να αρχίσω ευχαριστώντας θερμά όλες και όλους εσάς. Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρίσταται εδώ όχι μόνο υπό τη θεσμική της ιδιότητα, αλλά και ως πολύ παλιά και πολύ καλή φίλη. Ευχαριστώ τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γέροντα Χαλκηδόνος, κ. Εμμανουήλ, πρώτο τη τάξει μητροπολίτη του Οικουμενικού Θρόνου, που βρίσκεται εδώ ως εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχου, τον θεοφιλέστατο Επίσκοπο Θεσπιών κ. Παύλο με τον οποίο συνδεόμασταν παλιότερα και ακαδημαϊκά που εκπροσωπεί τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, όλους τους παριστάμενους αρχιερείς και λοιπούς εκ του ιερού καταλόγου με τους οποίους συνδεόμαστε ακαδημαϊκά, με όλους, τον Άγιο Περιστερίου που διετέλεσε μαθητής μου στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης, καθηγητής του Κανονικού Δικαίου στη Θεολογική Σχολή Αθηνών, ο οποίος μετέχει στον τόμο, τον Άγιο Μεσσηνίας, συνάδελφο πανεπιστημιακό στη Θεολογική Σχολή, τον Μέγα Εκκλησιάρχη του Οικουμενικού Θρόνου τον κ. Αέτιο και Διευθυντή του ιδιαιτέρου γραφείου του Πατριάρχη που είναι κανονολόγος περιωπής, απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τον πατέρα Αθηναγόρα Σουπουρτζή στην Επιτροπή που εξέτασε τη διδακτορική διατριβή του, ήμουν πριν από μερικούς μήνες και είναι τώρα διδάκτωρ του Κανονικού Δικαίου.
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τους πρώην Πρωθυπουργούς, τον Αντώνη Σαμαρά με τον οποίο έχουμε συνδεθεί γιατί αναφερόμαστε σε μία ολόκληρη ιστορική περίοδο, στην κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, όπως έχει την καλοσύνη να λέει και ο ίδιος, τον Τάκη Πικραμμένο, αγαπητό φίλο, τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, τον Νίκο Ανδρουλάκη, την πρώην Πρόεδρο της Βουλής και ακαδημαϊκό, την Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη με την οποία έχουμε συνυπάρξει στη Βουλή χρόνια και έχουμε συνομιλήσει και συγκρουστεί στην αναθεώρηση του 2001, αλλά για το καλό του τελικού αποτελέσματος, τους αγαπητούς Υπουργούς που είναι εδώ, όλοι φίλοι αγαπητοί, πρώην Υπουργούς, την αγαπητή μου Ντόρα Μπακογιάννη, μέλη της Βουλής των Ελλήνων στην οποία έχω προσφέρει και εγώ ό,τι μπορούσα επί δεκαετίες, τις κυρίες και τους κυρίους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων, την κα. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Διοικητικών Δικαστηρίων, δικαστικούς λειτουργούς, ακαδημαϊκούς, πανεπιστημιακούς συναδέλφους παλαιότερους και νεότερους. Είμαι πραγματικά ευγνώμων σε όλους.
Θέλω να ευχαριστήσω φυσικά ιδιαιτέρως τον Παναγιώτη Σάκκουλα, τις Εκδόσεις Σάκκουλα, τους άξιους συνεργάτες του που μας παρέδωσαν αυτό το έργο, φιλόδοξο, ογκώδες, απαιτητικό και ακριβό και βέβαια τις επιμελήτριες και τους επιμελητές του τόμου, πέντε μαθητές μου εν τη στενή εννοία του όρου, θα μπορούσε η Επιτροπή αυτή να έχει πολύ ευρύτερη σύνθεση αλλά έπρεπε να εξοικονομήσουμε τους ρόλους. Με όλους με συνδέουν πάρα πολλά. Ο Μπάμπης Ανθόπουλος είναι στο μεταίχμιο μεταξύ των συμφοιτητών και των μαθητών μου, όταν εγώ ήμουν στο τέταρτο έτος ήταν στο πρώτο και όταν αυτός ήταν στο τέταρτο, ήμουν στην ομάδα των διδασκόντων του Συνταγματικού Δικαίου. Η Κατερίνα Ηλιάδου, καθηγήτρια τώρα στη Νομική Σχολή Αθηνών και Διευθύντρια του Τομέα Δημοσίου Δικαίου, ήρθε πρωτοετής φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη από την Κατερίνη, έκανε άσκηση με τη σύζυγό μου στο δικηγορικό μας γραφείο, λάμπει στο στερέωμα του Δημοσίου Δικαίου. Η Λίνα Παπαδοπούλου, καθηγήτρια του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, είναι το πρόσωπο περί της μαθητείας του οποίου ερίζουν πολλοί, διότι είναι μαθήτρια του Αντώνη Μανιτάκη, του Δημήτρη Τσάτσου και δική μου και, ως εκ τούτου, μπορεί να κινείται με άνεση, πολλές φορές και επικριτικά, αλλά πάντως με τεκμηρίωση και επιστημοσύνη αξιοζήλευτη. Ο Νίκος Παπαχρήστος, δικηγόρος, διδάκτωρ Νομικής, πολυτάλαντος μουσικός, συνεργάτης της δικηγορικής μας εταιρίας, αφοσιωμένος στην επιστήμη αλλά και στη μαχόμενη δικηγορία και ο Κώστας Χρυσόγονος, ο πρώτος τύποις φοιτητής μου, την πρώτη ακαδημαϊκή χρονιά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο πρώτος που αφοσιώθηκε στον κλάδο και ανεδείχθη στη βαθμίδα του καθηγητή, με πολιτική δραστηριότητα, όπως είναι η μοίρα του κλάδου. Αλλά στην αίθουσα αυτή είναι και άλλοι, ο Παναγιώτης Μαντζούφας, καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στον τομέα μας στη Θεσσαλονίκη, η Ιφιγένεια Καμτσίδου, καθηγήτρια, ο Γιώργος Καραβοκύρης, αναπληρωτής καθηγητής, για να μνημονεύσω μόνον τον τομέα μας εν στενή εννοία, που φανταστείτε τι πλεονέκτημα έχει να συγκαταλέγει στους κόλπους του τον εν ενεργεία Πρόεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας, καθηγητή του Διοικητικού Δικαίου, τον εν ενεργεία Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Διοικητικών Δικαστηρίων, τον Γιάννη Συμεωνίδη, καθηγητή του Διοικητικού Δικαίου και είχε στους κόλπους του τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον ακούσατε, τον Βασίλη Σκουρή, τον Αντώνη Μανιτάκη, που δεν χρειάζεται να αναφέρω τις ιδιότητές του, αρκεί το όνομά του. Τομέα στον οποίο όταν εμείς βρεθήκαμε νεοσσοί της επιστήμης, βρήκαμε στην έδρα του Συνταγματικού Δικαίου τον Αριστόβουλο Μάνεση και στην έδρα του Γενικού Δημοσίου Δικαίου τον Δημήτρη Τσάτσο. Για να δείτε δε τις δολιχοδρομίες της μοίρας, και ο Αντώνης Μανιτάκης και εγώ ήμασταν διορισμένοι στο προσωπικό της έδρας του Γενικού Δημοσίου Δικαίου του Δημήτρη Τσάτσου και όχι της έδρας του Συνταγματικού Δικαίου του Αριστόβουλου Μάνεση.
Είμαι βαθιά συγκινημένος από τη γενναιοδωρία των ομιλητών. Τους επιλέξαμε με κάποια υστεροβουλία βεβαίως, αλλά νομίζω ότι ξεπέρασαν τις προσδοκίες μας γιατί μίλησαν, νομίζω, θέλοντας να αποσαφηνίσουν και τη σχέση τους μαζί μου και τους ευχαριστώ θερμά για αυτό. Ευχαριστώ τον πρώην Υπηρεσιακό Πρωθυπουργό και Επίτιμο Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τον Γιάννη Σαρμά για την εντυπωσιακή γενναιοδωρία του, για τα λόγια που είπε τα οποία ήταν πολύ βαριά, ήταν μία δωρεά που ήθελε να κάνει σε εμένα και τον ευχαριστώ θερμά. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, ο Μιχάλης Πικραμένος, έδειξε ότι είναι πολύ συγκροτημένος μελετητής των κειμένων μου. Ο Γιάννης Μεταξάς, αρχαιότερος ακαδημαϊκά όλων μας, ο Πρύτανης της Πολιτικής Επιστήμης, ο ιδρυτής του κλάδου που τον έχασε το Συνταγματικό Δίκαιο, αλλά παρόλα αυτά έχει προσφέρει στο Συνταγματικό Δίκαιο πολύ σημαντικές μελέτες, μία ολόκληρη διδακτορική διατριβή περιωπής για το Δίκαιο της Ανάγκης, είναι εδώ και επειδή η παρουσία του θυμίζει τον Δημήτρη Τσάτσο. Η πρώτη μας επαφή, πρέπει να σας πω, ήταν τηλεφωνική, παίρνει μία φορά τηλέφωνο στη Θεσσαλονίκη στο γραφείο που μοιραζόμασταν με τον Δημήτρη Τσάτσο και λέει, καλησπέρα σας, θα ήθελα να μιλήσω με τον κ. Τσάτσο, λέω, ποιος τον ζητεί παρακαλώ, μου λέει, Μεταξάς, εσείς; Βενιζέλος. Αυτή ήταν η πρώτη επαφή που είχαμε.
Και τώρα ο Αντώνης Μανιτάκης και ο Βασίλης Σκουρής. Έχουμε πορευτεί οι τρεις μας κυρίως στη δεκαετία του 1980, νομίζω τότε θεμελιώθηκε το νέο Συνταγματικό Δίκαιο και το νέο Δημόσιο Δίκαιο, τα μαθήματα εμβάθυνσης στο Δημόσιο Δίκαιο. Ο Αντώνης έχει μία διανοητική εντιμότητα η οποία είναι υποδειγματική και αξιαγάπητη. Διαφωνήσαμε, διαφωνούμε, νομίζω ότι πολύ περισσότερα είναι αυτά στα οποία συμφωνούμε, αλλά νομίζω ότι προσφέραμε ο ένας στον άλλον τον διάλογο και την πρόκληση και αυτό φαίνεται στα γραπτά μας που τα έχει επηρεάσει και ως εκ τούτου νομίζω ότι έχει λειτουργήσει ως επιστημολογικά κινητήριος παράγων. Με τον Βασίλη Σκουρή συμπορευόμαστε συγγραφικά, τα είπε ο ίδιος με πολύ συγκινητικό τρόπο, είπε λόγια τα οποία μεταξύ φίλων βεβαίως πρέπει να αποπληθωρίζονται, αλλά είμαι πραγματικά ευγνώμων.
Είμαι ευγνώμων βέβαια σε καθεμιά και στον καθένα από τους 56 συγγραφείς, καθηγητές του Δημοσίου Δικαίου, οι 45 από αυτούς σε διάφορα πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού και οι υπόλοιποι παλαιοί διδάκτορες, δικαστικοί λειτουργοί, δικηγόροι, με εκπαιδευτικό έργο, με συνεχή παρουσία. Σχεδόν οι 45 είναι μαθητές εν στενή εννοία, αλλά υπάρχουν και συνάδελφοι που δεν είχαν μαθησιακή σχέση μαζί μου, νεότεροι από εμένα όλοι, που διαλέγονται ερευνητικά, που με τίμησαν ιδιαιτέρως γράφοντας στον τόμο αυτό. Υπάρχουν και δύο που ξεπερνούν το ηλικιακό όριο, που είναι οι Πρόεδροι των Νομοπαρασκευαστικών Επιτροπών που έτυχε να συνεργαστούν μαζί μου, η συνάδελφος κα. Διονυσία Καλλινίκου στην πνευματική ιδιοκτησία και ο επί τιμή Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, ο Νίκος Ρόζος, στον αρχαιολογικό νόμο. Δεν κλήθηκαν οι σύγχρονοί μου και οι αρχαιότεροι με τους οποίους συνυπάρχουμε επί δεκαετίες, θα κληθούν σε έναν κλασικό τιμητικό τόμο, δεν ήθελα να υποβληθούν στον κόπο να γράψουν για το δικό μου έργο, αφού αυτή ήταν η φύση του τόμου, χωρίς εγώ να έχω γράψει προηγουμένως για το δικό τους.
Είμαι, λοιπόν, ευγνώμων και πρέπει να θυμηθώ εδώ, υπεράνω όλων, τους δασκάλους μου, πρώτον τον Δημήτρη Τσάτσο. Αλλά δάσκαλός μου με την τυπική έννοια του όρου στις προπτυχιακές μου σπουδές ήταν ο Αριστόβουλος Μάνεσης και η θετικιστική μου ταυτότητα οφείλει πολλά στον Αριστόβουλο Μάνεση, ίσως περισσότερα από όσα στον Δημήτρη Τσάτσο, με τον οποίον όμως η σχέση μου ήταν πολύ βαθιά, πολύ στενή. Κάποια στιγμή, σε άλλα συμφραζόμενα, ίσως πρέπει να επανέλθουμε στα ζητήματα αυτά, γιατί και η ιστορία της επιστήμης και της επιστημονικής κοινότητας είναι στοιχείο θεμελιώδες για την αυτογνωσία μας.
Τώρα, η αφορμή του τόμου είναι ότι στις 31 Αυγούστου απεχώρησα από την ενεργό πανεπιστημιακή υπηρεσία, από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μου απενεμήθη ο τίτλος του ομότιμου καθηγητή μετά από 44 χρόνια θητείας στο πανεπιστήμιο, από τότε που υποστήριξα τη διδακτορική μου διατριβή το 1980, 40 χρόνια μετά την εκλογή μου ως υφηγητή το 1984, 33 χρόνια μετά την εκλογή μου ως τακτικού καθηγητή, καθηγητή της πρώτης βαθμίδας. Παρότι τα χρόνια της κοινοβουλευτικής και κυβερνητικής μου δράσης και άρα της αναστολής από την τυπική διδασκαλία, αλλά όχι από την έρευνα και τον επιστημονικό διάλογο, ήταν πολλά, εντούτοις επανήλθα το 2019 με πολύ μεγάλη χαρά και προσμονή. Η συνταγματική πρόβλεψη για την ηλικία αποχώρησης των καθηγητών , δηλαδή το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 16 του Συντάγματος, είναι μία υπόμνηση συνταγματική -γιατί το Σύνταγμα προφανώς δεν είχε εμπιστοσύνη στους πανεπιστημιακούς αλλά ούτε και στους δικαστές για τους οποίους υπάρχει επίσης πρόβλεψη - ότι ο χρόνος περνά και πυκνώνεται, ότι πρέπει να ενταθεί ή έστω να αρχίσει ο αναστοχασμός. Πρέπει να σας εξομολογηθώ, για να είμαστε τελείως ειλικρινείς μεταξύ μας, ότι αυτές οι προ-επιμνημόσυνες εκδηλώσεις, όπως οι τιμητικοί τόμοι, έστω και εάν εμφανίζονται ως ανταποδοτικοί και οι επιδόσεις τους έχουν ένα ανυπέρβλητο ανθρωπολογικό υπόβαθρο, τη θνητότητά μας, το αμελητέο μέγεθος μας εντός της ιστορίας.
Ελπίζω η παρουσίαση του τόμου στη Θεσσαλονίκη, στην Alma Mater Studiorum, να έχει τη μορφή ενός μικρού συνεδρίου δοκιμασίας και επικαιροποίησης των θέσεων που υποστήριξα και των εννοιών που πρότεινα στο πεδίο του Συνταγματικού Δικαίου και άλλων συναφών κλάδων.
Σωστά εντοπίστηκε ότι χρειάζεται διευκρίνιση ο τίτλος, τι σημαίνει θεωρία της συνταγματικής πράξης; Οι τελευταίοι δύο τόμοι μελετών του Αριστόβουλου Μάνεση εκδόθηκαν –δικών του μελετών– υπό τον τίτλο «Συνταγματική θεωρία και πράξη I και II». Εδώ δεν έχουμε συνταγματική θεωρία και πράξη, έχουμε τη θεωρία της συνταγματικής πράξης. Πράξη, δεν είναι η act, είναι η action, γιατί το Σύνταγμα, το Συνταγματικό Δίκαιο και γενικά τα κανονιστικά κείμενα δεν είναι αφηγηματικά, είναι αναπαραστατικά, αναπτύσσεται μία δράση.
Υπό την έννοια αυτή, η συνταγματική πράξη δεν είναι μία έννοια που περιλαμβάνεται στο έργο μου και σχολιάζεται στα κείμενα, δεν είναι το «συνταγματικό περιστατικό», όπως λέω, που είναι κρίσιμο ως ερμηνευτικό προηγούμενο, ούτε η «συνταγματική πρακτική» που είναι άλλη έννοια και από τη συνταγματική πραγματικότητα και από τις λεγόμενες συνθήκες του πολιτεύματος. Συνταγματική πράξη είναι κάθε εφαρμογή του Συντάγματος, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησής του και στο οργανωτικό μέρος και στο μέρος των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Κάθε εφαρμογή από πολιτικά, διοικητικά και δικαστικά όργανα, άρα και η αναγωγή στο Σύνταγμα και ο έλεγχος συνταγματικότητας των νόμων, αλλά και η επίκληση του Συντάγματος από τον πολίτη είναι συνταγματική πράξη και η άσκηση δικαιωμάτων, ατομικών ή συλλογικών, είναι συνταγματική πράξη και μάλιστα συνταγματική πράξη ποιου Συντάγματος; Όπως ειπώθηκε, του επαυξημένου, αυτού δηλαδή που προκύπτει μέσα από τη σύμφωνη με το Ενωσιακό Δίκαιο και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ερμηνεία του Συντάγματος στο μέτρο του δυνατού, έτσι ώστε σε κάθε περίπτωση να αναζητούμε και να προσφέρουμε τη μέγιστη δυνατή προστασία των δημοκρατικών θεσμών, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου.
Αλλά και η ίδια η αναζήτηση της έννομης τάξης στο πεδίο της οποίας κινούμαστε και έχει προτεραιότητα εφαρμογής είναι μία συνταγματική πράξη. Η διεκδίκηση της εθνικής συνταγματικής ταυτότητας είναι μία συνταγματική πράξη, η ψήφιση ενός νόμου, η έκδοση μίας κανονιστικής πράξης, ο διορισμός του Πρωθυπουργού, η διάλυση της Βουλής, η κύρωση μίας διεθνούς συνθήκης, η αναθεώρηση των ιδρυτικών συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προβολή ένστασης αντισυνταγματικότητας στη Βουλή, οποιαδήποτε δίκη στην οποία τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας.
Πίσω από τη συνταγματική πράξη υπάρχει πάντα μία θεωρία, πάντα. Τι σημαίνει θεωρία εδώ; Χρειαζόμαστε έναν συμβατικό ορισμό, ένα σύστημα εννοιών, μεθόδων, παραδοχών που δηλώνονται, ελέγχονται, αμφισβητούνται, διαψεύδονται, μεταβάλλονται. Πολλές φορές μεταβάλλονται ριζικά οδηγώντας σε αλλαγή παραδείγματος. Αλλά μπορεί να μετέχουμε στην πράξη χωρίς να έχουμε επίγνωση της θεωρίας, αυτή η ανεπίγνωστη θεωρία είναι επικίνδυνη. Ο εμπειρισμός της συνταγματικής πράξης συνιστά υπνοβασία, που θέτει εν δυνάμει σε κίνδυνο τη συνταγματική δημοκρατία.
Η δική μου σχέση με τη συνταγματική θεωρία, όπως λένε οι επιμελήτριες και οι επιμελητές στην εισαγωγή τους, όντως δεν ήταν ποτέ εργαστηριακή. Πριν από την έναρξη της κοινοβουλευτικής και κυβερνητικής μου εμπειρίας, αμέσως μετά την υποστήριξη της διδακτορικής μου διατριβής , η πρώτη πρακτική πρόκληση ήταν ο νόμος πλαίσιο των ΑΕΙ το 1982, στη συνέχεια ο νόμος για την εκκλησιαστική περιουσία, ο λεγόμενος νόμος Τρίτση, οι άδειες στους τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, η συμμετοχή μου στην Επιτροπή Τοπικής Ραδιοφωνίας, στη διοίκηση της Εθνικής Τραπέζης παραδόξως την εποχή εκείνη, στη μεγάλη δίκη του 1989.
Η ενασχόλησή μου με την πολιτική ήταν ένα επιστημονικό πλεονέκτημα, είναι ένα πλεονέκτημα των ειδικών του Συνταγματικού Δικαίου και μία παράδοση. Το πλεονέκτημα αυτό είναι μειονέκτημα για άλλους επιστημονικούς κλάδους, για έναν γιατρό, για έναν βιολόγο, για έναν μηχανικό ακόμη, αλλά εμείς έχουμε μία μακρά παράδοση που ξεκινά από τον Ν.Ι. Σαρίπολο, συνεχίζεται με τον Διομήδη Κυριακό, με τον Αλέξανδρο Σβώλο, με τον Δημήτρη Τσάτσο και πολλούς-πολλούς άλλους.
Τι προσφέρει η ενασχόληση με την πολιτική; Την εξοικείωση καταρχάς με τη λειτουργία του ίδιου του εκλογικού σώματος, δεν υπάρχει σημαντικότερο ζήτημα στη συνταγματική θεωρία. Την εξοικείωση με τη λειτουργία της Βουλής, του Υπουργικού Συμβουλίου, της Δημόσιας Διοίκησης, με τη λειτουργία του πολιτεύματος, με θεσμούς όπως ο διορισμός του Πρωθυπουργού και η διάλυση της Βουλής. Τα μεγάλα διλήμματα για τα θεμελιώδη δικαιώματα, το κράτος δικαίου, τις σχέσεις των εννόμων τάξεων, τίθενται κατά τρόπο πρακτικό και συγκεκριμένο.
Η ενασχόλησή μου με την πολιτική μου προσέφερε τη μεγάλη τύχη να είμαι ο γενικός εισηγητής της αναθεώρησης του Συντάγματος το 2001, από το 1995 μέχρι το 2001. Δεν είναι προσωπικές επιλογές του γενικού εισηγητή οι τελικά ψηφιζόμενες διατάξεις, είναι προϊόν του συσχετισμού των δυνάμεων, είναι ένα προϊόν το οποίο κανείς δεν το ήθελε έτσι ακριβώς εξαρχής, γιατί πρέπει να συμφωνήσεις με την αντιπολίτευση, να λάβεις υπόψη σου τις αντιρρήσεις βουλευτών, να μετέχεις σε έναν κοινωνικό διάλογο, να σεβαστείς την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, να δεις τα διεθνή συμφραζόμενα και εντέλει να τα συνοψίσεις όλα αυτά σε μία πρόταση που μπορεί να απέχει ριζικά από τις δικές σου προσωπικές αντιλήψεις. Πάντως, όπως έχω πει πολλές φορές, εάν διάλεγα κάτι από αυτή την εκτεταμένη αναθεώρηση περίπου 90 διατάξεων –που ευτυχώς έχει διατηρηθεί σχεδόν αλώβητη, σχεδόν, όχι πλήρως– θα διάλεγα το άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος, την αρχή της αναλογικότητας, την τριτενέργεια, την απαγόρευση πολλαπλασιασμού των περιορισμών των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Αλλά η πολιτική μου έδωσε την ευκαιρία να μετάσχω και στην επεξεργασία και ψήφιση σημαντικών εκτελεστικών του Συντάγματος νόμων. Του νόμου για τα μέσα ενημέρωσης το 1995, του αρχαιολογικού νόμου, του νόμου για τις δημόσιες συμβάσεις, για τις αμυντικές προμήθειες, για τη βασιλική περιουσία, για το άνοιγμα της αγοράς τηλεπικοινωνιών, για το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας και κυρίως να ασχοληθώ με δύο μεγάλες προκλήσεις που μου τις ανέθεσε και τις δύο μία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ο Κώστας Σημίτης, την οργάνωση της χώρας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ένα νομοθετικό και νομολογιακό εν τέλει άθλο και την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης. Καθήκοντα που άσκησα σε τρεις κυβερνήσεις, του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και του Υπουργού Οικονομικών στην κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου και στην κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου και του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Εξωτερικών στην κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου.
Η οικονομική κρίση βεβαίως ενίσχυσε την εμπειρία μου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μου έτυχε να ασκήσω την Προεδρία του Συμβουλίου των Υπουργών τρεις φορές στη διάρκεια της πορείας μου, αρχίζοντας από το 1994. Μετείχα σε δέκα διαφορετικές συνθέσεις του Συμβουλίου υπουργών της ΕΡ , σε όλες δηλαδή, στο Eurogroup. Είχα τη δυνατότητα να απευθυνθώ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να υπογράψω συνθήκες, όπως η Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση και η Συνθήκη για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και να ασχοληθώ με την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, το PSI, αλλά κυρίως το OSI που γίνεται ακόμη τώρα. Το PSI είναι ο πρόλογος στη μεγάλη αναδιάρθρωση που είναι το official sector involvement με το οποίο πορεύεται η χώρα και θα πορεύεται όχι μόνο μέχρι το 2032, οπότε και τελειώνει η περίοδος χάριτος αλλά και μετά, γιατί έτσι καταστήσαμε το χρέος υβριδικό, εξυπηρετήσιμο και το απασφαλίσαμε ως βόμβα στα θεμέλια της χώρας.
Αλλά αυτό μου επέτρεψε να καταθέσω τις θεωρητικές μου απόψεις για την επιρροή της ελληνικής κρίσης στη γενική θεωρία του Συντάγματος, για την επιρροή της αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους στο Διεθνές Δίκαιο του δημοσίου χρέους. Αυτές οι νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως σωστά ειπώθηκε, κρίθηκαν σε τρεις –ακούσαμε– έννομες τάξεις, την ελληνική εθνική έννομη τάξη, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κρίθηκαν και σε τέταρτη έννομη τάξη, στην κατά κυριολεξία διεθνή, στο πεδίο δηλαδή του Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, στις μεγάλες διαιτησίες του ICSID, δηλαδή του Διαιτητικού Δικαστηρίου για την αμοιβαία προστασία επενδύσεων στους κόλπους της Παγκόσμιας Τράπεζας και επιβεβαιώθηκαν νομολογιακά σε όλα τα πεδία.
Η πολιτική ιδιότητά μου μου επέτρεψε να είμαι επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας σε δύο Γενικές Συνελεύσεις του ΟΗΕ το 2013 και το 2014, να κάνω τη δήλωση για τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και του Διεθνούς Δικαστηρίου του Δικαίου της Θάλασσας τον Ιανουάριο του 2015 και να διευρυνθούν οι επιστημονικοί μου ορίζοντες αναγκαστικά προς την οικονομία, τις διεθνείς σχέσεις, τις ευρωπαϊκές σπουδές, την ιστορία, την πολιτική επιστήμη. Οι σχέσεις μου με αυτό που λέγεται θεολογία είναι πιο παλιές, θα μας δοθεί η ευκαιρία να μιλήσουμε για την πολιτική θεολογία και τις σχέσεις της με τη συνταγματική ηθική που είναι η ηθική της νεωτερικότητας, όχι η ηθικολογία στο Σύνταγμα, είναι το ηθικό περιεχόμενο του Συντάγματος ως θεμελιώδους κεκτημένου της νεωτερικότητας. Θα μας δοθεί η ευκαιρία να μιλήσουμε σχετικά στην παρουσίαση του ομότιτλου βιβλίου που εξέδωσε ο Αρμός.
Ευχαριστώ όμως τους συγγραφείς, γιατί φέρθηκαν με ενδιαφέρον και τρυφερότητα απέναντι στα εννοιολογικά παιδιά μου, που τα νιώθω να κινούνται εδώ τώρα : το επαυξημένο Σύνταγμα, ο ερμηνευτικός μονισμός, ο σχετικισμός ως εγγύηση του κράτους δικαίου, η αναγωγή στο Σύνταγμα, η μετάβαση από τις μεθοδολογικές ματαιότητες στις δικονομικές εγγυήσεις, το πραγματικό σύστημα δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας, η νέα νεότητα του Συντάγματος, ενός Συντάγματος χωρίς κράτος και χωρίς κυριαρχία. Η αλληλοπεριχώρηση και η εναλλαγή των εννόμων τάξεων, το γενικό συμφέρον ως μηχανισμός αποκάλυψης των προδιαθέσεων, της αμηχανίας ή της αυθαιρεσίας της νομολογίας. Τα λειτουργικά ισοδύναμα μεταξύ Προέδρου και Πρωθυπουργού πριν την αναθεώρηση του 1986, το ανοιχτό κόμμα, η μετα-αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η δημοκρατία μεταξύ συγκυρίας και ιστορίας, η Κύπρος ως εργαστήριο αντοχής των συνταγματικών υλικών, η θεωρία της σύγκρουσης των ολοκληρώσεων –ευχαριστώ πάρα πολύ για την αναφορά αυτή– ως ένα νήμα που διαπερνά την ιστορία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, τα διαπραγματεύσιμα Συντάγματα του αγώνα, η συσχέτιση επαναστατικών Συνταγμάτων και δανείων της Ανεξαρτησίας.
Αυτές είναι οι 56 μελέτες. Ο τόμος αυτός υπάρχει και ως όχημα για την 57η που είναι το επίμετρο της Ελβίνας, της κόρης μου, της κόρης μας με τη Λίλα. Δικηγόρος η Ελβίνα, κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών LLM από το Georgetown, ασχολείται με την κανονιστική συμμόρφωση, με την προστασία προσωπικών δεδομένων. Γράφει για τον πατέρα της, αναρωτιέται εάν αυτός ο πατέρας και δάσκαλος –αποκαλύπτει μυστικά μας δηλαδή, μυστικούς κώδικες– μπορεί να λειτουργήσει τώρα ως παππούς και δάσκαλος, καθώς έχει προκύψει ο σουσάμης Παναγιώτης, Παναγιώτης επισήμως, αλλά σουσάμης, ο οποίος έχει πάρει το βιβλίο στα χέρια του.
Κλείνω, γιατί εξάντλησα την υπομονή σας σε αυτή την κουραστική εκδήλωση, αλλά ελπίζω ουσιώδη και συμπαθητική.
Βρισκόμαστε ενώπιον μίας μεγάλης διεθνούς πρόκλησης, έχουν ρευστοποιηθεί όλα τα αναλυτικά σχήματα που προσπαθούν να κατανοήσουν και να ταξινομήσουν τον κόσμο. Ο κόσμος δεν είναι πλέον μονοπολικός, ισχυρίζονται πολλοί ότι είναι « μόνο - πολύ πολικός». Η ευρωπαϊκή υπνοβασία σημειωτόν είναι άκρως επικίνδυνη και αυτό αφορά την ευρωπαϊκή δημοκρατία συνολικά όχι μόνο την ευρωπαϊκή οικονομία και την ευρωπαϊκή άμυνα. Η κρίση της Δύσης δεν είναι απλώς στρατηγική είναι υπαρξιακή, ο πυρήνας της Δύσης που είναι η δυτική δημοκρατία, η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει αλλοιωθεί επικίνδυνα, η δημοκρατία μας έχει γίνει φοβική, τρέμει εν όψει του αποτελέσματος των εκλογών κάθε φορά σε κάθε χώρα, φοβάται τους λαούς, τα εκλογικά σώματα και τις επιλογές τους. Αυτό είναι μία πολύ μεγάλη αλλοίωση του δημοκρατικού κεκτημένου, δηλαδή έχει διαταραχθεί η σχέση της κοινωνίας, των εκλογικών σωμάτων με τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Όλα, λοιπόν, όσα λέμε στο Συνταγματικό Δίκαιο, στη θεωρία του κράτους και του δικαίου, όλα όσα περιλαμβάνονται στο έργο μου και στις μελέτες αυτές που σχολιάζουν το έργο μου είναι δυστυχώς πάρα πολύ επίκαιρα, αρχαϊκά ζητήματα που τα θεωρούσαμε ξεπερασμένα έχουν επανέλθει στην επικαιρότητα. Άρα, η έκδοση αυτή είναι μία δήλωση ετοιμότητας της επιστημονικής κοινότητας αλλά χρειάζεται ετοιμότητα της κοινωνίας και φυσικά ετοιμότητα του πολιτικού συστήματος και δεν αναφέρομαι μόνο στην Ελλάδα, αναφέρομαι στη Δύση συνολικά, ούτε καν μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ένας μεγάλος Ιταλός πολιτικός και διανοούμενος, τον οποίο όλοι και όλες έχουμε ακούσει, ο Αντόνιο Γκράμσι, είχε δανειστεί μία έκφραση του Γάλλου συγγραφέα που είχε πάρει Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1915, του Ρομαίν Ρολάν, ότι μπορεί να υπάρχει η απαισιοδοξία της σκέψης, αλλά ευτυχώς υπάρχει η αισιοδοξία της βούλησης. Ίσως έχετε διαβάσει το μικρό δοκίμιο του Τζωρτζ Στάινερ για τη μελαγχολία της σκέψης, η σκέψη μας κάνει μελαγχολικούς, η σκέψη είναι αδιάκοπη, είναι όπως η λειτουργία της καρδιάς και είναι εντέλει μελαγχολική γιατί αποκαλύπτει τα προβλήματα. Απέναντι, λοιπόν, σε αυτή τη μελαγχολία της σκέψης χρειαζόμαστε το μόνο αισιόδοξο που είναι η βούλησή μας, δηλαδή μία αναγκαστική αισιοδοξία την οποία πρέπει να επεξεργαστούμε επιστημονικά. Θέλω να ελπίζω ότι με την προσπάθεια που έχουν κάνει οι νεότεροι συνάδελφοί μου δίνουμε ένα δείγμα του πώς μπορεί να λειτουργήσει αυτή η αισιοδοξία της βούλησης έστω και εάν αυτό γίνεται από ευγένεια απέναντι σε έναν δάσκαλο. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Για το video της εκδήλωσης, δειτε εδω:
https://www.youtube.com/live/1eASSNgISgA